Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

χοὖ

См. также в других словарях:

  • χοὖ — οὗ , ἕ masc/fem gen sg οὗ , ἵημι Ja c io aor imperat mid (attic epic doric) οὗ , ὅς yas masc/neut gen sg οὗ , οὗ where indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χοῦ — χάω pres imperat mp 2nd sg (attic epic ionic) χόω throw pres imperat mp 2nd sg χόω throw pres imperat act 2nd sg χόω throw imperf ind mp 2nd sg (homeric ionic) χόω throw imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) χοῦς 2 soil excavated masc voc sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σάτον Χου — (Sutton Hoo). Τοποθεσία της Αγγλίας κοντά στο Γούντμπριτζ του Σάφολκ όπου βρέθηκε ένα πλοίο που χρονολογήθηκε τον 7o αι. από τα νομίσματα που βρέθηκαν πάνω σ’ αυτό. Το πλοίο αποδείχτηκε πλωτό χρυσοχοείο και ο θησαυρός του σήμερα βρίσκεται στο… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • τρύχου — τρύ̱χου , τρύχω wear out pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric) τρύ̱χου , τρύχω wear out imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric) τρύ̱χου , τρυχόομαι pres imperat act 2nd sg τρύ̱χου , τρυχόομαι imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) τρυχόω wear… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπανταχοῦ — ἀπαντᾱ̱χοῦ , ἀπό ἀντηχέω sing in answer imperf ind mp 2nd sg (attic doric aeolic) ἀπαντᾱχοῦ , ἀπό ἀντηχέω sing in answer pres imperat mp 2nd sg (attic doric) ἀπαντᾱχοῦ , ἀπό ἀντηχέω sing in answer imperf ind mp 2nd sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐμψύχου — ἐμψύ̱χου , ἔμψυχος having life in one masc/fem/neut gen sg ἐμψυχόω animate pres imperat act 2nd sg ἐμψύ̱χου , ἐμψυχόω animate pres imperat act 2nd sg ἐμψυχόω animate imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) ἐμψύ̱χου , ἐμψυχόω animate imperf ind act… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Riadis — während seiner Berliner Zeit Emilios Riadis (griechisch Αιμίλιος Ριάδης, frz. meist Emile Riadis, eigentlich Emilios Chou Αιμίλιος Χου, meist Khu transkribiert; * 13. Mai 1880 in Thessaloniki; † 17. Juli 1935 ebd.) war ein griechischer Pianist… …   Deutsch Wikipedia

  • πριχού — και πρίχου Ν επίρρ. (κυρίως στον Ερωτόκρ.) (με χρον. σημ.) πριν, προτού («να τσι ξεράνει το δενδρό, πρίχου να τό φυτέψει», Ερωτόκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Κατά μία άποψη, ο τ. πριχού προήλθε από συμφυρμό τού πριν και τού λατ. prius «πριν, πρωτύτερα» με τις… …   Dictionary of Greek

  • χοίνιξ — η / χοῑνιξ, ικος, ΝΑ (στην αρχαία Ελλάδα) μονάδα μέτρησης τής χωρητικότητας σιτηρών και ξηρών καρπών που ισοδυναμούσε στην αρχή με τέσσερεις κοτύλες και αργότερα με έξι, δηλαδή με 787 περίπου γραμμάρια («χοῑνιξ σίτου δηναρίου, και τρεῑς χοίνικες… …   Dictionary of Greek

  • χούς — (I) ὁ, ΜΑ, και χόος και χοεύς και χῶς, ῶ, και ως θηλ. χοῡς, ἡ, Α 1. παλαιό αττικό μέτρο υγρών που ισοδυναμούσε με 12 κοτύλες 2. συνεκδ. αγγείο πόσης που είχε χωρητικότητα έναν χου αρχ. 1. χρηματική συνεισφορά για την εξασφάλιση συμμετοχής σε… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»