Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

σεσηρώς

См. также в других словарях:

  • σεσηρώς — σαίρω part the lips and show the closed teeth perf part act masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποτεκιγκλίζευ — Α φρ. «σεσηρὼς εὖ ποτεκιγκλίζευ καὶ τᾶς δρυὸς εἴχεο τήνας» με λοξό χαμόγελο, από τον πόνο, ωραία τόν είχες στήσει και τόν κούναγες σαν σουσουράδα και είχες αγκαλιάσει αυτήν εκεί τη βαλανιδιά (Θεόκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Δωρ. παρατ. τού άχρηστου ρ.… …   Dictionary of Greek

  • σαρκώ — (I) άω, Α [σάρξ, σαρκός] (κατά τον Ησύχ.) 1. σαρκάζω 2. (η μτχ. ενεργ ενεστ.) σαρκῶν «σεσηρώς». (II) όω, ΜΑ βλ. σαρκώνω …   Dictionary of Greek

  • σεσηρότως — Α επίρρ. με διεσταλμένα τα χείλη, δηλαδή με πλατύ χαμόγελο. [ΕΤΥΜΟΛ. < μτχ. σεσηρώς, ότος τού σέσηρα, παρακμ. τού αμάρτυρου ενεστ. σαίρω (Ι) «γελώ δείχνοντας τα δόντια»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»