Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἀντι-τάσσω

См. также в других словарях:

  • ὑπαντάξας — ὑπαντάξᾱς , ὑπό , ἀνά τάσσω draw up in order of battle aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) ὑπαντά̱ξᾱς , ὑπό , ἀντί ἄγνυμι break aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) ὑπαντάξᾱς , ὑπό , ἀντί ἄγω lead aor part act masc… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσταχή — ἡ, Α (σε επιγρ.) η προσταγή. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ τάσσω, αντί τού τ. προσ ταγή με δάσυνση τού χαρακτήρα –γ από αναλογική επίδραση (πρβλ. παθ. αόρ. ἐ τάχ θην, ενεργ. παρακμ. τέ ταχ α)] …   Dictionary of Greek

  • τετεγμένος — η, ον, Α (αντί τεταγμένος) βλ. τάσσω …   Dictionary of Greek

  • υποτάσσω — ὑποτάσσω, ΝΜΑ, και υποτάζω Ν, και αττ. τ. υποτάττω Α [τάσσω / τάζω] 1. θέτω κάποιον ή κάτι κάτω από την εξουσία ή την επίδραση, τη δική μου ή κάποιου άλλου, καθυποτάσσω, υποδουλώνω (α. «ο Μέγας Αλέξανδρος υπέταξε το περσικό κράτος» β. «πάντα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»