Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

σχέτλιον

См. также в других словарях:

  • σχέτλιον — σχέτλιος able to hold out masc acc sg σχέτλιος able to hold out neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σχέτλιος — ία, ον, θηλ. και ίη και σπαν. ος, Α 1. (για πρόσ.) επίμονος, ακατάβλητος, απτόητος, συνήθως με παράλληλη σημασία τού τρομερού και τού ολέθριου (α. «σχέτλιός ἐσσι γεραιέ σὺ μὲν πόνου οὔ ποτε λήγεις», Ομ. Ιλ. β. «σχέτλιός εἰς, Ὀδυσσεῡ περί τι μένος …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»