Перевод: с русского на греческий

с греческого на русский

τωρινός

  • 1 настоящий

    настоящий 1) (подлинный) πραγματικός, σωστός· \настоящийая дружба η πραγματική φιλία 2) (нынешний) τωρινός, σημερινός в \настоящийее время τώρα ◇ \настоящийее время грам. о ενεστώτας
    * * *
    1) ( подлинный) πραγματικός, σωστός

    настоя́щая дру́жба — η πραγματική φιλία

    2) ( нынешний) τωρινός, σημερινός

    в настоя́щее вре́мя — τώρα

    ••

    настоя́щее вре́мя — грам. ο ενεστώτας

    Русско-греческий словарь > настоящий

  • 2 современный

    современный 1) σύγχρονος, μοντέρνος; \современныйая литература η σύγχρονη φιλολογία; \современныйое положение η σύγχρονη κατάσταση 2) (теперешний) σημερινός, τωρινός
    * * *
    1) σύγχρονος, μοντέρνος

    совреме́нная литерату́ра — η σύγχρονη φιλολογία

    совреме́нное положе́ние — η σύγχρονη κατάσταση

    2) ( теперешний) σημερινός, τωρινός

    Русско-греческий словарь > современный

  • 3 настоящий

    настоящ||ий
    прил
    1. (теперешний) ἐνεστώς, τωρινός, παρών:
    в \настоящийее время σήμερα, τώρα· \настоящийее время грам. ὁ ἐνεστώς·
    2. (истинный, подлинный) ἀληθινός, ἀλη-θής, πραγματικός, γνήσιος:
    \настоящийий человек πραγματικός ἄνθρωπος.

    Русско-новогреческий словарь > настоящий

  • 4 нынешний

    ныне||шний
    прил разг σημερινός, τωρινός, ὁ φετεινός:
    \нынешнийшнее положение ἡ σημερινή κατάσταση· в \нынешнийшнем году́ τό τρέχον ἔτος, ἐφέτος· \нынешнийшняя зима ὁ φετεινός χειμώνας.

    Русско-новогреческий словарь > нынешний

  • 5 теперешний

    теперешн||ий
    прил разг ὁ σημερινός, ὁ τωρινός:
    \теперешнийее время ἡ σήμερον ἡμέρα, ἡ σημερινή ἐποχή.

    Русско-новогреческий словарь > теперешний

  • 6 настоящий

    επ.
    1. ο παρών, τωρινός, ο ενε-στώς•

    в -ее время τώρα, στον παρόντα χρόνο•

    настоящий год αυτός ο χρόνος, το ενεστόν έτος•

    настоящий ее положение η τωρινή (παρούσα) κατάσταση•

    день η σημερινή μέρα.

    2. ουσ. ουδ. -ее το παρόν.
    3. αυτός, ο δοσμένος•

    настоящий случай отличается от предыдущих αυτή η περίπτωση διαφέρει από τις προηγούμενες.

    4. γνήσιος, καθαρός, πραγματικός•

    -ее золото καθαρό χρυσάφι.

    || αληθινός, πραγματικός•

    настоящий человек πραγματικός άνθρωπος (όπως πρέπει)•

    -ее имя το πραγματικό όνομα:

    εκφρ.
    - им образом – σοβαρά, όπως πρέπει•
    - ее время – (γραμμ.)ο ενεστώτας.

    Большой русско-греческий словарь > настоящий

  • 7 нынешний

    επ.
    1. τωρινός.
    2. παλ. σημερινός.

    Большой русско-греческий словарь > нынешний

  • 8 текущий

    επ.
    από μτχ,
    1. τωρινός, ο ενεστώς, ο παρών, ο τρέχων•

    текущий год το τρέχον έτος•

    момент η τωρινή (παρούσα) στιγμή.

    2. καθημερινός•

    -ие дела οι καθημερινές υποθέσεις ή δουλειές•

    -ие заботы καθημερινές φροντίδες.

    || τακτικός, κανονικός•

    текущий ремонт η τακτικήεπισκευή•

    текущий счёт ο τρέχων λογαριασμός (καταθέτη).

    Большой русско-греческий словарь > текущий

  • 9 теперешний

    -яя,• -ее
    επ.
    τωρινός• σημερινός•

    -яя жизнь η τωρινή ζωή•

    -яя мода η σημερινή μόδα.

