Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

σπυρός

См. также в других словарях:

  • σπυρός — ὁ, Α βλ. πυρός …   Dictionary of Greek

  • Ευαγγελάτος, Σπύρος — (Αθήνα 1940 –).Φιλόλογος και σκηνοθέτης θεάτρου. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου και θεατρολογία στα πανεπιστήμια της Βιέννης και του Λονδίνου. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το Επτανησιακό …   Dictionary of Greek

  • Καλογήρου, Σπύρος — (Αθήνα 1922 –). Ηθοποιός. Σπούδασε στη δραματική σχολή του Ελληνικού Ωδείου και όταν αποφοίτησε, το 1955, πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο με το έργο Ερωτόκριτος. Συνέχισε τη θεατρική του σταδιοδρομία συμμετέχοντας στους θιάσους των Ροντήρη, Μινωτή,… …   Dictionary of Greek

  • Κυπριανού, Σπύρος — (Λεμεσός 1932 – 2002). Κύπριος πολιτικός, πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας (1977 88). Σπούδασε οικονομικές, εμπορικές και νομικές επιστήμες στο Λονδίνο και άσκησε το δικηγορικό επάγγελμα από το 1954. Την περίοδο που ήταν φοιτητής στην Αγγλία… …   Dictionary of Greek

  • Λούης, Σπύρος — (Μαρούσι Αττικής 1872 – 1940). Ολυμπιονίκης αθλητής του μαραθωνίου. Κύρια ασχολία του ήταν η καλλιέργεια της γης και η μεταφορά νερού από το Μαρούσι στην Αθήνα (νερουλάς). Μολονότι δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τον αθλητισμό, παρακινήθηκε από… …   Dictionary of Greek

  • Μελάς, Σπύρος — (Ναύπακτος 1883 – Αθήνα 1966). Δημοσιογράφος, συγγραφέας και θεατρικός σκηνοθέτης. Ξεκίνησε να σπουδάζει νομικά, όμως εγκατέλειψε το πανεπιστήμιο και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Εργάστηκε σε πλήθος εφημερίδες, όπου πρωτοδημοσιεύτηκαν και… …   Dictionary of Greek

  • Μερκούρης, Σπύρος — (Ερμιόνη 1856 – Αθήνα 1939). Γιατρός και δήμαρχος Αθηναίων (1899 1914, 1929 34). Το 1929 εξελέγη γερουσιαστής αλλά παραιτήθηκε. Στον A’ Παγκόσμιο πόλεμο εκτοπίστηκε στην Κορσική (1917) για τα πολιτικά του φρονήματα. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα… …   Dictionary of Greek

  • Μήλιος, Σπύρος — (Χιμάρα 1800 – Αθήνα 1880). Αγωνιστής και στρατηγός. Καταγόταν από τη Βόρεια Ήπειρο. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες στη διάρκεια της Επανάστασης στις οποίες διακρίθηκε για την ανδρεία του. Μετά το τέλος του Αγώνα, κατατάχτηκε στον τακτικό στρατό και… …   Dictionary of Greek

  • Ανδριανόπουλος, Σπύρος — Αγωνιστής του 1821 από τη Ζάκυνθο. Πολέμησε στις πολιορκίες του Νεοκάστρου και της Τρίπολης …   Dictionary of Greek

  • Αραβαντινός, Σπύρος — (Ιωάννινα 1843 – 1906).Λόγιος και νομομαθής, γιος του Παναγιώτη Αραβαντινού. Φοίτησε στη Ζωσιμαία σχολή. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όπου και αναγορεύτηκε διδάκτορας. Άσκησε το επάγγελμα του δικαστικού και αργότερα του δικηγόρου. Το… …   Dictionary of Greek

  • Ασδραχάς, Σπύρος — (Αργοστόλι 1933 –).Ιστορικός ερευνητής και συγγραφέας. Σπούδασε ιστορία στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο Παρίσι, όπου αναγορεύτηκε διδάκτορας της οικονομικής ιστορίας (1972). Εργάστηκε διαδοχικά στο Κέντρο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»