Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

πράγματος

  • 1 πράγματος

    πρά̱γματος, πρᾶγμα
    deed: neut gen sg

    Morphologia Graeca > πράγματος

  • 2 πρᾶγμα

    πρᾶγμα, ατος, τό (πράσσω; Pind., Hdt.+) gener. ‘someth. that one is engaged in’.
    that which is done or happens, deed, thing, event, occurrence, matter (Jos., Ant. 16, 376; Ps.-Clem., Hom. 9, 5; Just., D. 23, 4) περὶ τῶν πεπληροφορημένων πραγμάτων concerning events that have taken place Lk 1:1 (cp. Jos., Vi. 40 τ. ἱστορίαν τ. πραγμάτων τούτων ἀναγράφειν, C. Ap. 1, 47). τὸ πρᾶγμα τοῦτο this deed Ac 5:4. ἁγνοὶ τῷ πράγματι guiltless in the matter under discussion 2 Cor 7:11. διὰ δύο πραγμάτων ἀμεταθέτων through two unchangeable things (i.e. the promise and the oath) Hb 6:18.
    that which is to be done, undertaking, occupation, task (Appian, Mithrid. 103 §477 μεγάλα πράγματα=great undertakings; Lucian, Nav. 41; Eccl 3:1; TestJob 6:3 περὶ πράγματος ἀναγκαίου) βιωτικὰ πράγματα tasks of everyday life Hv 3, 11, 3; m 5, 2, 2. ἐν ᾧ ἂν ὑμῶν χρῄζῃ πράγματι in whatever undertaking she may need you Ro 16:2. πλεονεκτεῖν ἐν τῷ πράγματι τὸν ἀδελφόν 1 Th 4:6 (but s. 3 below). ἄξιον πρᾶγμα a task that is worthy ISm 11:3.
    matter or concern of any kind, thing, matter, affair (Fgm. Iamb. Adesp. 12 Diehl οὐκ ἔστʼ ἐμὸν τὸ πρ.; Dio Chrys. 13 [7], 53; 16 [33], 36; 19 [36], 18; Ath. 15, 1 δύο ὀνόματα καθʼ ἑνὸς πράγματος) περὶ παντὸς πράγματος about anything at all Mt 18:19. Cp. Hb 10:1; 11:1 (RTaylor, ET 52, ’40/41, 256–59: ‘affair’); Hv 3, 4, 1; m 9:10; 10, 2, 3; Hs 5, 6, 6; 9, 29, 2. Pl. Hv 3, 3, 1; 4, 1, 4; 4, 3, 1. μέγα π. something great Hv 3, 2, 4; cp. Hs 9, 2, 5; ἔνδοξα π. Hv 4, 1, 4; πονηρὸν π. an evil thing 1, 1, 8; Hs 5, 1, 5; 7:5; πᾶν φαῦλον π. every evil thing, everything that is evil Js 3:16. περιγίνεσθαι τοῦ π. master the thing Hv 1, 3, 2. τὰ πρ. relationships, ways, circumstances (Diod S 14, 97, 3; 19, 50, 2; 19, 52, 1; 6; Appian, Bell. Civ. 5, 3 §12; Artem. 4, 27; Jos., Bell. 4, 318) ἐν παλαιοῖς π. ἀναστραφῆναι live in old, obsolete ways IMg 9:1. Also w. an unfavorable connotation difficulties, troubles (Soph., Aj. 314; X., An. 2, 1, 16; 7, 6, 24, Mem. 2, 7, 2; Socrat., Ep. 3; Diod S 13, 12, 1; 13, 97, 6; Jos., Ant. 13, 7; Just., A II, 4, 1) 1 Cl 1:1 (s. ἐπιζητέω 1c).—Cp. IMg 5:1; Hv 1, 2, 4.—Prob. as euphemism= (illicit sexual) affair 1 Th 4:6 (cp. Aeschin. 1, 132), but s. 4.
    a matter of contention, dispute, lawsuit (X., Mem. 2, 9, 1 al.; Polyaenus 6, 36; Cyr.-Ins. 54; 67; 123. Oft. pap; Jos., C. Ap. 2, 177) πρᾶγμα ἔχειν πρός τινα have a lawsuit with someone (POxy 743, 19 [I B.C.]; 706, 4; BGU 22, 9) 1 Cor 6:1 (LVischer, Die Auslegungsgeschichte von 1 Cor 6:1–11, ’55). Perh. legal process 1 Th 4:6 (cp. Ps.-Clemens, Hom. 10, 1).—B. 634. DELG s.v. πράσσω. M-M. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > πρᾶγμα

  • 3 προσήκω

    προσήκω (written προσhεκ-, i.e. προσἡκ-, IG12.57.15), [dialect] Dor. [full] ποθήκω GDI2151, al. (Delph.), hyperdor. [full] ποθάκω Diotog. ap. Stob. 4.1.133:—
    A to have come, be at hand, be present,

    χρεία προσήκει A.Pers. 143

    (anap.);

    ὡς φίλοι προσήκετε S.Ph. 229

    , cf. OC35, El. 1142;

    ἐνταῦθ' ἐλπίδος προσήκομεν E.Or. 693

    ; π. ὄχθαι ἐπὶ τὸν ποταμόν reach to the river, X.An.4.3.23;

    τοῦ πρὸς ταῦτα -ήκοντος θεάτρου Id.HG7.4.31

    .
    II metaph., belong to,

    εἰ τῷ ξένῳ τούτῳ προσήκει Λαΐῳ τι συγγενές S.OT 814

    ; τῷ γὰρ προσήκει.. τόδε; whom does this concern? Id.El. 909; Πενθεῖ δὲ τί μέρος.. προσῆκε; E.Ba. 1301;

    νομίσας ἑορτὴν ἑαυτῷ τι προσήκειν Th.1.126

    ;

    τῇ βασιλείᾳ π. οὐ ῥᾳδιουργία, ἀλλὰ καλοκἀγαθία X.Ages.11.6

    , cf. Pl.R. 443a;

    ὅσα τριήρεσιν προσήκει Id.Criti. 117d

    , etc.; γεωργίᾳ, ναυτιλίᾳ π., appertain to.., Id.R. 527d: sts. folld. by

    πρός, οὐδὲν πρὸς Πέρσας τοῦτο π. τὸ πάθος Hdt.8.100

    , cf. D.C. 58.27.
    b of persons, belong to, be related to (cf. infr. 111.3), τινι E.IT 550; Τηρεῖ·.. ὁ Τήρης οὗτος οὐδὲν π. Th.2.29; αὐτῇ π. Φειδίας is concerned with her, Ar. Pax 616;

    προσήκετε ἡμῖν τὰ μέγιστα Th.6.84

    ;

    π. γένει Ar.Ra. 698

    : c. inf., οὐ προσήκομεν κολάζειν τοῖσδε we do not belong to them to punish, i.e. it is not for them to punish us, E.Or. 771 (troch.).
    2 impers., it belongs to, concerns, freq. with neg. and gen. rei (with περί c. gen., Phld.Rh.1.202 S.), οὐδέν μοι π. τῆς αἰτίας ταύτης I have nothing to do with.., Antipho 6.33, cf. X.An.3.1.31, Cyr.8.1.37;

    ἐμοὶ οὐδαμόθεν π. τούτου τοῦ πράγματος And.4.34

    ;

    οὐδ' ὁτιοῦν π. ἑαυτοῖς οὐδενὸς τῶν Ἁγνίου D.43.20

    , cf. 35.33; so with a question, τί οὖν π. δῆτ' ἐμοὶ Κορινθίων; Ar.Av. 969, cf. X.Mem.4.5.10, etc.; προσήκει [τισὶ] οἰκείου τινὸς ἀγαθοῦ they possess a peculiar excellence, Dam.Pr.34.
    b c. dat. pers. et inf., it belongs to, beseems,

    οἷς προσῆκε πενθῆσαι A.Ch. 173

    ;

    οὔ σοι προσήκει τήνδε προσφωνεῖν φάτιν S.El. 1213

    ;

    τοὐναντίον δρῶν ἢ προσῆκ' αὐτῷ ποιεῖν Ar.Pl.14

    ;

    ἀγαθοῖς ὑμῖν π. εἶναι X. An.3.2.11

    , cf. Pl.Phdr. 233a; cf. infr. 111.4: c.acc. pers., οὔ σε προσήκει.. λέγειν' tis not meet that thou.., A.Ag. 1551 (anap.), cf. E.Or. 1071, Pl.Grg. 491d, X.An.3.2.15 (the [tense] impf. προσῆκεν is said to be used for προσήκει in 7.7.18, Eq.12.14: [dialect] Att. usage, acc. to Thom.Mag.p.287 R.): sts. the two constructions are combined,

    προσήκει τοῖς μὲν ἄλλοις.. στέργειν, σὲ δὲ.. νομίζειν Isoc.5.127

    : sts. the inf. is supplied, ἑκάστῳ (v.l. ἕκαστος)

    ἀπολοφυράμενοι ὃν π. [ἀπολοφύρασθαι] ἄπιτε Th.2.46

    ;

    ἐγὼ δὲ πάνθ' ὅσα π. τὸν ἀγαθὸν πολίτην [πράττειν] ἔπραττον D.18.180

    , cf. 23.164, Isoc.15.119, X.Mem.2.1.32.
    III freq. in Part. as Adj.,
    2 befitting, proper, meet, π. ἐγκλήματα ibid., Hyp. Eux.24;

    ἡ π. σωτηρία Th.6.83

    ;

    τὸ π. ἑκάστῳ ἀποδιδόναι Pl.R. 332c

    ;

    τιμαί Id.Lg. 952c

    , cf.Epin. 985d;

    ἔλεος D.21.196

    , etc.: τὰ π. what is fit, seemly, εἰπεῖν περὶ Κύρου τὰ π. X.Cyr.3.3.1; τὰ π. πράττειν to do one's duty, Id.Mem.1.1.12, etc.;

