-
1 προσιόντα
πρόσειμι 1sum: pres part act masc acc sgπρόσειμι 1sum: pres part act neut nom /voc /acc pl -
2 προσίοντα
πρό-σέωpres part act neut nom /voc /acc pl (doric)πρό-σέωpres part act masc acc sg (doric) -
3 προσιόνθ'
προσιόντα, πρόσειμι 1sum: pres part act masc acc sgπροσιόντα, πρόσειμι 1sum: pres part act neut nom /voc /acc plπροσιόντι, πρόσειμι 1sum: pres part act masc /neut dat sgπροσιόντε, πρόσειμι 1sum: pres part act masc /neut nom /voc /acc dual -
4 προσιόντ'
προσιόντα, πρόσειμι 1sum: pres part act masc acc sgπροσιόντα, πρόσειμι 1sum: pres part act neut nom /voc /acc plπροσιόντι, πρόσειμι 1sum: pres part act masc /neut dat sgπροσιόντε, πρόσειμι 1sum: pres part act masc /neut nom /voc /acc dual -
5 προσίοντ'
προσίοντα, πρό-σέωpres part act neut nom /voc /acc pl (doric)προσίοντα, πρό-σέωpres part act masc acc sg (doric)προσίοντι, πρό-σέωpres part act masc /neut dat sg (doric)προσίοντι, πρό-σέωpres ind act 3rd pl (doric)προσίοντε, πρό-σέωpres part act masc /neut nom /voc /acc dual (doric)προσίονται, πρό-σέωpres ind mp 3rd pl (doric)προσίοντο, πρό-σέωimperf ind mp 3rd pl (doric) -
6 πρόσειμι
A sum), to be added to, τινι Hdt.2.99, 7.173, etc.;ἐὰν.. θερμότης τῷ δίψει προσῇ Pl.R. 437e
; to be attached to, belong to, IG12.290; ; δέος αἰσχύνη θ' ὁμοῦ, δύσνοια ἢ λύπη π. τινί, ib. 1079, El. 654; οὐχ ἅπαντα τῷ γήρᾳ κακὰ π. E.Ph. 529, cf. lsoc.12.115; δυσβουλία τῇ πόλει π. Ar.Nu. 588;τῇ βίᾳ π. ἔχθραι καὶ κίνδυνοι X.Mem.1.2.10
; καὶ τὰ προσόντα καὶ τὰ μὴ περὶ ἑκάστου λέγοντες proclaiming each man's virtues, whether he had them or not, Pl.Mx. 234c; τὰ προσόνθ' ἑαυτῷ one's own attributes, D.18.276, cf. Prooem.46: c. inf.,πρόσεστι γυναιξὶ.. τίκτειν Pl.Tht. 150a
.2 abs., to be present, at hand as well,τὰ δ' αὖτε χέρσῳ.. προσῆν πλέον στύγος A.Ag. 558
;ὡς ἂ ἀγνοία προσῇ S.Ph. 129
; γνώμη γὰρ εἴ τις κἀπ' ἐμοῦ.. π. Id.Ant. 720; τοῦ λόγου δ' οὐ χρὴ φθόνον π. Id.Tr. 251;τύχη μόνον προσείη Ar.Av. 1315
(lyr.);π. ἡ ὕβρις καὶ ἔθ' ἡ.. αἰσχύνη D.1.27
; οὐδ' ὁτιοῦν ἄλλο προσῆν there was nothing else in the world, Id.21.176; ταῦτα προσέσται this too will be ours, X.HG3.1.28; τὰς τρισχιλίας καὶ τὸ προσόν and the surplus, D.36.15.3 to be adjacent, εἰ πὸς τᾷ οἰκίᾳ μὴ πόεστι (i.e. πόσεστι = πρόσεστι) (Tegea, iv B.C.);τῆς προσούσης αὐλῆς PStrassb.87.12
(ii B.C.).------------------------------------A ibo), inf. - ιέναι, used in [dialect] Att. as [tense] fut. of προσέρχομαι, and προσῄειν as [tense] impf.:— go to or towards, approach, abs. in Hom. and Hes. in dat. and acc. of part.,χάρη δ' ἄρα οἱ προσιόντι Il.5.682
;ὡς εἶδον ζωὸν.. προσιόντα 7.308
; (lyr.);σχολαίτερον προσιόντας Th.4.47
codd.; approach a person, Id.1.130, cf. And.1.122; of an enemy,βραδέως προσῇσαν X.An.1.8.11
, etc.; of an adversary at law, (ii A.D.), cf. POxy.1101.15 (iv A.D.): c. dat. pers., approach one, Hdt.1.62, etc.; apply to a person for help, PStrassb.57.6 (ii A.D.), etc.; π. Σωκράτει visit him as teacher, X.Mem.1.2.47; π. γυναικί go in to a woman, Id.Smp.4.38 (so abs., Ocell.4.1): c. acc. loci, δῶμα, δόμους, A.Eu. 242, E.Cyc. 40: with Preps. governing acc.,εἰς.. S.El. 437
, X.HG7.5.15, etc.; πρὸς τὰς πύλας, πρὸς τὴν Λάχεσιν, Hdt.8.52, Pl.R. 620d, etc.2 in hostile sense, attack, (cf. Sch.Od.1.406, Apollon.Lex. s.v. εἶναι), cf. X.Cyr.2.4.12;τῇ πόλει Id.An.7.6.24
(dub.);πρὸς τοὺς βαρβάρους Hdt.9.100
;ἐπὶ τὸ στράτευμα X.Cyr.7.1.24
.4 come forward to speak,π. τῷ δήμῳ X.Mem.3.7.1
; π. τῇ βουλῇ, τοῖς ἐφόροις, come before.., D.19.17, Plb.4.34.5;π. πρὸς βουλὴν ἢ δῆμον X.Ath.3.3
;πρὸς τὰς ἀρχάς Th.1.90
;πρὸς τὰ κοινά Aeschin.1.165
;πρὸς τὴν πολιτείαν π. Id.3.217
(butπ. πολιτείᾳ Plu.2.1033f
): abs., come forward to speak, περὶ τῶν γεγενημένων And 1.111.5 of things, to be added,σάρκες ἐκ τῆς τροφῆς π. ταῖς σαρξί Arist.GA 723a11
, cf. GC 322a26, al.;τῷ δ' ἐναντίῳ κύτει ἐλπὶς προσῄει χειρὸς οὐ πληρουμένῳ A.Ag. 817
.II of Time, come on, be at hand, ἐπεὰν προσίῃ (v.l. προσῇ)ἡ ὥρη κυΐσκεσθαι τὰς ἵππους Hdt.4.30
, cf. 2.41;ἑσπέρα προσήει X.Cyr.3.2.25
