Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀπατούρια

См. также в других словарях:

  • Ἀπατουρία — Ἀπατουρίᾱ , Ἀπατούριος fem nom/voc/acc dual Ἀπατουρίᾱ , Ἀπατούριος fem nom/voc sg (attic doric aeolic) Ἀπατουρίᾱ , Ἀπατουρία fem nom/voc/acc dual Ἀπατουρίᾱ , Ἀπατουρία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπατουρίᾳ — Ἀπατουρίᾱͅ , Ἀπατούριος fem dat sg (attic doric aeolic) Ἀπατουρίᾱͅ , Ἀπατουρία fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπατούρια — the Apaturia neut nom/voc/acc pl Ἀπατούριος neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Απατούρια — Αρχαία τριήμερη γιορτή τωνιωνικών πόλεων. Εκτός από την Έφεσο και την Κολοφώνα, όλες οι άλλες ιωνικές πόλεις, και η Αθήνα, γιόρταζαν τα Α. με μεγάλη λαμπρότητα. Δεν είναι γνωστές πολλές λεπτομέρειες, εφόσον είχε δοθεί θρησκευτικό χρώμα στη γιορτή …   Dictionary of Greek

  • Ἀπατουρίας — Ἀπατουρίᾱς , Ἀπατούριος fem acc pl Ἀπατουρίᾱς , Ἀπατούριος fem gen sg (attic doric aeolic) Ἀπατουρίᾱς , Ἀπατουρία fem acc pl Ἀπατουρίᾱς , Ἀπατουρία fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • АПАТУРИИ —    • Άπατούρια, τα,          (от α=αμα и πατóρια, сходка фраторов), греческое и особенно ионийское празднество, при котором граждане представляли своих детей своим фраторам и вносили в списки фратрий. В Афинах этот праздник совершался в… …   Реальный словарь классических древностей

  • Ἀπατουρίοις — Ἀπατούρια the Apaturia neut dat pl Ἀπατούριος masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπατουρίου — Ἀπατούρια the Apaturia neut gen sg Ἀπατούριος masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπατουρίων — Ἀπατούρια the Apaturia neut gen pl Ἀπατούριος fem gen pl Ἀπατούριος masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπατουρίῳ — Ἀπατούρια the Apaturia neut dat sg Ἀπατούριος masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπατούριον — Ἀπατούρια the Apaturia neut nom/voc/acc sg Ἀπατούριος masc acc sg Ἀπατούριος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»