    τὰ π. ἔργα Id.HG3.4.16

    ; also τὸ προσῆκον fitness, propriety, ἐκτὸς τοῦ π. E.Heracl. 214; πέρα τοῦ π. Antipho 5.1; μακρότερα τοῦ π. Pl.Cra. 413a; μᾶλλον τοῦ π. Id.Lg. 697c; παρὰ τὸ π. Id.Phlb. 36d, Thphr.Char.17.1; κατὰ τὸ π. Plu.2. 122a; so

    οὐκ ἐκ προσηκόντων Th.3.67

    : c. inf., προσήκοντα ἀκοῦσαι σοφίσματα fit to hear, Pl.R. 496a;

    λόγοι π. ἀκούειν Id.Lg. 811d

    .
    3 of persons, akin,

    τὸ ἀνέκαθεν τοῖσι Κυψελίδῃσι ἦν προσήκων Hdt.6.128

    , cf. A.Ch. 689;

    γένει προσήκων βασιλεῖ X.An.1.6.1

    ;

    οἱ προσήκοντες γένει E.Med. 1304

    , cf. Pl.Lg. 874a; κατὰ γένος, διὰ συγγένειαν, Plu. Thes.19, Cat.Mi.14, etc.;

    οἱ προσήκοντες τῷ νεκρῷ Hdt.4.14

    , cf. X. HG1.7.21, etc.; οἱ προσήκοντές οἱ his relations, Hdt.1.216; also

    οἱ π. τινός Th.1.128

    , Lys.18.1, Pl.Ap. 34b;

    οἱ μάλιστα π. Hdt.3.24

    ;

    πατέρας καὶ ἀδελφοὺς καὶ ἄλλους τοὺς π. Pl.Ap. 33d

    ; [dialect] Dor. οἱ ποθίκοντες Orac. ap. D.43.66: hence αἱ προσήκουσαι ἀρεταί hereditary fair fame, Th.4.92.
    b οὐδὲν προσήκων one who has nothing to do with the matter, Pl.R. 539d; οὐδὲν προσῆκον ἐνίοις though there is no connexion in some cases, Id.Cra. 397b: c. inf., θεὸν.. οὐδὲν προσήκοντ' ἐν γόοις παραστατεῖν having no concern with assisting one in sorrows, A.Ag. 1079; πρὸς τοὺς μὴ προσήκοντας (sc. ὀλιγωρίας τυγχάνειν) Arist.Rh. 1379b12.
    4 abs. in neut., οὐ προσῆκον though or since it is not fitting, Th.3.40;

    οὐδὲν π... ἐπιτάσσειν Id.6.82

    , cf. 84: without a neg., prob. in Hyp.Dem.Fr.10;

    ὡς π. αὐτοῖς χρῆσθαι Pl.Tht. 196e

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προσήκω

  • 4 πρᾶγμα

    πρᾶγμα, ατος, τό, [dialect] Ion. [full] πρῆχμα Schwyzer 688 B16, C5 (Chios, v B. C.), GDI5598.4 ([place name] Ephesus); also [full] πρῆγμα Hdt.5.33, al., but Hdt. perh. wrote [full] πρῆχμα, which is v. l. in 1.133 ap.Ath.4.144a (cod. A), and in 3.49,57 (POxy.1619.326, 379); cf. πρήχματος οὐχ ὁσίου imitated from Hdt. in Epigr.Gr.1092 ([place name] Erechtheum): ([etym.] πράσσω):—
    A deed, act, the concrete of πρᾶξις, but freq. approaching to the abstract sense, Thgn.116, al.; opp. λόγοι, D.2.12, etc.;

    πραγμάτων ὀρθὰν ὁδόν Pi.O. 7.46

    ; γυναίου π. ἐποίει did the act of a woman, D.25.57, cf. 18.24, etc.
    II occurrence, matter, affair,

    πᾶσαν τελευτὰν πράγματος Pi.O. 13.75

    , cf. P.4.278;

    τί τοῦδε σοὶ μέτεστι π. λέγε A.Eu. 575

    , cf. 584;

    π. τοιόνδε συνηνείχθη γενέσθαι Hdt.5.33

    , cf. 9.92, Th.2.64;

    ἐς μέσον σφι προετίθεε τὸ π. Hdt.1.206

    ;

    τί δ' εἰδὼς τοῦδε π. πέρι; S.Aj. 747

    codd.;

    τὸ π. εἰς ὑπέρδεινόν μοι περιέστη D.21.111

    ; ὁρᾶτε τὸ π., οἷ προελήλυθε κτλ., Id.4.9, cf. 8.7.
    2 thing, concrete reality,

    ἆρ' ἔστιν αὔλησίς τι π.; Epich.171.1

    ; opp. ὄνομα, Pl.Cra. 391b, 436a, And.4.27;

    δύο π... τοιάδε, οἷον Κρατύλος καὶ Κρατύλου εἰκών Pl.Cra. 432b

    ; ὡς ἀργαλέον π. ἐστίν c. inf., Ar.Pl.1;

    οὐδὲ π. οὐθέν ἐστι παρὰ τὰ μεγέθη.. τὰ αἰσθητὰ κεχωρισμένον Arist. de An. 432a3

    , cf. Mete. 379a32, Ph. 226b30, 227b28;

    διαμάχονται περὶ τοῦ λευκὸν ἢ μὴ λευκὸν εἶναι τὸ π. Plu.2.1109d

    , cf. 1112d;

    ἐξ ἀζωΐας καὶ ζωῆς συγκείμενον π. Porph.Sent.21

    : pl.,

    τῶν π. ἀΐδιος ἔσσα Philol.6

    , cf. Democr.164, Arist.Xen. 974a25, Pol. 1252a24;

    τὰ μετέωρα π. Ar.Nu. 228

    , cf. 250, 741; opp. ὀνόματα, Pl.Cra. 39oe, D.9.15.
    b contemptuously, thing, creature, κακῷ πράγματι wretched creature, viz. the sophist, Pl.Prt. 312c; τούτῳ τῷ π., viz. the demos, Id.Grg. 520b;

    ὁ δῆμος ἀσταθμητότατον π. D.19.136

    ; ἄμαχον π., of a woman, X. Cyr.6.1.36.
    3 like πρᾶξις 1.2,

    ὄφελος 1

    , in Hdt., πρῆγμά ἐστι or ἐστί μοι, c. inf., it is advantageous for me,

    εὕρισκε π. οἱ εἶναι ἐλαύνειν 1.79

    , cf. 4.11: with a neg.,

    εὕρισκέ οἱ οὐ π. εἶναι στρατεύεσθαι Id.7.12

    : also c. acc. et inf., οὐδὲν ἂν εἴη π. γνώμας ἐμὲ σοὶ ἀποφαίνεσθαι there will be no advantage or need, Id.1.207; π. ἂν ἦν μοῦνον the only thing needful, Id.7.130.
    4 thing of consequence or importance, π. ποιήσασθαι [τι] ib. 150;

    π. οὐδὲν ἐποιήσαντο Id.6.63

    ; οὐδὲν π., ὦ Σώκρατες no matter, S., Pl.Grg. 447b, cf. E.Med. 451;

    ὡς.. οὐδὲν ὂν π., εἰ καὶ ἀποθάνοι Pl.Euthphr.4d

    ; δῆλον ἦν ὅτι π. τι εἴη that there was something the matter, X.An.4.1.17.
    b π. ἐστί μοι it concerns me, σφίσι τε καὶ Ἀθηναίοισι εἶναι οὐδὲν π. they had nothing to do with the A., Hdt.5.84, cf. D.18.283; ᾧ μὴ π. μὴ εἰσίναι no admittance except on business, Sammelb.6152.22 (i B. C.): c. gen. rei, οἷς μηδὲν ἦν π. τοῦ πολέμου who were not concerned in the war, Plu.Pomp.65; τὸ σὸν τί ἐστι π.; what is your pursuit or business, what are you about? Pl. Ap. 20c, cf. Alc.1.104d.
    c μέγα π. a man of consequence, D.35.15;

    τὸ μέγα π. ἐν τῇ πόλει Men.Sam. 175

    ; ἦν μέγιστον π. Δημοκήδης παρὰ βασιλέϊ he was made much of by the king, Hdt.3.132; π. μέγα φρέατος a fine large tank, Alex.179.
    5 used of a battle, action, affair,

    ὡς οἱ σωθέντες ἐκ τοῦ π. ἀπέφυγον X.HG7.1.17

    .
    6 τὸ π. the love- affair of Harmodius and Aristogeiton, Aeschin.1.132.
    7 fact, opp. λόγος, ὄνομα, Arist. Top. 146a3, SE 175a8;

    πρὸς τὸ π. καὶ τὴν ἀλήθειαν Id.Ph. 263a17

    : pl.,

    οὐκ ἐχρῆν τῶν π. τὴν γλῶσσαν ἰσχύειν πλέον E.Hec. 1188

    .
    8 matter in hand, question, Hp.Acut.39;

    πρὸς τὸ π. Pl.Men. 87a

    , Arist.APr. 70a32, D.54.26;

    διαιρεῖν κατὰ τὸ π. Arist. Pol. 1299b18

    ; ἔξω τοῦ π., v. ἔξω 1.2b.
    III in pl., πράγματα,
    1 circumstances, affairs,

    τὰ ἀνθρωπήϊα π. Hdt.1.207

    ;

    ἐν εἰρήνῃ καὶ ἀγαθοῖς π. Th.3.82

    , cf. 1.89; τοῖς π. τέθνηκα τοῖς δ' ἔργοισιν οὔ by circumstances, not by acts, E.Hel. 286;

    ἐν τοιούτοις π. X.Mem.2.7.2

    , An.2.1.16, etc.;

    δεινὸς πράγμασι χρῆσθαι D.1.3

    , cf. X.HG3.5.1;

    τύχη τὰ θνητῶν πράγματ', οὐκ εὐβουλία Chaerem.2

    ; ἀποτυγχάνειν τῶν π. fail to prosper, X.Mem.4.2.28; the condition of a patient,

    τὰ τῶν νοσεύντων π. Hp.Prog.1

    (also in sg.,

    ἐξαπίνης ὅλῳ τῷ π. μεταβάλλειν Id.Acut. 35

    ; so also poet.,

    ποῦ ποτ' εἰμὶ πράγματος; S.Tr. 375

    , cf.Aj. 314).
    2 state-affairs,

    τὰ πολιτικὰ π. Pl.Ap. 31d

    ; ἔστ' ἐν ἡμῖν τῆς πόλεως τὰ π. the fortunes of the state, Ar.Lys.32; a state or empire, τὰ Περσικὰ π. the Persian power, Hdt.3.137;