; προσιόντος τοῦ θερμοῦ on the approach of heat, Pl.Phd. 103d; π. [τῶν ἀνέμων] X.Mem.4.3.14.III come in, of revenue, φόροι, ἑπτακόσια τάλαντα π., Hdt.3.89,91, cf. Th.2.13, X.Vect.4.1;τῶν τε ὄντων χρημάτων καὶ τῶν προσιόντων τοῖς θεοῖς IG12.91.26
;τὸν φόρον ἡμῖν ἀπὸ τῶν πόλεων.. προσιόντα Ar.V. 657
; τὰ προσιόντα χρήματα the public revenue, Id.Ec. 712, Lys.30.19; τὰ προσιόντα alone, Ar.V. 664;τὰ π. τῇ πόλει Lys. 21.13
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πρόσειμι
-
7 φράζω
φράζω, zeigen, anzeigen, darlegen, angeben, von Hom. an häufige Homerische Formen: activ. aor. 1. φράσε Odyss. 11, 22, oft redupl. aor. 2., ἐπέφραδον Iliad. 10, 127, ἐπέφραδεν, πέφραδε, πεφράδοι Iliad. 14, 335, imperat. πέφραδε, πεφραδέμεν Odyss. 7, 49, πεφραδέειν Odyss. 19, 477; medium praes., φράζεαι, φραζώμεϑα, imperat. φράζεο, φράζεσϑαι u. s. w., imperf., φραζέσϑην Odyss. 13, 373, φράζετο Iliad. 16, 646, φραζόμεϑα Odyss. 3, 129, aor. 1. ἐφρασάμην, fut., φράσσεται, φράσομαι; pass. aor. in medialer Bedeutung, ἐφράσϑης Odyss. 19, 485. 23, 260. Nach Homer aor. 1. activ. häufiger, Hymn. Hom. Ven. 128 Merc. 442 Hesiod. frgm. 29 Pind. I. 4, 38 Herodot. 7, 213; dazu praes. activ., φράζει Herodot. 6, 100, imperf. ἔφραζε 4, 113; perf. πέφρακα Isocrat. Philipp. p. 101; fut. φράσεις Aristoph. Vesp. 335, φράσων Soph. Tr. 1122; perf. med. πέφρασμαι Aeschyl. Suppl. 438; perf. pass. πέφρασται Isocrat. Ἀντιδ. §. 195, τὸ μήπω πεφρασμένον Isocrat. Περὶ τοῦ ζεύγ. p. 355; praes. pass. μαϑεῖν τὰ φραζόμενα καὶ δεικνύμενα Xen. Cyrop. 4, 3,11. Das med. ist in Att. Prosa nicht gebräuchlich. – Das activ. hat bei Hom. nach Aristarchs Ansicht überall die Bedeutung » anzeigen«, διασημαίνειν, indicare, niemals die Bedeutung » sagen«, εἰπεῖν, und eben so wenig die Bedeutung des physischen » Zeigens«. welche denn doch wohl die ursprüngliche gewesen sein wird, und welche man versucht sein könnte in mehreren Homerischen Stellen anzunehmen, z. B. in der berühmten Stelle Iliad. 14, 500 ὁ δὲ φὴ κώδειαν ἀνασχών πέφραδέ τε Τρώεσσι καὶ εὐχόμενος ἔπος ηὔδα, er hob den Kopf wie eine κώδεια in die Höhe, zeigte ihn den Troern und sprach. Man vgl. z. B. Odyss. 7, 22. 29. 49, ὦ τέκος, οὐκ ἄν μοι δόμον ἀνέρος ἡγήσαιο Ἀλκινόου, τοιγὰρ ἐγώ τοι, ξεῖνε πάτερ, δόμον ὅν με κελεύεις δείξω, οὗτος δή τοι, ξεῖνε πάτερ, δόμος, ὅν με κελεύεις πεφραδέμεν; warum könnte hier πεφραδέμεν nicht das physische » zeigen« sein? – Daß φράζω bei Hom. niemals » sagen« heißt, ist unzweifelhaft. Odyss. 1, 273 heißt μῦϑον πέφραδε πᾶσι »lege Allen den Sachverhalt dar«, »zeige an«, nicht »sprich das Wort«. Aehnlich πέφραδε μῦϑον oder μύϑῳ Odyss. 8, 142, welchen Vers übrigens nach Schol l. Didym. Zenodot, Aristophanes Byz. und Aristarch nicht kannten. – Das medium heißt »sich Etwas zeigen«, »sich Etwas anzeigen«, d. h. wahrnehmen, finden, erfinden, entdecken, ersinnen, überlegen, denken. Man kann dies »wahrnehmen« bei Hom. wohl überall vom rein Geistigen verstehn; doch sind auch hier wieder einige Stellen, wo es vielleicht eben so gut vom Physischen verstanden werden kann, z. B. Iliad. 10, 339 τὸν δὲ φράσατο προσιόντα Ὀδυσεύς. – Iliad. 1, 83 schrieb Zenodot σὺ δὲ φράσον εἴ με σαώσεις, »zeige mir an, ob du mich schützen wirst«, Aristarch dagegen σὺ δὲ φράσαι εἴ με σαώσεις, »überlege es dir, ob du mich schützen wirst«, s. Scholl. Aristonic. Ueber die ganze Aristarchische Lehre von der Bedeutung des Wortes s. Lehrs Aristarch. ed. 2 p. 84. – Neben δεικνύναι H. h. Ven. 128; ἐς χῶρον, ὃν φράσε Κίρκη Od. 11, 22; vgl. Il. 23, 138; ᾑ οἱ Ἀϑήνη πέφραδε δῖον ὑφορβόν Od. 14, 3; σήματα πέφραδε, 19, 250. 23, 206. 24, 346; τῇ χειρὶ φράζειν, mit der Hand andeuten, ein Zeichen geben, Her. 4, 113; φράσσατέ μοι δόμους, zeiget sie mir, Pind. P. 4, 117; kundmachen, ϑεοῖσι δὲ πᾶσι μετελϑὼν πεφράδοι Il. 14, 335; λόγον τινί, Pind. Ol. 2, 66; εἰ ῥητὸν φράσον Aesch. Prom. 767; σοὶ πρῶτον, Ἰοῖ, πολύδονον πλάνην φράσω 790; Soph. Phil. 49 u. sonst, wie Eur.; in Prosa, ἔφρασαν οὐδὲν τοῖσι ἀγγέλοις Her. 9, 10; ἔφρασέ οἱ τὴν ἀτραπόν 7, 213; φράζει αὐτοῖς πάντα τὰ παρεόντα πρήγματα 6, 100; φράσαι κάλλιστα περί τινος, Isocr. 