Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐρυθρότης

См. также в других словарях:

  • ἐρυθρότης — redness fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρυθρότητα — ἐρυθρότης redness fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρυθρότητι — ἐρυθρότης redness fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρυθρότητος — ἐρυθρότης redness fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ερυθρότητα — η (AM ἐρυθρότης, ή) [ερυθρός] η ιδιότητα τού ερυθρού, το γνώρισμα τού ερυθρού χρώματος, η κοκκινάδα …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»