    τὰ Περσέων π. Id.7.50

    , etc.;

    διαπεπόρθηται τὰ Περσῶν π. A.Pers. 714

    ;

    ἐν ταῖς ναυσὶ τῶν Ἑλλήνων τὰ π. ἐγένετο Th.1.74

    ;

    μὴ ὥσπερ θεῷ νομίζετ' ἐκείνῳ τὰ παρόντα πεπηγέναι π. ἀθάνατα D.4.8

    , cf. 44, etc.;

    παρασπάσασθαί τι τῶν ὅλων π. Id.1.3

    ; of government,

    καταλαμβάνειν τὰ π. Hdt.6.39

    , cf. Th.3.30 ([voice] Pass.); ἔχειν τὰ π. ib.62,72, cf. Hdt.6.83;

    κατέχειν τὰ π. Th.4.2

    ;

    ἐς μέσον Πέρσῃσι καταθεῖναι τὰ π. Hdt.3.80

    ; οἱ ἐν τοῖς π. those who are in power or office, Th.3.28, D.9.56, Arist.Pol. 1307b10;

    οἱ ἐπὶ τοῖς π. ὄντες D.9.2

    ;

    οἱ ἐπὶ τῶν π. Id.18.247

    , cf. Plb.3.69.4, LXX 1 Ma.3.32; [full] ἐν

    τυραννίδι καὶ πλούτῳ καὶ πράγμασι Plu.2.150c

    ; τριῶν ἀνδρῶν δημοσίων π. ἀποκαταστάσεως, = Lat. triumvir reipublicae constituendae, Sammelb. 4224.2 (i B. C.);

    κοινωνοὶ τῶν π. X.HG2.3.17

    ;

    νεώτερα π.

    innovations,

    Lys.13.6

    , Isoc.7.59, etc., cf. Hdt.5.19; but εὐνούστατος τοῖς π. a friend to things as they are, Lys.12.65.
    3 fortunes, cause, circumstances, Hdt.7.236, 237;

    κοινὰ π. E.IT 1062

    ;

    τέρας γὰρ ὁ βίος καὶ τὰ π. ἐστί μου Id.Hel. 260

    ;

    ἔρρει τἀμὰ π. X.Smp.1.15

    , cf. E.Alc. 280: τὰ π. alone, one's all, one's fortunes,

    ἐν ᾧπέρ ἐστι πάντα μοι τὰ π. Ar.Ach. 474

    ; = κτήματα, Hp. ( Lex5?) ap.Erot.: in sg.,

    φαῦλον γὰρ ἂν εἴη τὸ ἐμὸν π. Pl.Hp.Ma. 286e

    , cf. Cri. 53d, Ap. 42a.
    4 business, esp. lawbusiness,

    πρός τινα Antipho 6.12

    , Th.1.128;

    οὔτε ἐμαυτοῦ οὔτε ἀλλότρια π. πράξας Lys.12.3

    ;

    δικῶν γὰρ οὐ δέομ' οὐδὲ πραγμάτων Ar.V. 1426

    ;

    πράγματα κἀντιγραφάς Id.Nu. 471

    : metaph. in sg., πονηρὸν τὸ π. ἔχειν to have a bad case, Arist.Rh. 1415b22.
    5 in bad sense, trouble, annoyance,

    ἁπάντων αἰτίους τῶν π. Ar.Ach. 310

    ; πρήγματα ἔχειν, c. part., to have trouble about a thing, Hdt.7.147, cf. Pl.Tht. 174b, etc.;

    π. ἔχειν ἐν τῷ δείπνῳ X.Cyr.1.3.4

    , etc.;

    π. λαμβάνειν Id.Lac.2.9

    ; π. παρέχειν τινί to cause one trouble, Hdt.1.155, Ar.Pl.20, al.: c. inf., cause one the trouble of doing, Pl.Phd. 115a, X.Cyr.4.5.46, Ar.V. 313;

    πραγμάτων.. ἀπαλλαγείς Id.Ach. 269

    (lyr.), cf. Pl.Ap. 41d, R. 406e; ἄνευ πραγμάτων, σὺν πράγμασι, D.1.20, X.An.6.3.6: less freq.in sg.,

    μηδὲν πρῆγμα παρέχειν Hdt.7.239

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πρᾶγμα

  • 5 ἔξω

    ἔξω, Adv. of ἐξ, as εἴσω of εἰς:
    I of Place,
    1 with Verbs of motion, out or out of,

    ἔ. ἰών Od.14.526

    ;

    χωρεῖν ἔ. Hdt.1.10

    ;

    πορεύεσθαι Pl.Phdr. 247b

    ;

    βλέπειν D.18.323

    ; ἔ. τοὺς χριστιανούς (sc. φέρε) Luc.Alex.38, etc.
    b as Prep., c. gen.,

    ἔ. χροὸς ἕλκε Il.11.457

    ;

    ἔ. βήτην μεγάροιο κιόντε Od.22.378

    ; ἔ. or γῆς ἔ. βαλεῖν, A.Th. 1019, S.OT 622, etc.: pleon. with

    ἐκ, κραδίη δέ τοι ἔ. στηθέων ἐκθρῴσκει Il.10.94

    ;

    ἐκ τῆς ταφῆς ἐκφέρειν ἔ. Hdt.3.16

    , cf. E.Hipp. 650: ἐκπλώσαντες ἔ. τὸν Ἑλλήσποντον sailing outside the H., Hdt.5.103;

    ἔ. τὸν Ἑλλ. πλέων 7.58

    .
    2 without any sense of motion, outside, Od.10.95, etc.; τὸ ἔ. the outside, Th.7.69; τὸ ἔ. τῶν ὀμμάτων their prominency, Pl.Tht. 143e; τὰ ἔ. things outside the walls or house, Th.2.5, X.Oec.7.30; external things, Pl.Tht. 198c; τὰ ἔ. πράγματα foreign affairs, Th.1.68; οἱ ἔ. those outside, Id.5.14; of exiles, Id.4.66, cf. S.OC 444 (but in NT, the heathen, 1 Ep.Cor.5.12);

    ἡ ἔ. στηλέων θάλασσα ἡ Ἀτλαντὶς καλεομένη Hdt.1.202

    , cf. Pl.Criti. 108e; ἡ ἔ. θάλασσα, opp. ἡ εἴσω, Aristid.Or.40(5).9; ἔ. τὴν χεῖρα ἔχειν keep one's arm outside one's cloak, Aeschin.1.25.
    b as Prep., c. gen., οἱ ἔ. γένους, opp. τὰ ἐγγενῆ, S.Ant. 660;

    ἔ. τῶν κακῶν οἰκεῖν Id.OT 1390

    ; ἔ. τοξεύματος out of range of arrows, Th.7.30; ἔ. βελῶν, τῶν β., X.Cyr.3.3.69, An.5.2.26; ἔ. τοῦ πολέμου unconcerned with the war, Th.2.65;

    τοῦ πάσχειν κακῶς ἔ. γενήσεσθε D.4.34

    ; τῶν ἔ. τοῦ πράγματος ὄντων persons unconcerned in the matter, Id.21.45, cf. ib.15; πράξεις ἔ. τῆς ὑποθέσεως λεγομένας away from the subject, Isoc.12.74;

    ἔ. τοῦ πράγματος Arist.Rh. 1354a22

    ; ἔ. τοῦ δικαστηρίου [ἔπαινοι] Luc.Hist.Conscr.59; ἔ. λόγου τίθεσθαι, θέσθαι, Plu.2.671a, Tim.36; ἔ. πάτου ὀνόματα out-of-the-way words, Luc.Hist.Conscr.44; ἔ. πίστεως beyond belief, Id.DMar.4.1; ἔ. φρενῶν out of one's senses, Pi.O7.47;

    ἔ. ἐλαύνειν τοῦ φρονεῖν E.Ba. 853

    ;

    ἔ. σαυτοῦ γίγνῃ Pl. Ion 535b

    ;

    ἔ. γνώμης E. Ion 926

    ; οὐδὲν ἔ. τοῦ φυτεύσαντος δρᾷς unlike thy sire, S.Ph. 904; ἔ. τῆς ἀνθρωπείας.. νομίσεως alien to human belief, Th.5.105: prov., αἴρειν ἔ. πόδα πηλοῦ keep clear of difficulties, Suid.; so

    ἔ. κομίζων πηλοῦ πόδα A.Ch. 697

    ;

    πημάτων ἔ. πόδα ἔχειν Id.Pr. 265

    ;

    ἔ. πραγμάτων ἔχειν πόδα E.Heracl. 109

    .
    II of Time, beyond, over,

    ἔ. μέσου ἡμέρας X.Cyr.4.4.1

    ;

    ἔ. τῆς ἡλικίας D.3.34

    ;

    ἔ. πέντ' ἐτῶν Id.38.18

    .
    III without, except, c. gen.,

    ἔ. σεῦ Hdt.7.29

    , cf. 4.46;

    ἔ. ἤ.. Id.2.3

    , 7.228;

    ἔ. τοῦ πλεόνων ἄρξαι

    besides..,

    Th.5.97

    , cf. 26; ἔ. τοῦ ἐφθακέναι ἀδικοῦντες except the being first to do wrong, Epist. Philipp. ap. D.18.39, cf. PSI6.577.17, PCair.Zen.225.4.
    IV τὰ κατὰ τὸν Φίλιππον ἔ. τελέως ἐστί, Philip is 'played out', Plb.5.28.4.— Cf. ἐξωτέρω, -τάτω.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἔξω

  • 6 ὑπόθεσις

    ὑπόθεσις, εως, , ([etym.] ὑποτίθημι, ὑποτίθεμαι)
    A proposal, proposed action,