2, 41; Plat. Polit. 262 c; τὰ τοιαῦτα τοῖς μαϑηταῖς ἐπὶ σχολῆς φράζουσιν Theaet. 180 b; φράζε Λυσίᾳ ὅτι Phaedr. 278 b; τόδε δέ μοι φράζε ἔτι σαφέστερον Legg. I, 626 b; ἀλλ' ἐγὼ πειράσομαι φράσαι ὅ γέ μοι φαίνεται εἶναι ἡ ῥητορική Gorg. 463 e; Xen. u. A.; ἔπεμψεν ἐπιστολὴν φράζο υσαν ὡς μὴ δέοι Plut. Timol. 7; – c. inf., befehlen, hei ßen, ἵνα γάρ σφιν ἐπέφραδον ἠγερέεσϑαι Il. 10, 127; Od. 8, 68; absolut, c. dat. der Person, δὴ γάρ μοι ἐπέφραδε πότνια Κίρκη 10, 549; vgl. Aesch. Eum. 593; einen Rath geben, eingeben, Soph. El. 190; vom Orakel, Ar. Equ. 1037 Plut. 46. – Häufig bei Dichtern und Her. im med. φράζομαι, φραζέσκετο H. h. Apoll. 19. 485, ἐφρασάμην, ἐφράσϑην, πέφρασμαι; εὔκηλος τὰ φράζεαι ἅσσ' ἐϑέλῃσϑα Il. 1, 554; οὐ γὰρ ἔτ' ἀμ φὶς ἀϑάνατοι φράζονται 2, 14, verschiedener Meinung sein; ἐπίφρονι βουλῇ φραζόμεϑ' Ἀργείοισιν ὅπως ὄχ' ἄριστα γένοιτο Od. 3, 129; 17, 279. 20, 43. 23, 122; Aesch. Ch. 111. 585; Soph. Ant. 1035; Eur. u. Ar.; φράζεσϑαι βουλάς, Od. 11, 510; ϑυμῷ Il. 16, 646; ὄφρ' ἄλλην φράζωνται ἐνὶ φρεσὶ μῆτιν 9, 423; μετὰ φρεσίν Hes. Op. 688; σοὶ κακὰ φράζονται, sie ersinnen dir Übles, Od. 2, 367; φραζέσϑην μνηστῆρσιν ὑπερφιάλοισιν ὄλεϑρον 13, 373; ἡμῖν φραζομένη ϑάνατον 24, 127; ὄνειαρ 4, 444; τινὶ ἠρίον, Einem ein Grabmahl zu setzen beschließen, Il. 23, 126; αὐτὸς ἐγὼ φράσομαι ἔργον τε ἔπος τε 15, 234; τὰ μὲν νοέω καὶ φράσσομαι, ἅσσ' ἂν ἐμοί περ αὐτῇ μηδοίμην Od. 5, 188; φράσ-σεται, ὥς κε νέηται 1, 205; meinen, sich einbilden, οὐ γὰρ ἔτ' ἄλλον φράζετο τοῦδέ τί μοι χαλεπώτερον εἶναι ἄεϑλον 11, 624; bemerken, wahrnehmen, τὸν δὲ φράσατο προςιόντα, Il. 10, 339; 15, 671. 23, 450. 453. 24, 352 Od. 17, 161; ἐφράσϑη καὶ εἰς ϑυμὸν ἐβάλετο Her. 1, 84, vgl. 5, 92. 7, 46. 9, 19; – erkennen, einsehen, begreifen, οἱ δ' ἐπεὶ ἀλλήλους εἶδον, φράσσαντό τε πάντα Od. 10, 453; εὖ νυ καὶ αὐτὸς ἐγὼ φράσομαι καὶ εἴσομ' ἑκάστην 19, 501; vgl. 21, 222. 12, 75. 114; τὶ ὀφϑαλμοῖς, 24, 217; τὶ ϑυμῷ, 24, 391; beobachten, im Auge behalten, 22, 129; sich wovor hüten, φράσσασϑαι ξύλινον λόχον Orac. bei Her. 3, 57; Pind. I. 1, 68; ἐφράσϑη N. 5, 34; λάβε, φράζου Aesch. Eum. 125; c. gen., voraussehen, ahnen, Arat. 744 χειμῶνος ἐφράσσατο.
-
8 αποδεχομαι
ион. ἀποδέκομαι1) принимать(ἄποινα Hom.; τὰ προσιόντα χρήματα Arph.; τοὺς πρεσβευτάς Polyb.; ὑπερφυῶς τινα Plut.)
2) воспринимать, тж. выслушивать, понимать(ὀρθῶς τι Xen.; γνώμην παρά τινος Her.; τὸν παρά τινος λόγον Plat.)
πῶς ἀποδεκτέον λόγων τέχνης ; Plat. — как следует понимать искусство слова?3) благосклонно выслушивать, соглашаться, признавать, одобрять(κατηγορίας Thuc.; ἀπόκρισιν Plat.)
ἀ. τινος τοὐναντίον λέγοντος Plat. — соглашаться с тем, кто говорит обратное;οὐδὲν ἀ. τῶν εἰκῇ λεγομένων Isocr. — не выносить праздной болтовни -
9 προσειμι
I[εἰμί] (inf. προσεῖναι, impf. προσῆν, fut. προσέσομαι)1) быть прибавленным, добавлятьсяπροσέσται (τοῖς λόγοις) τι καὴ τῆς ἐμῆς ὄφιος Her. — к рассказам (египетских жрецов) присоединится и кое-что из моих собственных наблюдений
2) быть сопряженным, быть свойственным, относитьсяοὐχ ἅπαντα τῷ γήρᾳ κακὰ πρόσεστιν Eur. — не одни лишь невзгоды сопряжены со старостью;
τῇ βίᾳ πρόσεισιν ἔχθραι Xen. — с насилием связана ненависть3) быть в наличии, присутствовать, существоватьγνώμη εἴ τις κἀπ΄ ἐμοῦ πρόσεστι Soph. — если есть и во мне хоть капля разума;
ὡς ἂν ἀγνοία προσῇ Soph. — чтобы остаться неузнанным;τύχη μόνον προσείη Arph. — пусть только счастье (нам) сопутствует;τῷ προσιόντι (от προσιέναι) προσεῖναι Hes. — быть в готовности перед нападающим;ὃ προσὸν ἢ μέ προσὸν μηδὲν ποιεῖ ἐπίδηλον Arst. — то, присутствие или отсутствие чего не замечается4) быть собственностью, принадлежатьἢν δέ τι προσεργασώμεθα, καὴ ταῦτα προσέσται Xen. — если же мы еще кое-что заработаем, и это будет наше;
τὰ προσόντα τινί Dem. чья-л. — собственность5) быть в излишкеτὸ προσόν Dem. — излишек, остаток
II[εἶμι] (inf. προσιέναι, impf. προσῄειν, fut. πρόσειμι, imper. πρόσιθι)1) подходить, подступать, приближаться(σιγῇ Xen.; δῶμα Aesch. и δόμους Eur.)
