Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐνδέξια

См. также в других словарях:

  • ἐνδεξία — ἐνδεξίᾱ , ἐνδέξιος towards the right hand fem nom/voc/acc dual ἐνδεξίᾱ , ἐνδέξιος towards the right hand fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐνδεξιᾷ — ἐνδεξιόομαι go round from left to right pres subj mp 2nd sg ἐνδεξιόομαι go round from left to right pres ind mp 2nd sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐνδέξια — ἐνδέξιος towards the right hand neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ORNITHOMANTIA — Graecis dicta fuit, ex avibus praesagia desumendi ars: Has enim Deorum ministras, ab iisdem hominibus obici, ut futura ex illis discerent, veteri superstitione creditum. Ovid. Fastor. l. 1. v. 447. Nam Diis ut proxima quaeque, Nunc pennâ veras,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ενδέξιος — ἐνδέξιος, ία, ιον (Α) 1. αυτός που βρίσκεται προς τη δεξιά πλευρά («ἐνδέξιος σῷ ποδὶ παρασπιστής γεγώς», Ευρ.) 2. αίσιος 3. (για άνεμο) ευνοϊκός, ούριος 4. επιτήδειος, επιδέξιος 5. (το ουδ. πληθ. ως επίρρ.) ἐνδέξια προς τα δεξιά …   Dictionary of Greek

  • νέκταρ — Σακχαρούχα ουσία που εκκρίνεται από ειδικά όργανα ή από αδενώδεις επιφάνειες (επιφανειακοί εκκριτικοί ιστοί) του φυτού, τα νεκτάρια, τα οποία βρίσκονται συνήθως στα άνθη, αλλά επίσης και σε άλλα φυτικά μόρια. Η παραγωγή του ν. από τα νεκτάρια των …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»