    τὴν ἐν φίλοις δικαιοτάτην ὑ. ἔχω ὑποτιθέναι X.Cyr.5.5.13

    ;

    ἵνα σὺ τὰ σαυτοῦ κατὰ τὴν ὑ. ὅπως ἂν βούλῃ περαίνῃς Pl.Grg. 454c

    ; intention, policy,

    πολλὰ πρᾶξαι πρὸς τὴν ὑ. τῆς πατρίδος ὡς συχνῆς ἀδικίας δεομένην Thphr.Fr. 136

    ;

    διὰ τὴν ὑ. τῆς πολιτείας.. ἠναγκάζετο χρῆσθαι τοῖς ὑπουργοῦσι Plu.Caes.51

    ; πρὸς ὑ. τινα ἀγαθῶν ἀνδρῶν men good for a particular policy, Arist.Pol. 1293b4; ὑ. τῆς δημοκρατικῆς πολιτείας ἐλευθερία ib. 1317a40; ἡμῖν ἡ τῶν νόμων ὑ. ἐνταῦθα ἔβλεπεν, ὅπως .. Pl.Lg. 743c;

    περὶ τῶν αὐτῶν οὐχ ὁμοίως ἅπασι βουλευτέον, ἀλλ' ὡς ἂν ἐξ ἀρχῆς ἕκαστοι τοῦ βίου ποιήσωνται τὴν ὑ. Isoc.6.90

    ;

    τοῖς φαύλοις ἐνδέχεται τὰ τυχόντα πράττειν· εὐθὺς γὰρ τοῦ βίου τοιαύτην πεποίηνται τὴν ὑ. Id.1.48

    ;

    ἀνάγκη τοῖς περὶ ὅλων τῶν πραγμάτων καλὰς τὰς ὑ. πεποιημένοις καὶ τὰ μέρη τὸν αὐτὸν τρόπον ἔχειν ἐκείνοις Id.7.28

    ;

    πρὸς ταύτην τὴν ὑ. ἀποβλέποντες ἄμεινον βουλευσόμεθα καὶ περὶ τῶν ἄλλων Id.8.18

    ;

    ἐξέστητε τῆς ὑ. ἐφ' ἧς ὑμᾶς οἱ πρόγονοι κατέλιπον D.10.46

    ; οἱ τῆς αὐτῆς ὑ. προεστῶτες those who advocated the same policy, Plb.30.32.12;

    ἅπαντας ἀπονεύσειν ἐπ' ἐκείνην τὴν ὑ. Id.24.9.7

    ; Ἀχαϊκωτέραν εἶναι.. ταύτην τὴν ὑ. καὶ νικητικωτέραν ἐν τοῖς πολλοῖς ib.4;

    τὸ τῆς ἰδίας ὑ. λαμπρόν Id.21.23.1

    ;

    τὸ τῶν σαρισῶν μέγεθός ἐστι κατὰ μὲν τὴν ἐξ ἀρχῆς ὑ. ἑκκαίδεκα πηχῶν, κατὰ δὲ τὴν ἁρμογὴν τὴν πρὸς τὴν ἀλήθειαν δεκατεττάρων Id.18.29.2

    ;

    τηροῦντες τὴν αὑτῶν ὑ. Id.5.5.5

    ;

    πρὸς ταύτην ἁρμοζόμενοι τὴν ὑ. Id.3.16.1

    , cf. 3.50.7; κατασκέψασθαι τὴν τῶν ὑπεναντίων ἐπίνοιαν καὶ τὴν ὅλην ὑ. ib.6;

    Φάβιος.. κατὰ τὴν ἐξ ἀρχῆς ὑ. οὐδαμῶς κρίνων ἐκκυβεύειν οὐδὲ παραβάλλεσθαι τοῖς ὅλοις Id.3.94.4

    .
    2 suggestion, advice,

    ἐδώκαμεν ἄν σοι ὑποθέσεις δι' ὧν οἱ ἀντίδικοι ἂν οἴμωζον PMich.Zen.57.7

    (iii B. C.);

    διελέγοντο.. κατὰ τὰς ἐντολὰς τὰς Ἀράτου καὶ τὰς ὑ. Plb. 2.48.8

    , cf. 2.52.6, 4.24.2;

    κροτηθείσης τῆς ὑ. Id.28.16.5

    ; πολυτέχνους ὑ. ἔργων elaborate proposals for works, Plu.Per.12.
    3 purpose,

    τῆς στρατηγίας ὑπόθεσιν τὴν τυραννίδα πεποιημένος Id.Tim.2

    ;

    λόγῳ μὲν ἀποδώσων.., ἑτέραν δὲ τῆς ἀποδημίας ἔχων ὑ. λανθάνουσαν τοὺς πολλούς Id.Mar.31

    ;

    ἐξ αὐτῆς τῆς αἰτίας τῆς τε ὑ. τοῦ πολέμου ἀξιολογώτατος ἀγὼν συνηνέχθη D.C.41.56

    ;

    ὑ. τοῦ πολέμου καὶ πρόφασιν διδόντων ἐλευθεροῦν τοὺς Ἕλληνας Plu.Flam.15

    ;

    τὸ χωρὶς ὑποθέσεως πολεμεῖν.. τί ἄλλο ἢ μανία; D.Chr.38.17

    ; [

    οἱ ἐλέφαντες] ἴσασι τῆς ὁδοῦ τῆς ἐπ' αὐτοὺς τὴν ὑ... εἶναι.. τοὺς ὀδόντας Ael.NA6.56

    .
    4 occasion, excuse, pretext,

    οὕτω γὰρ ἂν αὐτοῖς ἡ ἀπολογία προαναιροῖτο καὶ ἡ πρώτη ὑ. τῆς ἐθελοδουλείας Luc.Merc.Cond.5

    ; τοιαύτης αὐτοῖς τῆς ὑ. οὔσης ib.10;

    ἀεὶ χρὴ ἐπί τινι λυπεῖσθαι καὶ μὴ ἄνευ ὑ. Artem.

    2.60;

    ὑ. ἀργυρισμοῦ καὶ φόνων εἰληφέναι ἐδόκει D.C.63.26

    ;

    μή με νομίσῃς ἀπὸ τῆς παρούσης ὑ. ἀπαρτᾶν τὸν λόγον Id.52.18

    .
    5 actor's role,

    τοὺς ὑποκριτὰς.. οὓς ὁρῶμεν οὔτε κλαίοντας ἐν τοῖς θεάτροις, ὡς αὐτοὶ θέλουσιν, ἀλλ' ὡς ὁ ἀγὼν ἀπαιτεῖ πρὸς τὴν ὑ. Plu.Dem.22

    ;

    ὶδεῖν τί μου ποιεῖ ὁ ἀθλητής, πῶς μελετᾷ τὴν ὑ. Arr.Epict.1.29.38

    , cf. 41;

    τὴν τοῦ πατρὸς καὶ τῆς μητρὸς ὑ. λαβεῖν Iamb.VP8.39

    .
    6 function, occupation, station in life, [

    Διονύσιος] ἐκ σημοτικῆς καὶ ταπεινῆς ὑ. ὁρμηθείς Plb.15.35.2

    ; [

    Ἀγαθοκλῆς] ὁρμηθεὶς ἀπὸ τοιαύτης ὑ. Id.12.15.7

    ;

    τὸ μὴ εἶναι ἄλλην βίου ὑ. εἰς τὸ φιλοσοφεῖν οὕτως ἐπιτήδειον ὡς ταύτην ἐν ᾗ νῦν ὢν τυγχάνεις M.Ant.11.7

    , cf. 8.1, Paul. Aeg.3.17.
    7 practical problem,

    κοινὴ ἡ ὑ. καὶ τῷ καθ' ἡμᾶς βίῳ πάνυ πολλή, βαλανείου κατασκευή Luc.Hipp.4

    ;

    ἡ μὲν οὖν ὑ. τοιαύτη HeroAut.21.2

    .
    II subject proposed ( to oneself or another) for discussion,

    κελεῦσαι τὴν πρώτην ὑ. τοῦ πρώτου λόγου ἀναγνῶναι Pl. Prm. 127d

    ;

    ἐπὶ τὴν ὑ. ἐπανάγειν τὸν λόγον X.Mem.4.6.13

    ;

    ἐπὶ τὴν ὑ. πάλιν ἐπανελθεῖν Isoc.4.63

    , cf. Gal.6.124;

    τὴν ὑ. περὶ ἧς βουλεύεσθε οὐχὶ τὴν οὖσαν παριστάντες D.3.1

    ;

    τοὺς δικαστὰς ἀπαγαγὼν ἀπὸ τῆς ὑ. Id.19.242

    ;

    ἐπὶ τῆς ὑ. μεῖναι Aeschin.3.76

    ;

    ἔξω τῆς ὑ. λέγειν Isoc.7.63

    , cf. 12.161;

    μὴ πόρρω λίαν τῆς ὑ. ἀποπλανηθῶ Id.7.77

    , cf. 12.88, Aeschin. 3.176,190;

    ὅτ' ἔγραφον περὶ τὴν αὐτὴν ὑ. Isoc.5.83

    ;

    περὶ [τῆς πόλεως] τὴν ὑ. ποιησάμενος Id.12.35

    ;

    τοῦ πράγματος ἐν κεφαλαίῳ.. δήλωσις, ἵνα γινώσκωσι περὶ ὧν ὁ λόγος παρακολουθῶσί τε τῇ ὑ. Arist.Rh.Al. 1436a36

    , cf. Pl.Def. 415b;

    ἡ ὑ. ἐλάττων Arist.Rh. 1404b15

    ; πρὸς ὑπόθεσιν λέγειν, opp. πρὸς ἀμφισβητοῦντα, ib. 1391b13;

    πολλὰ πρὸς τὴν ὑ. οἰκείως διαλεχθείς D.S.13.53

    ; haec erat ὑ., de gravitate ordinis, etc., Cic.Att.1.14.4.
    2 case at law, lawsuit,

    γράφει ὁ Μαιίστας εἰς τὴν ὑ. ταύτην IG11(4).1299.29

    (Delos, iii B. C.), cf. OGI665.18,669.41 (both Egypt, i A. D.), POxy. 237 vii 34, viii 22 (ii A. D.), 486.26 (ii A. D.);

