-
1 τοτοί
-
2 τοτοῖ
-
3 τοτοῖ
-
4 τοτοτοί
-
5 τοτοτοῖ
-
6 ὀτοτοῖ
A ah! woe! A. Pers. 918 (anap.), E.Or. 1389, al.; doubled, Id.Andr. 1197, etc.; also lengthd., , al.;ὀτοτοτοτοῖ Id.Ag. 1072
; ὀτοτοτοτοῖ τοτοῖ cj. in S.El. 1245;ὀττοτοτοτοτοῖ E. Tr. 1294
;ὀττοτοττοτοῖ Id. Ion 789
.—Trag., only in lyr.
См. также в других словарях:
τοτοί — και τοτοτοῑ Α (επιφών. σχετλιαστικό) αχ, αχ (α. «Ξέρξης δ ἀπώλεσεν, τοτοῑ... νᾱες δ ἀπώλεσαν, τοτοῑ», Αισχύλ. β. «ἧπταί μου, τοτοτοῑ, ἡ δ αὖθ ἕρπει», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Ηχομιμητική λ., πρβλ. ὀτοτοῖ] … Dictionary of Greek
τοτοῖ — ὀτοτοῖ ah! woe! indeclform (exclam) τοτοῖ indeclform (exclam) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοτοτοῖ — τοτοῖ indeclform (exclam) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοτοτοί — Α επιφών. βλ. τοτοῑ … Dictionary of Greek