πρόσιθι Eur. — подойди;π. τινί, εἴς и πρός τινα Her., Trag., Plat. — подходить, приходить, приближаться или обращаться к кому-л.;τὸ π. καὴ ἀπιέναι Arst. — приход и уход2) выступать с речью(π. πρὸς δῆμον или π. τῷ δήμῳ Xen.)
3) ( о времени) приближаться, наступать(ἐπεὰν προσίῃ ὅ τεταγμένος χρόνος Her.)
ἐπεὴ δὲ ἑσπέρα προσῄει Xen. — когда наступил вечер4) наступать, нападать(τῇ πόλει, πρός и ἐπί τινα Xen.)
5) приступать, принимать участиеπ. πρὸς τέν πολιτείαν Aeschin. и π. τῇ πολιτείᾳ Plut. — принимать участие в государственных делах
6) присоединяться, примыкать(τινί Thuc.)
7) ( о доходах) поступатьτὰ προσιόντα (χρήματα) Arph. — поступления, доходы;
προσιόντων ἑξακοσίων ταλάντων ἄνευ τῇς ἄλλης προσόδου Thuc. — так как (ежегодно) поступало шестьсот талантов, не считая других доходов -
10 φραζω
(aor. ἔφρᾰσα - эп. φράσα и ἔφρασσα, эп. aor. 2 (ἐ)πέφραδον, pf. πέφρᾰκα; med.: aor. ἐφρασάμην и ἐφράσθην - эп. φρασάμην и ἐφρασσάμην, fut. φράσομαι - эп. φράσσομαι, pf. πέφρασμαι)1) указывать, объяснять(οὐχ ἁπλῶς εἰπεῖν, ἀλλὰ σαφῶς φράσαι Isocr.)
φ. τί τινι, πρός τινα и τινά Her., Isocr., Arph.; — объяснять что-л. кому-л.;σήματα φ. Hom. — перечислять признаки;φ. τῇ χειρί Her. — делать знак(и) рукой, объяснять жестами;φράσαι τέν ἀτραπὸν τέν φέρουσαν ἐς Θερμοπύλας Her. — указать тропинку, ведущую в Фермопилы;φράζε δέ τί φής или φράσον δ΄ ἅπερ ἔλεξας Soph. — объясни же, что ты говоришь;πυνθανομένοις τι διὰ μαντικῆς φ. Xen. — давать вопрошающим прорицания;φράσαι διὰ τῶν γραμμάτων Plut. — изложить письменно2) говорить, сообщать, объявлятьμῦθον πέφραδε πᾶσι Hom. — объяви всем;
φράζει, ὅτι ἔνδον ἐστί Lys. — (она) сообщает (мне), что (он) здесь;εἰ ῥητόν, φράσον Aesch. — если можно, скажи;τῆς μητρὸς ἥκω τῆς ἐμῆς φράσων ἐν οἷς νῦν ἐστιν Soph. — я пришел рассказать (тебе), что с моей матерью;φ. τινὴ πάντα τὰ παρεόντα πρήγματα Her. — сообщать кому-л. все о положении дел3) подсказывать, советовать(ἔρος ἦν ὅ φράσας Soph.)
4) приказывать, распоряжаться(τινι ποιεῖν τι Thuc., Xen.)
5) med. узнавать, получать сведенияἐξ ἑτέρων μῦθον ἔχειν φράσασθαι Eur. — узнать (о чём-л.) из чужих рассказов;
φράζευ λογίων ὁδόν Arph. — пойми смысл (вещих) слов6) med. узнавать, распознавать7) med. замечать, видетьτὸν φράσατο προσιόντα Hom. — (Одиссеи) заметил приближающегося человека8) med. внимательно осматриваться, остерегаться(φράσσασθαι λόχον Her.)
φράζου μέ πόρσω φωνεῖν Soph. — смотри, ни слова больше;φράσσαι τινά, μέ σε δολώσῃ Arph. — берегись, как бы кто-л. тебя не перехитрил9) med. думать, размышлятьφράζεσθαί τι θυμῷ или ἐνὴ φρεσί Hom. — обдумывать что-л. про себя;
ἀμφὴς φράζεσθαι Hom. — расходиться в мнениях10) med. замышлять, задумывать(κακά τινι, τινι ὄλεθρον Hom.)