    Большой русско-греческий словарь > теперешний

См. также в других словарях:

  • τωρινός — ή, ό, Ν 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο παρόν, σύγχρονος («τωρινοί καιροί») 2. (ειδικά) σημερινός. [ΕΤΥΜΟΛ. < τώρα + κατάλ. ινός (πρβλ. χθες: χθεσ ινός)] …   Dictionary of Greek

  • τωρινός — ή, ό που ανήκει ή αναφέρεται στο τώρα (βλ. λ.), στο παρόν, ο σημερινός, της εποχής αυτής: Τωρινά προβλήματα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • -ινός — κατάλ. πολλών επιθέτων τής ελληνικής η οποία απαντά ήδη από τους ομηρικούς χρόνους και αποτελεί επαυξημένη μορφή τής κατάλ. νος (< IE * no ). Η κατάλ. ινός εμφανίζεται σε επίθετα που προέρχονται από ουσ. ή επιρρ. και σχηματίστηκε με απόσπαση… …   Dictionary of Greek

  • αιώνας — ο (Α αἰών, ο και η) 1. μεγάλο, απεριόριστο χρονικό διάστημα, στο παρελθόν ή στο μέλλον, μακριά σειρά ετών, χρόνια και χρόνια (στα νεοελλ. και μτφ. ή και για δήλωση υπερβολής) 2. φρ. «απ αιώνος», από ακαθόριστο χρόνο στο παρελθόν, από πολύ παλιά… …   Dictionary of Greek

  • εφετινός — ή, ό και φετινός, ή, ό (ΑΜ ἐφετινός, ή, όν, Μ και ὀφετινὸς και φετινός) [εφέτος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο τρέχον έτος («φετινή σοδειά») νεοελλ. (κατ επέκτ.) τωρινός, σύγχρονος, καινούργιος μσν. πάπ. ο ηλικίας ενός έτους …   Dictionary of Greek

  • καθημέριος — καθημέριος, δωρ. τ. καθαμέριος, ία, ον (Α) 1. καθημερινός 2. σημερινός, τωρινός, ο κατά τούτη την ημέρα («νῡν σε μοῑρα καθαμερία φθίνειν ἔχει», Σοφ.) 3. (το ουδ. ως επίρρ.) καθημέριον καθημερινά. [ΕΤΥΜΟΛ. < φρ. «καθ ἡμέραν»] …   Dictionary of Greek

  • νυν — (ΑΜ νῡν, Α και ως εγκλιτ. μόριο νυν, νυ) (χρον. επίρρ.) 1. τώρα, κατά τον παρόντα χρόνο, αυτή τη στιγμή ή αυτή την εποχή («πάλαι καὶ νῡν πανταχοῡ...μνημονευομένας», Ισοκρ.) 2. (ενάρθρως ως επίθ.) ο, η, το νυν ο παρών, ο σημερινός, ο τωρινός (α.… …   Dictionary of Greek

  • παριστάνω — και παρασταίνω / παριστάνω και παρίστημι και παριστῶ, άω, ΝΜΑ νεοελλ. 1. εικονίζω, εμφανίζω παράσταση, ζωγραφίζω, απεικονίζω (α. «η εικόνα παριστάνει τη Γέννηση τού Χριστού» β. «ανάγλυφον παριστών την Αθηνά») 2. (για ηθοποιούς) υποδύομαι έναν… …   Dictionary of Greek

  • παροντικός — ή, ό [παρόν, όντος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο παρόν, ο παρών, ο τωρινός, τού παρόντος («παροντικοί χρόνοι» γραμμ. ο ενεστώτας και ο παρακείμενος) …   Dictionary of Greek

  • παρόν — το (ουδ. μτχ. ενεστ. τού πάρειμι ως ουσ.) 1. η χρονική στιγμή που τέμνει τον χρόνο και τόν διακρίνει σε παρελθόν και μέλλον, ο χρόνος κατά τον οποίο μιλάμε ή κάνουμε κάτι, ο τωρινός χρόνος 2. φρ. α) «προς το παρόν» και «κατά το παρόν» για τώρα,… …   Dictionary of Greek

  • σημερινός — ή, ό / σημερινός, ή, όν, ΝΜΑ, και σημερνός, ή, ό, Ν αυτός που υπάρχει ή γίνεται σήμερα (α. «η σημερινή βροχή» β. «η σημερινή απόφαση» γ. «οι σημερινές εφημερίδες») νεοελλ. τωρινός, σύγχρονος (α. «τα σημερινά προβλήματα β. «τα σημερινά σχολεία»).… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»