    τὰ περὶ ταύτης τῆς ὑ. πεπραγμένα PLips.34.18

    (iv A. D.).
    3 subject of a poem or treatise, Zeno Stoic.1.23, Plb.1.2.1, D.H.Pomp.3, Longin. 38.2, Plu.Pomp.42, Luc.Charid.14, Pseudol.5, al.; of a picture, Id.Zeux.5,7; of an impromptu declamation,

    ἐπειδὰν οἱ παρόντες ὑποβάλωσί τινας ὑ. καὶ ἀφορμὰς λόγου Id.Rh.Pr.18

    ; plot, story,

    μῦθοι καὶ ὑποθέσεις Phld.Po.2.62

    , cf. 5.5, al., Arg.Men.Oxy.1235.113 (ii A. D.), Dicaearch. ap. S.E.M.3.3, Artem.4.59, Sch.S.Aj.Prooem., Arg.Ar. Ach. tit., etc.
    4 speech,

    αἱ δικανικαὶ καὶ δημηγορικαὶ ὑ. Theon Prog.1

    ; = ἐπίδειξις 1.3, ἀρξαμένων (v.l. -ῳ)

    τῆς ὑ. LXX 4 Ma.1.12

    ; ἀνδρὸς ἀρετὰς ὅλην πληρούσας ὑ. providing matter for a whole speech, Chor.p.34B.
    b speech or subject of a speech in which the person, occasion, etc. are particularized, opp. θέσις v. 2, Aphth.Prog. 13, cf. Quint.Inst.3.5.7.
    5 a kind of play or pantomime,

    μῖμοί τινές εἰσιν ὧν τοὺς μὲν ὑποθέσεις τοὺς δὲ παίγνια καλοῦσιν Plu.2.712e

    ; μιμολωγοι η υποθησις εικυρα (i. e. μιμολόγοι· ἡ ὑπόθεσις Ἑκυρά), i. e. 'theatrical performance: play, the Hecyra', Ath.Mitt.26.4 (inscr. on lamp, iii B. C.); κλάειν ἤρξαντο πάντες καὶ μετέβαλε τὸ συμπόσιον εἰς σκυθρωπὴν ὑ. into a tragedy, Charito 4.3; so perh. in Luc.Nigr.8; of Aesop's fables,

    χρῆται [τῇ ἀλώπεκι] ὁ Αἴσωπος διακόνῳ τῶν πλείστων ὑ. Philostr.Im.1.3

    .
    III supposition,

    ἢ βούλεσθε.. ἀπ' ἐμαυτοῦ ἄρξωμαι καὶ τῆς ἐμαυτοῦ ὑ., περὶ τοῦ ἑνὸς αὐτοῦ ὑποθέμενος, εἴτε ἕν ἐστιν εἴτε μὴ ἕν, τί χρὴ συμβαίνειν; Pl.Prm. 137b

    ; αὕτη ἡ ὑ., εἰ ἓν μὴ ἔστιν ib. 160b; χρὴ.. μὴ μόνον εἰ ἔστιν ἕκαστον ὑποτιθέμενον σκοπεῖν τὰ συμβαίνοντα ἐκ τῆς ὑ., ἀλλὰ καὶ εἰ μὴ ἔστι τὸ αὐτὸ τοῦτο ὑποτίθεσθαι ib. 135e, cf. 136a; [σκοπεῖν] τί ἐφ' ἑκατέρας τῆς ὑ. συμβήσεται ib. 136b;

    εἰ ὀρθὴ ἡ ὑ. ἦν, τὸ ψυχὴν ἁρμονίαν εἶναι Id.Phd. 94b

    , cf. 92d, Sph. 244c;

    πρὸς μὲν τὴν ὑ. ὀρθῶς λέγουσιν, ὅλως δ' οὐκ ὀρθῶς Arist. Metaph. 1082b32

    ; ἐξ ὑποθέσεως σκοπεῖσθαι examine by starting from an assumption, of reasoning by analysis in geometry, Pl.Men. 86e; τῶν τὴν τέχνην ζητεύντων ἐξ ὑποθέσιος λόγων arguments seeking to derive the (medical) art from an assumption, Hp.VM13; ὑ. αὐτοὶ αὑτοῖς ὑποθέμενοι τῷ λόγῳ ib.1; ἄγοντες ἐπὶ ὑπόθεσιν τὴν τέχνην ib. 15;

    χρῆσιν ἀρετῆς τελείαν, καὶ ταύτην οὐκ ἐξ ὑ. ἀλλ' ἁπλῶς· λέγω δ' ἐξ ὑ. τἀναγκαῖα, οἷον.. τιμωρίαι καὶ κολάσεις.. τὸ καλῶς ἀναγκαίως ἔχουσι Arist.Pol. 1332810

    ; ἡ πολιτεία ἡ ἐξ ὑ. ( = ἡ δοθεῖσα ) the constitution based on a presupposition, ib. 1288b28; of currency, ἓν δή τι δεῖ εἶναι, τοῦτο δ' ἐξ ὑ.· διὸ νόμισμα καλεῖται according to a presupposed convention, Id.EN 1133b21 (cf. a29-31, APr. 41a40); of reductio ad impossibile,

    ἢ δεικτικῶς ἢ ἐξ ὑ. τοῦ δ' ἐξ ὑ. μέρος τὸ διὰ τοῦ ἀδυνάτου Id.APr. 40b25

    -6, cf. 41a25;

    δυνατοῦ δεξάμενον ὑπόθεσιν ἐπ' ἀδύνατον ἀπαχθῆναι Arr.Epict.1.7.25

    , cf. Procl. in Euc.pp.76,252 F.; καθ' ὑπόθεσιν by way of supposition, 'let us suppose', Phld.Rh. 1.95 S., Sign.12, Cleom.1.7.
    IV = τὸ ὑποκείμενον (cf.

    ὑπόκειμαι 11.8

    ), the presupposition of an action, that which has been settled before it begins,

    περὶ τοῦ τέλους οὐθεὶς βουλεύεται, ἀλλὰ τοῦτ' ἐστὶν ἀρχὴ καὶ ὑ. Arist.EE 1227a8

    , cf. b30;

    τῶν πράξεων τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ὑ. ἀληθεῖς καὶ δικαίας εἶναι προσήκει D.2.10

    ; of a thing, that without which it cannot exist or be what it is, its essence, αὕτη (sc. τὸ στέλεχος)

    οἷον ὑ. καὶ φύσις δένδρων Thphr.HP4.13.4

    (cf. οὐσία καὶ φύσις τοῦ δένδρου ibid.);

    ἐπὶ τοῖς χυμοῖς μόνοις σηπομένοις ἔχοντος τὴν ὑ. ὅλου τοῦ νοσήματος, ὅπερ ἐστὶ πυρετώδους ὄντος Gal.18(2).299

    .
    2 in the syllogism, the preliminary statements of fact (whether proved or not) from which inference starts, i. e. the premisses ([etym.] προτάσεις) , τῶν ἀποδείξεων αἱ ὑ., equivalent to ἀρχαί, Arist.Metaph. 1013a16;

    αἱ ἀρχαὶ καὶ αἱ λεγόμεναι ὑ. Id.APo. 81b15

    ; ὅσα δέδεικται δι' ἐκείνων ὑποθέσεις ποιησάμενοι taking as premisses (here) what has been proved in those other works, Gal.6.7, cf. 25,224; ἴστω.. τῆς ὑγιεινῆς πραγματείας ἀνατρέπων τὴν ὑ. ib.17;

    ὑπόθεσιν, αἴτησιν οὖσαν πράγματος εἰς κατασκευήν τινος S.E.M.3.4

    ;

    λαμβάνειν ἀναποδείκτους ὑ. Plu.2.720f

    , cf. 721d;

    ἀναγκαῖον ἢ τὰς ὑ. εἶναι τὰς πρώτας ψευδεῖς, ἢ τὰς ὑπὲρ τῶν συμβαινόντων ἀποφάς εις Plb.1.15.9

    , cf. 11.
    b assumption of existence of any one of the fundamental objects of a particular science,

    ὁ ὁρισμὸς θέσις μέν ἐστι.. ὑ. δ' οὐκ ἔστι· τὸ γὰρ τί ἐστι μονὰς καὶ τὸ εἶναι μονάδα οὐ ταὐτόν Arist.APo. 72a23

    ;

    ἐν ταῖς πράξεσι τὸ οὗ ἕνεκα ἀρχή, ὥσπερ ἐν τοῖς μαθηματικοῖς αἱ ὑ. Id.EN 1151a17

    .
    3 starting-point,

    ἐκ ταύτης τῆς ὑ. λαβεῖν τὸν λόγον τὴν εἰς ἑκάτερον μέρος ὁρμήν Iamb.VP27.130

    ; beginning, τὰς μὲν ἐλπίδας οὐ τελειοῖ (sc. ὁ ὄνειρος) , τὰς δὲ ὑ. τῶν πραγμάτων ταῖς περιοχαῖς ὁμοίας ποιεῖ (referring to a birth of twins which died), Artem.4.47.
    4 raw material,

    τὴν δοθεῖσαν ὑ. εὐφυᾶ πρὸς ὑποδοχὴν γυμναστικῆς.. ἀμείνω ἀποφαίνειν Luc.Hist. Conscr.35

    ;

    οἵαν ὕλην καὶ ὑ. φεύγεις·.. μένε οὖν μέχρι ἐξοικειώσῃς σαυτῷ καὶ ταῦτα M.Ant.10.31

    .
    V mortgage, Thphr.Fr.97.1 (pl.).
    VI placing under,

    πτύγματος Sor.1.70a

    ;

    προσκεφαλαίου Id.2.86

    .
    2 thing placed under, base, τὰς ὑ. (signf. 111)

    ποιούμενος οὐκ ἀρχὰς ἀλλὰ τῷ ὄντι ὑ., οἷον ἐπιβάσεις τε καὶ ὁρμάς Pl.R. 511b

    , cf. Arr.Epict.1.7.22; in D.2.10 (v. supr. IV. 1) the ἀρχαί and ὑποθέσεις (i. e. basic principles) of actions are compared to the foundations ([etym.] τὰ κάτωθεν) of a house or a ship;

