Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

πρόνᾱος

См. также в других словарях:

  • πρόναος — Έτσι ονομαζόταν από τους αρχαίους Έλληνες αλλά και από τους Βυζαντινούς, ο περίστυλος χώρος που βρισκόταν μπροστά από τον κυρίως ναό. Ήταν γνωστός και ως πρόθυρο ή πρόδρομος. Στη χριστιανική αρχιτεκτονική, ο π. ονομαζόταν νάρθηκας και συχνά ήταν… …   Dictionary of Greek

  • πρόναος — η, ο 1. αυτός που βρίσκεται μπροστά στο ναό: Πρόναο κτίσμα. 2. το αρσ. ως ουσ., πρόναος το μέρος μπροστά από το ναό, αλλ. νάρθηκας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πρόναος — πρόνᾱος , πρόναος before a temple masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ПРОНАОС —    • Πρόναος,          см. Templum, Храм, 5 …   Реальный словарь классических древностей

  • προναίην — πρόναος before a temple fem acc sg (epic ionic) προναῖος before a temple fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προναίου — πρόναος before a temple masc/neut gen sg προναῖος before a temple masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νάρθηκας — Η μεγάλη στοά στη δυτική πλευρά του χριστιανικού ναού, που εκτείνεται σε ολόκληρο το πλάτος του. Στον ανατολικό τοίχο του ν. υπάρχουν οι τρεις μεγάλες βασιλικές πύλες του ναού, ενώ η δυτική πλευρά του παραμένει συνήθως ανοιχτή. Σε μερικές… …   Dictionary of Greek

  • πρόνεως — πρόνεω̆ς , πρόναος before a temple adverbial (attic) πρόνεω̆ς , πρόναος before a temple masc/fem nom pl (attic) πρόνεω̆ς , πρόναος before a temple masc/fem nom/voc sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Temple of Hephaestus — Infobox Historic building name=Temple of Hephaestus/Theseion Ναός Ηφαίστου/Θησείο caption=Temple of Hephaestus, Athens: eastern face map type= location town=Athens location country=Greece architect= client= engineer= construction start date=449… …   Wikipedia

  • ХРАМ —    • Templum,          называется всякое отрезанное, т. е. отделенное и очерченное место (одного корня с τέμνω, τέμενος), особенно же          a) пространство, которое авгур своим посохом (lituus) обводит по небу и земле для того, чтобы в этом… …   Реальный словарь классических древностей

  • NARTHEX — Graece Νάρθηξ, ferula proprie. Plin. l. 13. c. 22. Ferula calidis nascitur locis atque trans maria geniculatis nodata scapis. Duo eius genera, Nartheca Groeci vocant assurgentem in altitunem. Nartheciam vero semper bumilem. E qua quia prima… …   Hofmann J. Lexicon universale

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»