φράσσασθαι ἠρίον τινί Hom. — задумать (воздвигнуть) гробницу кому-л. -
11 ἐμπείρων
1 experienced γλυκὺ δὲ πόλεμος ἀπείροσιν, ἐμπείρων δέ τις ταρβεῖ προσίοντά νιν ( πεπειραμένων Eustath.) fr. 110. -
12 καρδία
1 heartἐνέπεξαν ἕλκος ὀδυναρὸν ἑᾷ πρόσθε καρδίᾳ P. 2.91
fig., of the feelings:καρδίᾳ γελανεῖ ἀκαμαντόποδός τ' ἀπήνας δέκευ Ψαύμιός τε δῶρα O. 5.2
πολλὰ δ' ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι πολυάνθεμοι ἀρχαῖα σοφίσμαθ O. 13.16
βιατὰς Ἄρης ἰαίνει καρδίαν κώματ P. 1.11
ἔστασαν ὀρθὰν καρδίαν P. 3.96
ὁπόταν τις ἀμείλιχον καρδίᾳ κότον ἐνελάσῃ P. 8.9
θρασείᾳ δὲ πνέων καρδίᾳ μόλεν P. 10.44
οὐδ' ἀμόχθῳ καρδίᾳ προσφέρων τόλμαν παραιτεῖται χάριν N. 10.30
τις ταρβεῖ προσιόντα νιν καρδίᾳ περισσῶς fr. 110. ἢ σιδάρου κεχάλκευται μέλαιναν καρδίαν ψυχρᾷ φλογί fr. 123. 5. γλυκεῖά οἱ καρδίαν ἀτάλλοισα γηροτρόφος συναορεῖ Ἐλπίς fr. 214. 1. πάρος μέλαιναν καρδίαν ἐστυφέλιξεν (sc. θεός) fr. 225. -
13 νιν
a = αὐτόν. νιν καθαροῦ λέβητος ἔξελε Κλωθώ Pelops O. 1.26 ἄφθιτον θέν νιν (coni. Bergk, Mommsen: θέσαν αὐτόν codd.) O. 1.64 λάχναι νιν μέλαν γένειον ἔρεφον Pelops O. 1.68 ἐς γαῖαν πορεύεν θυμὸς ὥρμα Ἰστρίαν νιν Herakles O. 3.26 τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν Herakles *O. 3.33 ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω νιν Diagoras *O. 7.83 ἀλλά νιν ὕβρις ὦρσεν Ixion P. 2.28 “ οὐδ' ἀπίθησέ νιν” (ἱν coni. Hermann, cf. N. 1.66: “Parmi les solutions... il en est une...: c' est d' admettre que νιν a pu avoir la valeur d' un datif.” Des Places, 23, cf. Soph. fr. 471, Hesiod, fr. 11) P. 4.36 πῦρ δέ νιν οὐκ ἐόλει Jason P. 4.233 ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει. εὖυ νιν ἔγνωκεν (sc. Δαμόφιλος) P. 4.287 σύ τοί νιν μετανίσεαι (= πλοῦτον) P. 5.6 εὔχομαί νιν Ὀλυμπίᾳ τοῦτο δόμεν γέρας Zeus P. 5.124 σύ τοι σχεθών νιν ἐπὶ δεξιὰ χειρὸς ( νῦν v. l., νυν Bergk: “ νιν τὴν νίκην recte Dissen” Schr., probante Wil.) P. 6.19 “ θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον” Aristaios P. 9.63 ἅ νιν εὔφρων δέξεται Telesikrates P. 9.73 Ἰόλαον οὐκ ἀτιμά- σαντά νιν (= καιρόν) P. 9.80 ὑδάτων τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα Herakles P. 9.88 ἐκ δὲ τελευτάσει νιν ἤτοι σάμερον δαίμων (= ὄλβον) P. 12.29 καί τινα φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (loc. susp.: μόρῳ coni. Boeckh: μόρον codd.: φᾶ ἑ δᾳώσειν Wil.) N. 1.66 νιν εὐθυπομπὸς αἰὼν ταῖς μεγάλαις δέδωκε κοσμὸν Ἀθάναις Timodemos N. 2.7 Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον Timasarchos N. 4.21ὕμνησαν Πηλέα θ, ὥς τέ νιν ἁβρὰ Κρηθεὶς Ἱππολύτα δόλῳ πεδᾶσαι ἤθελε N. 5.26
πύκταν τέ νιν καὶ παγκρατίῳ φθέγξαι ἑλεῖν Ἐπιδαύρῳ διπλόαν νικῶντ' ἀρετάν Themistios N. 5.52 βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε Kreontidas N. 6.42 ἵνα κρεῶν νιν ὕπερ μάχας ἔλασεν ἀντιτυχόντ' ἀνὴρ μαχαίρᾳ Neoptolemos N. 7.42 πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν Aiakos N. 8.8 ἀλλ' οὔ νιν φλάσαν Polydeukes N. 10.68 περᾶσσαί νιν (coni. Dissen: περάσαι σὺν codd.: Aristagoras) N. 11.10 ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ Asopodoros I. 1.36 ἁδυπνόῳ τέ νιν ἀσπάζοντο φωνᾷ Nikomachos I. 2.25 σὺν Ὀρσέᾳ δέ νιν κωμάξομαι Melissos I. 4.73 “ καί νιν κέκλευ ἐπώνυμον εὐρυβίαν Αἴαντα” I. 6.53 φαίης κέ νιν Lampon I. 6.72 ἐπεί νιν Ἀλκαθόου τ' ἀγὼν ἐν Ἐπιδαύρῳ τε νεότας δέκτο Kleandros I. 8.67 ]Ἴλιον πᾶσάν νιν ἐπὶ π[έδον] κατερεῖψαι Πα. 8A. 22. καὶ γὰρ ὁ πόντιος Ὀρς[ιτ]ρίαινά νιν περίαλλα βροτῶν τίεν Teneros Πα... ]α φυγόντα νιν καὶ μέλαν ἕρκος ἅλμας[ Δ. 1. 1. ]σσέ νιν ὑπάτοισιν βουλεύμασι Perseus Δ.. 3. ταρβεῖ προσιόντα νιν fr. 110. combined with αὐτόν, emphatic, κατὰ γαἶ αὐτόν τέ νιν καὶ φαιδίμας ἵππους ἔμαρψεν Amphiareus O. 6.14 δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος αὐτόν τέ νιν. Midas P. 12.6b = αὐτήν. Οὐρανὸς δ' ἔφριξέ νιν Athena O. 7.38 κάρυξ ἀνέειπέ νιν Aitna P. 1.32 ἔσσεσθαι στεφάνοισί νιν ἵπποις τε κλυτὰν (Aitna: supp. Heyne, om. codd.) P. 1.37 ἐδαμάσσατό νιν Koronis P. 3.35 “ἦ μάν νιν ὤτρυνον φυλάξαι” (= βώλακα) *P. 4.40 “ εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε” *P. 4.43 “ πεύθομαι γάρ νιν Πελίαν ἀποσυλᾶσαι” (= τιμάν) P. 4.109 τόθι νιν θῆκε δέσποιναν χθονὸς ( νυν v. l.: Cyrene) P. 9.6 κίχε νιν λέοντί ποτ' παλαίοισαν Cyrene P. 9.26 “ τίς νιν ἀνθρώπων τέκεν;” Cyrene P. 9.33 “ ἔνθα νιν ἀρχέπολιν θήσεις” Cyrene P. 9.54 ἐν Πυθῶνί νιν εὐθαλεῖ συνέμειξε τύχᾳ Cyrene P. 9.71 πότερόν νιν ἄρ' Ἰφιγένεἰ ἔκνισεν; Klytaimnestra P. 11.22 χρή νιν εὑρόντεσσιν ἀγάνορα κόμπον μὴ φθονεραῖσι φέρειν γνώμαις (= ἀρετάν) *I. 1.43 σὺν θεῶν δέ νιν αἴσᾳ στρατὸς ἐκτίσσατο Aigina I. 9.1 ἐπέβα νιν Delos fr. 33d. 5. ] νιν Βαβυλῶνος ἀμείψομαι Keos Pae. 4.15c = αὐτό. τὺ δὲ σάφα νιν ἔχεις ( τὸ πλουτεῖν) P. 2.57δέρμα λαμπρὸν ἔννεπεν ἔνθα νιν ἐκτάνυσαν P. 4.242
ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν (= μέλος) P. 12.22d = αὐτούς. ἄριστος εὐφροσύνα πόνων κεκριμένων ἰατρός· αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες ἀοιδαὶ θέλξαν νιν ἁπτόμεναι (τὸ νίν Ἀρίσταρχος ἐπὶ τῆς εὐφροσύνης ἀκούει, ἄμεινον δέ, φησὶν ὁ Δίδυμος, ἐπὶ τῶν πόνων ἀκούειν τὴν νίν Σ.) N. 4.3 ὅστις δὴ τρόπος ἐξεκύλισέ νιν (Apoll. Dysk., de pron., p. 84, 7 Schn., ἔτι καὶ ἡ νίν τάσσεται ἐπὶ πλήθους) fr. 7. [e = αὐτῷ, v. P. 4.36, N. 1.66]f fragg. ]ύοντές νιν εκ[ Πα. 13. b. 20. ]καί νιν ορει[ Πα. 22a. 2. ] τε νιν ποθ[ (Π̆{S}: μιν Π.) *Θρ. 5a. 7. ]αιων οὐδέ μ[ιν (supp. Lobel) *fr. 51f. c. 5. -
14 περισσός
1 too muchστάθμας δέ τινος ἑλκόμενοι περισσᾶς P. 2.91
n. pl. pro adv., exceedingly,βάρυνθεν δὲ περισσὰ Δελφοὶ ξεναγέται N. 7.43
sim., -ῶς, σοφοὶ δὲ καὶ τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος αἴνησαν περισσῶς fr. 35b. ἐμπείρων δέ τις ταρβεῖ προσιόντα νιν καρδίᾳ περισσῶς fr. 110. -
15 πρόσειμι
1 come towards ταρβεῖ προσιόντα νιν (= πόλεμον) fr. 110. -
16 ταρβέω
1 be afraid of ἐμπείρων δέ τις ταρβεῖ προσιόντα νιν καρδίᾳ περισσῶς (sc. πόλεμον) fr. 110. -
17 μέτωπον
A the space between the eyes (Arist.HA 491b12), brow, forehead,ὁ δὲ προσιόντα [ἤλασεν] μέτωπον ῥινὸς ὑπὲρ πυμάτης Il.13
. 615, etc.;στίγματα ἔχων ἐν τῷ μ. IG42(1).121.48
(Epid., iv B.C.);χαλάσας τὸ μ. Ar.V. 655
; mostly of men, but of a horse in Il.23.454, cf. S.El. 727; of a boar, X.Cyr.1.4.8; of a dog, Id.Cyn.4.1: in pl., of a single person, Od.6.107, E.Hel. 1568, etc.;τὰ μέτωπ' ἀνέσπασεν Ar.Eq. 631
.2 metaph., γαίας μ., of Etna, Pi.P.1.30.II front, face of anything, as a wall or building, Hdt.1.178, 2.124; τεῖχος ὡς ἐπὶ δέκα σταδίους.. μ. ἕκαστον measuring 10 stades on each face, Id.9.15, cf. IG22.463.66, 7.4255.19, BCH20.324.65 (Lebad.); τὰ μ. τῶν κλιμακτήρων vertical faces of the steps, IG22.244.80; wall extending inwards between two doors, ib.1657.3, 1668.23,59 (dub. sens. in 12.372.30); front or front-line of an army, fleet, etc., A.Pers. 720, etc.; εἰς μ. στῆναι to stand in line, X.Cyr.2.4.2; ἐπὶ μετώπου διιέναι, opp. ἐπὶ κέρως or κέρας (in column), ib.2.4.3; ἐν μετώπῳ καθιστάναι, παρατάξασθαι, ib.2.4.4, HG2.1.23.III = χαλβάνη, or the reed or wood which yields it, Dsc.1.59,3.83.2 v.l. for νέτωπον (q.v.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μέτωπον
-
18 συλλήβδην
συλλήβδην, Adv.A collectively, in sum, in short, Thgn.147 (= Phoc. 17);βραχεῖ δὲ μύθῳ πάντα σ. μάθε A.Pr. 505
;ταῦτα ἐπράθη σ. ἅπαντα IG12.325.21
;ἀγαθὰ σ. ἅπαντά σοι φέρω Ar.Pl. 646
;τὸν φόρον.. σ. τὸν προσιόντα Id.V. 657
(anap.);ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἀσέβεια καὶ σ. πᾶν τὸ ἐναντίον τῆς.. ἀρετῆς Pl.Prt. 324a
, cf. 325c;σ. διδάσκειν Isoc.4.29
; opp. κατὰ σμικρόν (little by little), Pl.R. 344b; opp. καθ' ἓν ἕκαστον, X.Oec.19.14.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συλλήβδην
-
19 φόρος
A that which is brought in by way of payment, tribute,φόρου ἀπαγωγή Hdt.1.6
,27, cf. IG12.65.2, al., Th.1.96, etc.; ξυμμάχους φόρου ὑποτελεῖς subject to pay tribute, Id.1.56; φόρον ὑποτελέειν to pay tribute, Hdt.1.171, cf. Isoc.12.116; (anap.); , X.An.5.5.7, Ath.2.1;πόλεις ἃς οἱ ἰδιῶται ἐνέγραψαν φ. φέρειν IG12.212.88
; φ. τάξασθαι to agree to pay it Hdt.3.13; φόρον ταῖς πόλεσι τάξαι to fix their quotas of tribute, And.4.11, cf. Isoc.4.120, D.23.209, Aeschin.2.23; φ. δέχεσθαι to receive it, Th.1.96 (of the Ἑλληνοταμίαι), cf. X.Ath.3.2; φ. προσῄει it came in, And. 3.9;τὸν φ. ἀπὸ τῶν πόλεων τὸν προσιόντα Ar.V. 657
(anap.): pl.,φόροι ἥκουσιν Id.Ach. 505
, cf. Eq. 313 (troch.): ὁ βασιλικὸς φ., at Sparta, Pl.Alc.1.123a.2 generally, any payment,φόρον ἀπέφερον τῷ δήμῳ X.Smp.4.32
