Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

σχοῖνος

См. также в других словарях:

  • σχοίνος — σχοίνος, ο και σκοίνο, το το βούρλο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Σχοῖνος — rush fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σχοῖνος — rush masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σχοίνος — Ομηρική πόλη της Βοιωτίας. Πήρε το όνομά της από το ομώνυμο φυτό. Ήταν χτισμένη σε απόσταση πενήντα περίπου σταδίων από τη Θήβα, στην οποία υπαγόταν η ίδια καθώς και η γύρω περιοχή της κατά τους ιστορικούς χρόνους. * * * ο / σχοῑνος, ΝΑ, και ως… …   Dictionary of Greek

  • Σχοίνω — Σχοῖνος rush fem nom/voc/acc dual Σχοῖνος rush fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σχοῖνοι — Σχοῖνος rush fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σχοῖνοι — σχοῖνος rush masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σχοῖνον — Σχοῖνος rush fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σχοῖνον — σχοῖνος rush masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σχοίνοιο — Σχοῖνος rush fem gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σχοίνοις — Σχοῖνος rush fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»