    Τριπτόλεμος.. τὰς πρώτας ὑ. βαλόμενος τῇ πόλει Lib.Or.11.52

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπόθεσις

  • 7 δείκνυμι

    δείκνῡμι (δείκνυσι; δεικνᾰναι: impf. δείκνᾰεν: aor. (δειξεν, ἔδειξαν; δεῖξον; δείξαντος; δεῖξαι)
    1 show, make known καὶ Δαμαίῳ μιν θύων ταῦρον ἀργάεντα πατρὶ δεῖξον” (join ταῦρον with θύων, μιν = χαλινόν with δεῖξον) O. 13.69

    καὶ τάχα πείρατ' ἀέθλων δείκνυεν πατρωίων P. 4.220

    ὁ χρυσὸς ἑψόμενος αὐγὰς ἔδειξεν ἁπάσας N. 4.83

    καὶ νεαρὰν ἔδειξαν σοφῶν στόματ' ἀπείροισιν ἀρετὰν Ἀχιλέος (Er. Schmid: νἔ ἀνέδειξαν cod.) I. 8.47 καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι fr. 42. 5. θεοῦ δὲ δείξαντος ἀρχὰν ἕκαστον ἐν πρᾶγος fr. 108a. 1. ἀτὰρ εὑδόντεσσιν ἐν πολλοῖς ὀνείροις δείκνυσι τερπνῶν ἐφέρποισαν χαλεπῶν τε κρίσιν (sc. the soul) fr. 131b. 4. followed by epexeg. inf., ὥστ' ἔμφρονι δεῖξαι μαθεῖν Πατρόκλου βιατὰν νόον (i. e. ὥστε μαθεῖν) O. 9.74 followed by explanatory clause,

    δεῖξέν τε Κοιρανίδᾳ πᾶσαν τελευτὰν πράγματος, ὥς τ' κοιτάξατο ὥς τε παῖς ἔπορεν O. 13.75

    [dub. ἀγλαίαν ἔδειξεν ἅπασαν (codd. contra met.: del. ἔδειξεν Bergk, edd.: ἅπασαν del byz.) P. 6.46]

    Lexicon to Pindar > δείκνυμι

  • 8 Κοιρανίδας

    1 son of Koiranos, Polyidos. δεῖξέν τε (sc. Βελλεροφόντας)

    Κοιρανίδᾳ πᾶσαν τελευτὰν πράγματος O. 13.75

    Lexicon to Pindar > Κοιρανίδας

  • 9 πᾶς

    πᾱς (πᾶς, παντί, πάντα), πάντες, πάντων, πάντας; πᾶσα, -ας, -αν, -αι, -ᾶν, -αιςι), -ας; πάν, παντός, παντί, πάν αμπ; πᾶν, πάντα, πάντων, πᾶσιν), πάντα): the form πᾶν is rejected altogether by Schr., Proll., p. 23, but retained by Snell, I. 4.48, fr. 122. 9 ?. The α is guaranteed short O. 2.85, but long I. 4.48, where however a digamma follows: v. Radt on Pa. 6. 180.)
    1 (the) whole (of); all the
    a preceded by art.

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    pro subs., πολλά μοι ὑπ' ἀγκῶνος ὠκέα βέλη ἔνδον ἐντὶ φαρέτρας φωνάεντα συνετοῖσιν· ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει (Beck: πᾶν codd.:? on the whole) O. 2.85 τί θεός; τὸ πάν (Schr.: πᾶν codd.) fr. 140d.
    b without art. οὐδ' ἔλαθ Αἴπυτον ἐν παντὶ χρόνῳ κλέπτοισα θεοῖο γόνον in this whole time O. 6.36

    ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν O. 10.44

    ἀείδετο δὲ πὰν τέμενος (Schr.: πᾶν codd.) O. 10.76

    δεῖξέν τε πᾶσαν τελευτὰν πράγματος O. 13.75

    καὶ πᾶσαν κάτα Ἑλλάδ O. 13.112

    πάντα λόγον θέμενος σπουδαῖον παρεκοινᾶθ P. 4.132

    εἰμὶ δ' ἄσχολος ἀναθέμεν πᾶσαν μακραγορίαν P. 8.30

    κεῖνος αἰνεῖν καὶ τὸν ἐχθρὸν παντὶ θυμῷ ἔννεπεν P. 9.96

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν N. 5.31

    [ πᾶσα πόλις (sic interp. Σ.) N. 5.47]

    εἰ δ' ἀρετᾷ κατάκειται πᾶσαν ὀργάν, ἀμφότερον δαπάναις τε καὶ πόνοις I. 1.41

    πλαγίαις δὲ φρέ-

    νεσσιν οὐχ ὁμῶς πάντα χρόνον θάλλων ὁμιλεῖ I. 3.6

    χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι fr. 42. 4. “Ἴλιον πᾶσάν νιν ἐπὶ π[έδον] κατερεῖψαι Πα. 8A. 22.
    2 all, every
    a adj.

    ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν O. 1.13

    αὐτὰ δέ σφισιν ὤπασε τέχναν πᾶσαν O. 7.51

    ἔα πόλεμον μάχαν τε πᾶσαν χωρὶς ἀθανάτων O. 9.40

    ἔργων πρὸ πάντων O. 10.23

    ἀλλὰ πάντων ταμίαι ἔργων ἐν οὐρανῷ O. 14.9

    ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι P. 1.41

    σε ποτὶ πάντα λόγον ἐπαινεῖν P. 2.66

    ἐν πάντα δὲ νόμον εὐθύγλωσσος ἀνὴρ προφέρει P. 2.86

    ἀγρούς τε πάνταςP. 4.149

    πράγματι παντὶ P. 4.278

    πάσαισι γὰρ πολίεσι P. 7.9

    τέλος οἶσθα καὶ πάσας κελεύθουςP. 9.45

    ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.102

    γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἀρμένοισι πᾶσι θυμὸν αὔξων (Mingarelli: πάντα codd., fort. recte) N. 3.58

    ἀλλ' ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ ἀκάτῳ, γλυκεἶ ἀοιδά, στεῖχ ἀπ Αἰγίνας N. 5.2

    πότμος δὲ κρίνει συγγενὴς ἔργων πέρι πάντων N. 5.41

    χαίρω δ' ὅτι ἐσλοῖσι μάρναται πέρι πᾶσα πόλις (contra Σ, πᾶσα ἡ πόλις) N. 5.47

    ἀλλὰ γὰρ ἀνάπαυσις ἐν παντὶ γλυκεῖα ἔργῳ N. 7.52

    βίαια πάντ' ἐκ ποδὸς ἐρύσαις N. 7.67

    πὰν δὲ τέλος ἐν τὶν ἔργων (Schr.: πᾶν codd.) N. 10.29

    κείνου γὰρ ἐπιχθονίων πάντων γένετ' ὀξύτατον ὄμμα N. 10.62

    δένδρεά τ' οὐκ ἐθέλει πάσαις ἐπέων περόδοις ἄνθος εὐῶδες φέρειν N. 11.40

    γαστρὶ δὲ πᾶς τις ἀμύνων λιμὸν αἰανῆ πέταται I. 1.49

    καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας I. 2.39

    ἄλλοτε δ' ἀλλοῖος οὖρος πάντας ἀνθρώπους ἐπαίσσων ἐλαύνει I. 4.6

    ἐπέψαυσαν κατὰ πὰν τέλος (Schr.: πᾶν codd.) I. 4.11

    γαίας τε πάσας καὶ βαθύκρημνον πολιᾶς ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ I. 4.55

    ἐμοὶ δὲ μακρὸν πάσας ἀναγήσασθ' ἀρετάς I. 6.56

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν (Schr.: πᾶν codd.) I. 8.14 Χάρισι πάσαι[ς fr. 6e. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. “ πάσαις πολίεσσιν ὁμίλει” fr. 43. 3.

    κατὰ πᾶσαν ὁδὸν Pae. 4.6

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων Pae. 6.132

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον Pae. 8.74

    ]α πᾶσαι[ ἀ]μφίπολ[οι] Κεφ[αλ]λαν[ Pae. 20.18

    παντὶ δ' ἐπὶ φθόνος ἀνδρὶ κεῖται ἀρετᾶς Παρθ. 1.. προβάτων γὰρ ἐκ πάντων κελάρυξεν θηλᾶν γάλα *fr. 104b. 1.* πάντες ἴσᾳ νέομεν ψευδῆ πρὸς ἀκτάν fr. 124. 7. add. adj., διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις their completely disparate power N. 6.2 ἢ γυναικείῳ θράσει ψυχρὰν φορεῖται πᾶσαν ὁδὸν θεραπεύων fr. 123. 9. pr. adj., in full, to the full,

    σὺν γὰρ ὑμῖν τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκἔ ἄνεται πάντα βροτοῖς O. 14.6

    πᾶσαν εὐφροσύναν τάνυεν P. 4.129

    ἀλλ' Ὅμηρός τοι τετίμακεν δἰ ἀνθρώπων, ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.38

    b subs., everyone, everything

    Χρόνος ὁ πάντων πατὴρ O. 2.17

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    χρὴ δὲ κατ' αὐτὸν αἰεὶ παντὸς ὁρᾶν μέτρον P. 2.34

    σαίνων ποτὶ πάντας P. 2.82

    πάντα ἰσάντι νόῳ P. 3.29

    λέξατο πάντας ἐπαινήσαις Ἰάσων P. 4.189

    παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν P. 5.25

    κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44

    ὁ δὲ καιρὸς ὁμοίως παντὸς ἔχει κορυφάν P. 9.79

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει πάνθ' ὁμῶς N. 1.53

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων λέγεται παντὶ μάλιστα δονεῖν θυμόν N. 6.56

    φαῖμέν κε γείτον' ἔμμεναι χάρμα πάντων ἐπάξιον N. 7.88

    βραχύ μοι στόμα πάντ' ἀναγήσασθ, ὅσων Ἀργεῖον ἔχει τέμενος μοῖραν ἐσλῶν N. 10.19

    πάντων δὲ νοεῖς ἀποδάσσασθαι ἴσον N. 10.86

    πάντα δ' ἐξειπεῖν ὅσ ἀγώνιος Ἑρμᾶς Ἡροδότῳ ἔπορεν ἵπποις I. 1.60

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν ( πὰν Schr.) I. 4.48

    πάντ' ἔχεις I. 5.14

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    ἀλλὰ παρθένοι γάρ, ἴσθ' ὅτι, Μοῖσαι, πάντα Pae. 6.55

    ]παντα σφιν ἐφρα[ς Pae. 8.86

    ὀλοφύρομαι οὐδέν, ὅ τι πάντων μέτα πείσομαι Pae. 9.21

    σὺν δ ἀνάγκᾳ πὰν καλόν (Schr.: πᾶν codd. Athenaei) fr. 122. 9. σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ fr. 131b. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς ( τὰ πάντα v. l.) fr. 141. Νόμος ὁ πάντων βασιλεὺς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων fr. 169. 1. πάντα θύειν ἑκατόν make all sacrifices in hundreds fr. 170. add. gen.