; κατὰ φόρους by instalments, Senatus consultum ap.Plb.18.44.7; ἐπιβαλλειν φ. impose a forced levy, Plu. Ant.24. -
20 φράζω
Aφράζον Pi.N.1.61
: [tense] fut. φράσω [pron. full] [ᾰ] A.Pr. 781, etc.: [tense] aor. 1 , h.Merc. 442, Hdt.2.150, etc.; poet. φράσα [pron. full] [ᾰ] Od.11.22, A.Ag. 231 (lyr.); imper.φράσσατε Pi. P.4.117
: [tense] pf.πέφρᾰκα Isoc.5.93
, Phld.Po.5.23: [dialect] Ep. [tense] aor. πέφρᾰδον, ἐπέφραδον used by Hom. mostly in [ per.] 3sg., Il.14.500, al. (in Od.1.273, 8.142, πέφραδε is imper.); opt.πεφράδοι Il.14.335
; inf. πεφραδέειν, πεφραδέμεν, Od.19.477, 7.49; [ per.] 1sg. ἐπέφραδον only Il.10.127: also [tense] aor. 1 part. gen. φράδαντος dub. in IG5(2).261.15 (Mantinea, vi B. C.):— [voice] Med. and [voice] Pass., φράζομαι, [dialect] Ep. imper. φράζεο, φράζευ, Il.5.440, 9.251; inf.φράζεσθαι Od.1.294
: [dialect] Ep.[ per.] 3sg. [tense] impf. φράζετο, φραζέσκετο, 11.624, h.Ap. 346: [tense] fut. φράσομαι [pron. full] [ᾰ] Il.15.234, [dialect] Ep.φράσσομαι Od.16.238
: [tense] aor.1ἐφρᾰσάμην 17.161
, [dialect] Ep.φρᾰσάμην 23.75
; [ per.] 3sg. and pl. ἐφράσσατο, φράσσαντο, 4.529, Il.15.671; imper.φράσαι Od.24.331
, A.Ch. 113; [dialect] Ep. [ per.] 3sg. subj.φράσσεται Od.24.217
; [dialect] Ep. inf. φράσσασθαι Orac. ap. Hdt.3.57: [tense] aor. [voice] Pass.ἐφράσθην Od.19.485
, Hdt.1.84, E.Hec. 546: [tense] pf. πέφρασμαι (in med. sense) A.Supp. 438, (in pass. sense) Isoc.15.195; part.,προ-πεφραδμένος Hes.Op. 655
.—The [tense] aor. [voice] Med. is chiefly [dialect] Ep., also Archil.94, Sol.5.4, 34.1, A.Ch. 113, E.Med. 653 (lyr.):—point out, show (never say, tell, in Hom. acc. to Aristarch.),ἐς χῶρον ὃν φράσε Κίρκη Od.11.22
, cf. Il.23.138, Od.15.424; also, show the way to, show where to find, , cf. 8.68;σήματ'.., τά οἱ ἔμπεδα πέφραδ' Ὀδυσσεύς
showed,19.250
; μῦθον πέφραδε πᾶσιν show, make known the word to all, 1.273, cf. 8.142;δεῖξε καὶ ἔφρασε h.Ven. 128
; φράσσατέ μοι δόμους show me them, Pi.P.4.117;ἔφρασε τὴν ἀτραπόν Hdt.7.213
;κόποι αὐτόματοι φράζουσι νούσους Hp.Aph.
2.5;δμώων δή τινα.. μοι φράσον Theoc.25.47
;τὸ παράδειγμα ὃ ἂν φράζῃ ὁ ἀρχιτέκτων IG22.1668.96
: abs.,φωνῆσαι μὲν οὐκ εἶχε, τῇ δὲ χειρὶ ἔφραζε Hdt.4.113
;ἀντὶ φωνῆς φράζε.. χερί A.Ag. 1061
.2 show forth, tell, declare, λόγον, ἔπος, ὄνομα, Pi.O.2.60, A.Pers. 173 (troch.), Supp. 320;φ. τοῖσι ἥκουσι τὰ πρήγματα Hdt.6.100
;ἑλοῦ γάρ, ἢ πόνωντὰ λοιπά σοι φράσω σαφηνῶς, ἢ τὸν ἐκλύσοντ' ἐμέ A.Pr. 781
;τιπρός τινα Hdt.1.68
, Ar.Nu. 359 (anap.), etc.: c. dupl. acc.,φ. τινά τι Isoc. 15.100
; τι Pl.Phdr. 267b;περί τινος Isoc.15.117
(v. infr.);ἐπί τινος Id.Ep.6.8
: rarely c. gen., tell of,τῆς μητρὸς ἥκω τῆς ἐμῆς φράσων, ἐν οἷς νῦν ἐστι S.Tr. 1122
: folld. by a relat. clause, φ. ὅτι .. Lys.1.23, Pl.Phdr. 278b, etc.;φ. ὡς δεῖ γεωργεῖν X.Oec.16.8
;φ. οἷ' ἐπορσύνθη κακά A.Pers. 267
, cf. Pr. 995, etc.; with double constr.,φ. τό τε ὄνομα καὶ ἐν ᾗ κώμῃ οἰκοῦσιν PRev.Laws 29.5
(iii B. C.): rarely c. part.,πεφραδέειν πόσιν ἔνδον ἐόντα Od.19.477
; : later c. acc. et inf., Phld. l.c.; explain (opp. λέγω, which means simply speak, say), φράσον ἅπερ γ' ἔλεξας declare, explain what thou didst say, S.Ph. 559;φράζε δὴ τί φῄς Id.OT 655
;φράζουσιν ἃ λέγει X.An.2.4.18
;φράζε λόγῳ S.Ph.49
, Pl.Lg. 814c;οὐχ ἁπλῶς εἰπεῖν ἀλλὰ σαφῶς φράσαι περὶ αὐτῶν Isoc.15.117
, cf. Ep.1.2;σαφῶς φ. τοῖς βουλομένοις συνιέναι Aeschin.1.129
; of teachers, Antipho 6.13, Pl.Tht. 180b; of oracles, Ar.Eq. 1048, Pl.46, Pl.Lg. 923a, etc.; of letters, Plu.Cic.15: abs., τοῦτο φράζει ὅτι this signifies that.., X.Smp.8.30.3 c. dat. pers. et inf., tell one to do so and so,ἵνα γάρ σφιν ἐπέφραδον ἠγερέθεσθαι Il. 10.127
; δὴ γάρ μοι ἐπέφραδε.. Κίρκη (sc. ἰέναι) Od.10.549;τοῖς ἀνθρώποισι φ. σιγᾶν Ar. Pax98
(anap.);τὰ ὅπλα ὑπολαβεῖν Th.6.58
, cf. 3.15.4 abs., give counsel, advise, suggest,δόλος ἦν ὁ φράσας S.El. 197
(lyr.).II [voice] Med. and [voice] Pass., indicate to oneself, i.e. think or muse upon, consider, ponder, [dialect] Ep., [dialect] Ion., Trag., but not in [dialect] Att. Prose;εὔκηλος τὰ φράζεαι ἅσσ' ἐθέλῃσθα Il.1.554
; φράζεσθαι βουλήν, βουλάς, 18.313, Od.11.510;ἐνὶ φρεσὶ μῆτιν ἀμείνω Il.9.423
;πάντα μετὰ φρεσίν Hes.Op. 688
;θυμῷ Il.16.646
;ἐφράσθη καὶ ἐς θυμὸν ἐβάλετο Hdt.1.84
; bethink thee,S.
