Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

πρό-θυρον

См. также в других словарях:

  • υπέρθυρο — το / ὑπέρθυρον, ΝΑ το ανώφλι πόρτας ή παραθύρου αρχ. γείσο πόρτας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + θυρον (< θύρα), πρβλ. πρό θυρον] …   Dictionary of Greek

  • πρόθυρο — το / πρόθυρον, ΝΜΑ, και προθίουρον Α (στον εν. και συν. στον πληθ.) τα πρόθυρα α) ο χώρος που βρίσκεται μπροστά από τη θύρα ή γύρω από αυτήν (α. «τα πρόθυρα τής Ακαδημίας» β. «οὗτος ὁ Μιλτιάδης κατήμενος ἐν τοῑσι προθύροισι τοῑσι ἑωυτοῡ», Ηρόδ.)… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»