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν ὕπατον ἔρχεται παντὶ βροτῶν O. 1.100

    3 fragg. & dub. [ ὀργαῖς πάσαις (codd. contra metr.: ἄρχεις Bowra, alii alia) P. 6.50] [ νωμᾶ πάσαις (codd. contra metr.: νεῖμ' ἁπάσαις Hermann) I. 2.22] στεφα]νοισι παν[ (v. l. νιν ap. Σ.) Πα.. 1. ]τι πᾳντᾳ[ Δ. 4. c. 4. πάντ' ἐπ οἶμον *fr. 107a. 6*. πάντων γὰρ ὑπέρβιος ανα[ fr. 140a. 54 (28). ἐπεὶ πᾳντᾳ[ ?fr. 334a. 11.

    Lexicon to Pindar > πᾶς

  • 10 πρᾶγμα

    πρᾱγμα (-ατος, -ατι, -α, -άτων.)
    1 undertaking, business

    δεῖξέν τε Κοιρανίδᾳ πᾶσαν τελευτὰν πράγματος O. 13.75

    τιμὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν P. 4.278

    μᾶτερ ἐμά, τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα καὶ ἀσχολίας ὑπέρτερον θήσομαι I. 1.2

    pl., ἐπὶ μὰν βαίνει τι καὶ λάθας ἀτέκμαρτα νέφος καὶ παρέλκει πραγμάτων ὀρθὰν ὁδὸν ἔξω φρενῶν i. e. of duty O. 7.46

    Lexicon to Pindar > πρᾶγμα

  • 11 τε

    τε A
    1 connective,
    a joining words and phrases.

    ἐς ἔρανον φίλαν τε Σίπυλον O. 1.38

    νέκταρ ἀμβροσίαν τε O. 1.62

    βίαν παρθένον τε O. 1.88

    ταχυτὰς ποδῶν ἀκμαί τ' ἰσχύος O. 1.96

    ἔρεισμ' Ἀκράγαντος εὐωνύμων τε πατέρων ἄωτον O. 2.7

    Πυθῶνι Ἰσθμοῖ τε O. 2.50

    Κύκνον Ἀοῦς τε παῖδ' Αἰθίοπα O. 2.83

    ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν πραπίσιν ἀφθονέστερόν τε χέρα O. 2.94

    τὸ λαλαγῆσαι θέλων κρυφόν τε θέμεν ( τιθέμεν coni. Hermann) O. 2.97 ὑπὸ βουθυσίαις ἀέθ-

    λων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις O. 5.6

    πόνος δαπάνα τε O. 5.15

    ζώναν καταθηκαμένα κάλπιδά τ O. 6.40

    ἀγῶνας ἔχει μοῖράν τ' ἀέθλων O. 6.79

    λύραι μολπαί τε O. 6.97

    τῶνδε κείνων τε O. 6.102

    Ὀλυμπίᾳ Πυθοῖ τε νικώντεσσιν O. 7.10

    παῖδ' Ἀφροδίτας Ἀελίοιό τε νύμφαν O. 7.14

    πελώριον ἄνδρα πατέρα τε O. 7.17

    ζωοῖσιν ἑρπόντεσσί θ' ὁμοῖα O. 7.52

    τεθμὸν Ὀλυμπιονίκαν ἄνδρα τε O. 7.89

    παῖς ὁ Λατοῦς εὐρυμέδων τε Ποσειδάν O. 8.31

    Θέμις θυγάτηρ τε O. 9.15

    πόλεμον μάχαν τε πᾶσαν O. 9.40

    Πύρρα Δευκαλίων τε O. 9.43

    πόλιν δ' ὤπασεν λαόν τε διαιτᾶν O. 9.66

    υἱὸν δ' Ἄκτορος Αἰγίνας τε Μενοίτιον O. 9.70

    προξενίᾳ δ' ἀρετᾷ τ O. 9.83

    ὡραῖος ἐὼν καὶ καλὸς κάλλιστά τε ῥέξαις O. 9.94

    Ἰολάου τύμβος ἐνναλίᾳ τ' Ἐλευσὶς O. 9.98

    ὑπὸ στερεῷ πυρὶ πλαγαῖς τε σιδάρου O. 10.37

    σὺν Ὀλυμπιάδι πρώτᾳ νικαφορίαισί τε O. 10.59

    ἐκ Πυθῶνος Ἰσθμοῖ τ O. 12.18

    Εὐνομία κασιγνήτα τε O. 13.6

    σταδίου τιμὰν διαύλου θ O. 13.37

    Μοίσαις Ὀλιγαιθίδαισίν τ O. 13.97

    Δὶ Ἐνυαλίῳ τ O. 13.106

    στεφάνοισι ἵπποις τε P. 1.37

    ταῦτα νόῳ τιθέμεν εὔανδρόν τε χώραν P. 1.40

    ἁγητὴρ ἀνήρ, υἱῷ τ' ἐπιτελλόμενος (cf. A. 4. a infra) P. 1.70

    ἀνδρῶν ἵππων τε P. 2.2

    παρθένος ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ξεινίαν κοίταν ἄθεμίν τε δόλον P. 3.32

    Λατοίδαισιν Πυθῶνί τ P. 4.3

    Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ P. 4.66

    νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις P. 4.130

    ἐκ πόντου σαώθη ἔκ τε ματρυιᾶς ἀθέων βελέωνP. 4.162

    Ζήταν Κάλαίν τ P. 4.182

    δήσαις ἐμβάλλων τ P. 4.235

    πάχει μάκει τε P. 4.245

    ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων P. 4.290

    Ἡρακλέος ἐκγόνους Αἰγιμιοῦ τε P. 5.72

    [θ (codd.: om. byz.) P. 5.100] σφὸν ὄλβον υἱῷ τε κοινὰν χάριν ἔνδικόν τ' Ἀρκεσίλᾳ (bis) P. 5.102

    νόον φέρβεται γλῶσσάν τε P. 5.111

    ἐπ' ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς P. 5.119

    πατρὶ τεῷ, Θρασύβουλε, κοινάν τε γενεᾷ νίκαν P. 6.15

    στεροπᾶν κεραυνῶν τε P. 6.24

    [τίνα πάτραν, τίνα τ' οἶκον (τ del. Boeckh) P. 7.6

    κεραυνῷ τόξοισί τ' Ἀπόλλωνος P. 8.18

    ποίᾳ Παρνασσίδι Δωριεῖ τε κώμῳ P. 8.20

    κύμασιν ῥιπαῖς τ' ἀνέμωνP. 9.48

    καλλίσταν πόλιν ἀμφέπει κλεινάν τ' ἀέθλοις P. 9.70

    παντὶ θυμῷ σύν τε δίκᾳ P. 9.96

    τέλος ἀρχά τε P. 10.10

    θαλίαις εὐφαμίαις τε P. 10.35

    ἐν καὶ παλαιτέροις νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα P. 10.59

    ἑπταπύλοισι Θήβαις χάριν ἀγῶνί τε Κίρρας P. 11.12

    τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον καλύψαι τ' ἀμάχανον P. 11.26

    ἄκρον ἑλὼν ἡσυχᾷ τε νεμόμενος P. 11.55

    ἀθανάτων ἀνδρῶν τε P. 12.4

    δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ αὐτόν τέ νιν P. 12.6

    Σερίφῳ λαοῖσί τε P. 12.12

    ἅρμα Νεμέᾳ τ N. 1.7

    θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε N. 1.56

    στεφάνων ἀρετᾶν τε N. 3.8

    ἐὼν καλὸς ἔρδων τ' ἐοικότα N. 3.19

    Αἰακῷ γένει τε N. 3.28

    κυνῶν δολίων θ' ἑρκέων N. 3.51

    τετραορίας ἥροάς τ N. 4.29

    τεθμὸς ὧραί τ N. 4.34

    οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ N. 4.67

    ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ' ἀκάτῳ N. 5.2

    Αἰακίδας ἐγέραιρεν ματρόπολίν τε N. 5.8

    Θέτιν Πηλέα θ N. 5.26

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος N. 5.44

    ἀφνεὸς πενιχρός τε N. 7.19

    ἐπεὶ ψεύδεσί οἱ ποτανᾷ τε μαχανᾷ σεμνὸν ἔπεστί τι (supp. Hermann: τε om. codd.) N. 7.22

    τεῶν Διός τ' ἐκγόνων N. 7.50

    ξεῖνον ἀδελφεόν τ N. 7.86

    ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι N. 7.99

    τρὶς τετράκι τ N. 7.104

    Διὸς Αἰγίνας τε N. 8.6

    πάτρᾳ Χαριάδαις τ (Sandys: τε codd.) N. 8.46

    τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    πατρίων οἴκων ἀπό τ' Ἄργεος N. 9.14