El. 383; ἀμφὶς φ. to think differently, Il.2.14: folld. by εἰ c. [tense] fut. indic., consider whether.., 1.83, Od.10.192.2 purpose, plan, contrive, φ. τινὶ κακά, θάνατον, ὄλεθρον, 2.367, 3.242, 13.373;μέγ' ὄνειαρ 4.444
;ἐσθλά Il.12.212
;φράσσατο Πατρόκλῳ μέγα ἠρίον 23.126
; φράσσεται ὥς κε νέηται will contrive how.., Od.1.205;φ. ὅπως ὄχ' ἄριστα γένοιτο 3.129
, cf. S.Aj. 1041.3 c. acc. et inf., think, suppose, believe, imagine that.., Od.11.624;οὐκ ἐφράζετο δυνατὸς εἶναι Hdt.3.154
.4 perceive, observe,οἷον ἐγὼν οἰωνὸν.. ἐφρασάμην Od.17.161
; τὴν (sc. τὴν οὐλὴν)ἀπονίζουσα φρασάμην 23.75
; with a part.,τὸν δὲ φράσατο προσιόντα Il.10.339
, cf. 23.453: later c. gen.,χειμῶνος Arat.745
;πομπᾶς Theoc.2.84
: rarely c. part., ψυχὰν Ἀΐδᾳ τελέων οὐ φράζεται marks not that he will die, Pi.I.1.68.6 beware of, ξύλινον λόχον Orac. ap. Hdt. 3.57: freq. in imper., cave canem,Ar.
Eq. 1030 (hex.); φράσσαι κυναλώπεκα μή σε δολώσῃ ib. 1067 (hex.); (hex.), cf. Call.Lav.Pall.52: c. inf.,φράζου μὴ πόρσω φωνεῖν S.El. 213
(lyr.): abs., take care!A.
Eu. 130. (Perh. cf. Lith girdziù 'I hear', inf. girdēti.)
См. также в других словарях:
προσιόντα — πρόσειμι 1 sum pres part act masc acc sg πρόσειμι 1 sum pres part act neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσίοντα — πρό σέω pres part act neut nom/voc/acc pl (doric) πρό σέω pres part act masc acc sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσιόνθ' — προσιόντα , πρόσειμι 1 sum pres part act masc acc sg προσιόντα , πρόσειμι 1 sum pres part act neut nom/voc/acc pl προσιόντι , πρόσειμι 1 sum pres part act masc/neut dat sg προσιόντε , πρόσειμι 1 sum pres part act masc/neut nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσιόντ' — προσιόντα , πρόσειμι 1 sum pres part act masc acc sg προσιόντα , πρόσειμι 1 sum pres part act neut nom/voc/acc pl προσιόντι , πρόσειμι 1 sum pres part act masc/neut dat sg προσιόντε , πρόσειμι 1 sum pres part act masc/neut nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσίοντ' — προσίοντα , πρό σέω pres part act neut nom/voc/acc pl (doric) προσίοντα , πρό σέω pres part act masc acc sg (doric) προσίοντι , πρό σέω pres part act masc/neut dat sg (doric) προσίοντι , πρό σέω pres ind act 3rd pl (doric) προσίοντε , πρό σέω… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πρόσειμι — (I) ΜΑ [εἶμί] (ως μέλλ. τού προσέρχομαι) (σχετικά με θρησκεία) προσχωρώ, ασπάζομαι αρχ. 1. πορεύομαι, προχωρώ 2. βρίσκομαι κοντά, πλησιάζω («προσιόντων τῶν βαρβάρων πρὸς τὰς πύλας», Ηρόδ.) 3. προσεγγίζω, πηγαίνω προς κάποιον («Σωκράτει μὲν οὐκέτι … Dictionary of Greek
List of ancient tribes in Illyria — This is a list of ancient tribes in the ancient territory of Illyria (Ancient Greek: Ἰλλυρία). The name Illyrians seems to be the name of one Illyrian tribe, which was the first to come in contact with the ancient Greeks, causing the name… … Wikipedia
EST — Dei nomen, etiam apud Gentiles. Quo pertinet Fani Mainervae, quod Sai in Aegypto erat, inscriptio, a Plutarch. de Isid. et Osir. p. 354. relata, Ε᾿γὠ ἐιμὶ πᾶν τὸ γεγονὸς, καὶ ἦν καὶ ἐσόμενον, Ego sum, quod Exstitit, EST, Erit. Atqueve alia τȏυ Εἰ … Hofmann J. Lexicon universale
κατασιγάζω — (AM κατασιγάζω) 1. κάνω κάποιον να σωπάσει, επιβάλλω σιγή («κατασιγάζειν σάλπιγγα», Αιλ.) 2. καταπραΰνω, καταστέλλω (α. «κατασιγάζω τα πάθη» β. «ἐνίοτε φασὶν οἱ ἔμπειροι τὸν ἄρρενα προσιόντα τὴν θήλειαν κατασιγάζειν», Αριστοτ.) αρχ. παθ.… … Dictionary of Greek
φράζω — (I) και δωρ. τ. φράσδω και κρητ. τ. φράδδω και στους Ταραντίνους φράσσω Α 1. δείχνω, υποδεικνύω («ἐς χῶρον ὅν φράσε Κίρκη», Ομ. Οδ.) 2. φανερώνω, εκφράζομαι («ἐχθρᾷ λόγον φράσαις ἀνάγκᾳ», Πίνδ.) 3. εξηγώ, διευκρινίζω («φράσον, ἅπερ γ ἔλεξας», Σοφ … Dictionary of Greek