Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Ἁγνάν

См. также в других словарях:

  • Ἁγνᾶν — Ἁγνή fem gen pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἁγνᾶν — ἁγνός pure masc/fem gen pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἁγνάν — Ἁγνά̱ν , Ἁγνή fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἁγνάν — ἁγνά̱ν , ἁγνός pure fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοιρανώ — κοιρανῶ, έω (Α) [κοίρανος] 1. είμαι ηγεμόνας, αρχηγός, κυβερνώ («ὧς ὅγε κοιρανέων δίεπε στρατόν», Ομ. Ιλ.) 2. καταδυναστεύω («ὅσσοι κραναὴν Ἰθάκην κάτα κοιρανέουσιν», Ομ. Οδ.) 3. είμαι κύριος κάποιου 4. (σχετικά με χορό) οργανώνω, οδηγώ, ετοιμάζω …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»