    ὅπλοισιν ἱππείοις τε σὺν ἔντεσιν N. 9.22

    σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    Δαναοῦ πόλιν ἀγλαοθρόνων τε πεντήκοντα κορᾶν N. 10.1

    Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν N. 10.11

    πατρὶ δ' Ἀδράστοιο Λυγκεῖ τε N. 10.12

    ποτὶ βουθυσίαν Ἥρας ἀέθλων τε κρίσιν N. 10.23

    Θρασύκλου Ἀντία τε N. 10.40

    ποδῶν χειρῶν τε (Er. Schmid: ποδῶν τε χειρῶν (τε) codd.) N. 10.48

    θεὸς ἔμμεναι οἰκεῖν τ' οὐρανῷ N. 10.58

    Ἀρισταγόραν πάτραν τ N. 11.20

    κωμάσαις ἀνδησάμενός τε N. 11.28

    αἶσαν Ἐρχομενοῖό τε πατρῴαν ἄρουραν I. 1.35

    καὶ τόθι κλειναῖς τ' Ἐρεχθειδᾶν χαρίτεσσιν ἀραρὼς (τ supp. Bergk, om. codd.: καὶ τόθι. κλειναῖς δ coni. Heyne) I. 2.19

    φθιμένων ζωῶν τε φωτῶν I. 4.10

    κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις I. 4.26

    ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ, ναυτιλίαισί τε πορθμὸν ἡμερώσαις (? c. τε v. 55) I. 4.57 διπλόαν νίκαν ἀνεφάνατο παίδων τε τρίταν (τε supp. Hermann, om. codd.) I. 4.71

    Κάστορος δ' αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ I. 5.33

    Αἰακοῦ παιδῶν τε I. 5.35

    Ἰσθμοῦ δεσπότᾳ Νηρείδεσσί τε πεντήκοντα I. 6.6

    Ἀίδαν γῆράς τε I. 6.15

    Κλωθὼ κασιγνήτας τε I. 6.17

    αἰνέων δὲ καὶ Ἕκτορα Ἀμφιάρηόν τε I. 7.33

    Κλεάνδρῳ τις ἁλικίᾳ τε I. 8.1

    υἱέες υἱέων τ' ἀρηίφιλοι παῖδες I. 8.25

    Ζεὺς ἀγλαός τ' ἔρισαν Ποσειδὰν I. 8.27

    Αἴγιναν σφετέραν τε ῥίζαν I. 8.56

    οἷοι δ' ἀρετὰν δελφῖνες ἐν πόντῳ, ταμίαι τε σοφοὶ Μοισᾶν ἀγωνίων τ ἀέθλων (bis) I. 9.7—8. Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ fr. 2. 2.

    Ἐνιαυτὸς ὧραί τε Pae. 1.6

    Θρονίας Ἄβδηρε χαλκοθώραξ [Πος]ειδᾶνός τε παῖ Pae. 2.2

    Ἀπόλλωνα πάρ τ' Ἀφρο[δίταν Pae. 2.5

    πόλεμον Διὸς Ἐννοσίδαν τε Pae. 4.41

    κεραυνῷ τριόδοντί τε Pae. 4.43

    πλούτου πειρῶν μακάρων τ ἐπιχώριον τεθμὸν ἀπωσάμενος Pae. 4.46

    ἔταις τεοῖσιν ἐμαῖς τε τιμαῖς Pae. 6.11

    σὺν πατρὶ Μναμοσύνᾳ τε Pae. 6.56

    τεκέων ἀλόχων τε Pae. 8.78

    καλάμῳ μήδεσί τε φρενὸς Pae. 9.37

    κρόταλ αἰθομένα τε δαὶς Δ. 2. 1. στεφάνων τᾶν τ ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. πάνδοξον Αἰολάδα σταθμὸν υἱοῦ τε Παγώνδα Παρθ. 2. 1. Ἀγασικλέει ἐσλοῖς τε γονεῦσιν Παρθ. 2.. ἔν τε Πίσᾳ Παρθ. 2.. πέλλαι πίθοι λτ;τε> (supp. Schwartz: τε om. codd. Plutarchi) *fr. 104b. 5.* ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τε> (supp. Boeckh, om. codd. Plutarchi) Θρ... τερπνῶν χαλεπῶν τε fr. 131b. 4. σθένει κραιπνοὶ σοφίᾳ τε μέγιστοι ἄνδρες fr. 133. 4. ἄνακτι πατρί τε fr. 140a. 64 (38). πόντον ὠκείας τ' ῥιπάς fr. 140c. 2. μένω[ν Ἀμ]φιτρύωνί τε σᾶμα χέω[ν (τε in lacuna add. Snell) fr. 169. 48. ἀγλαὰ χθὼν πόντου τε ῥιπαὶ fr. 220. 3. θεὸν ἄνδρα τε fr. 224. κάπρων λεόντων τε fr. 238. where τε joins words in apposition,

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος πύργος ἄστεος ὄμμα τε φαεννότατον P. 5.56

    πρόσθα μὲν ἶς Ἀχελωίου τὸν ἀοιδότατον Εὐρωπία κράνα Μέλανός τε ῥοαὶ τρέφον κάλαμον ( τε ποταμου ροαι Π: ποταμοῦ del. Wil.) fr. 70. 2.

    διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων κῶμόν τ P. 3.73

    where the coordination is irregular, cf. A. 4 infra,

    Οὐλυμπιονίκαν δέξαι Χαρίτων θ' ἕκατι τόνδε κῶμον O. 4.9

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    ξεστὸν ὅταν δίφρον ἔν θ' ἅρματα πεισιχάλινα καταζευγνύῃ σθένος ἵππιον P. 2.11

    παρθενίοις ὑπό τ' ἀπλάτοις ὀφίων κεφαλαῖς P. 12.9

    παρθενηίοις παίδων τ' ἐφίζοισα γλεφάροις N. 8.2

    Πυθῶθεν Ὀλυμπιάδων τ' ἐξαιρέτοις Ἀλφεοῦ ἔρνεσι φράξαι χεῖρα I. 1.65

    ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν fr. 42. 3. θεόν, τὸν Βρόμιον, τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν (τε om. codd. nonnulli) fr. 75. 10.
    b joining clauses χρυσέαισί τ' ἄν ἵπποις (Er. Schmid: κἀν, ἀν codd.) O. 1.41

    ὃς Ἕκτορα σφᾶλε Κύκνον τε θανάτῳ πόρεν O. 2.82

    κολλᾷ τε O. 5.13

    αἰτήσων πόλιν δαιδάλλειν, σέ τ, Ὀλυμπιόνικε, φέρειν γῆρας O. 5.21

    ὃς ἄνασσε Φαισάνᾳ λάχε τ' Ἀλφεὸν οἰκεῖν O. 6.34

    ( Ἑρμᾶν)

    ὃς ἔχει Ἀρκαδίαν τ' εὐάνορα τιμᾷ O. 6.80

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται P. 1.15

    ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν τελεύτασέν τε πόνους Δαναοῖς P. 1.54

    ἤθελον Χίρωνά κε ζώειν βάσσαισί τ' ἄρχειν P. 3.4

    κέλεται γὰρ ἑὰν ψυχὰν κομίξαι δέρμα τε ἄγεινP. 4.161, cf. P. 4.294 ὅτι μοι ὑπάν-

    τασεν μαντευμάτων τ' ἐφάψατο συγγόνοισι τέχναις P. 8.60

    εὔχομαι ταύταν ἀρετὰν κελαδῆσαι, ὑπὲρ πολλῶν τε τιμαλφεῖν N. 9.54

    εἰ δέ τις μορφᾷ παραμεύσεται ἄλλους, ἔν τ' ἀέθλοισιν ἀριστεύων ἐπέδειξεν βίαν N. 11.14

    εἰ γάρ τις πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰν σύν τέ οἱ δαίμων φυτεύει δόξαν I. 6.12

    οὕνεκα δίδυμαι γένοντο θύγατρες Ζηνί τε ἅδον (Er. Schmid: θ' ἅδον cod.) 1. 8. 18. with irregular coordination,

    ὕμνον κελάδησε ὅρμον στεφάνων πέμψαντα Θήβαις τ' ἐν ἑπταπύλοις οὕνεκ Ἀμφιτρύωνος κτἑ N. 4.19

    , cf. N. 5.26, A. 4 infra.
    c joining sentences [ τέκε τε (byz.: ἃ τέκε codd.: ἔτεκε Boehmer) O. 1.89]

    Σικελίας τ O. 2.9

    Ἀχιλλέα τ O. 2.79

    μετάλλασσέν τε O. 6.62

    O. 8.19

    εὐφράνθη τε O. 9.62

    Ἄργει τ' ἔσχεθε O. 9.88

    ὁπᾷ τε O. 10.11

    μέλει τε O. 10.14

    δέξαι τε (δὲ v. l.) O. 13.29

    Νέμεά τ O. 13.34

    ὅσσα τε O. 13.43

    εὗρεν δεῖξέν τε O. 13.75

    ἀλαθής τε O. 13.98

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    κλέπτει τε P. 3.29

    ἕδνα τε P. 3.94

    κυλινδέσκοντό τε P. 4.209

    λιτάς τ P. 4.217

    καταίνησάν τε P. 4.222

    ἔν τ' ὠκεανοῦ P. 4.251

    Παιάν τέ σοι τιμᾷ φάος P. 4.270

    εὐθύτονόν τε P. 5.90

    τίν τ, Ἐλέλιχθον P. 6.50

    ἅρπασ, ἔνεικέ τε P. 9.6

    στάξοισι θήσονταί τεP. 9.63

    ὁδοί τε P. 9.68

    ἄφωνοί θ P. 9.98

    στρατῷ τ P. 10.8

    χαίρει γελᾷ θ P. 10.36

    δάφνᾳ τε P. 10.40

    ἔπεφνέ τε P. 10.46

    ἀδελφεοῖσί τ P. 10.69

    μάντιν τ' ὄλεσσε (perhaps with μέν v. 31) P. 11.33

    κατένευσέν τε N. 1.14

    ἰδίᾳ τ N. 3.24

    κάπρους τ N. 3.47

    γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν N. 3.57

    πίτναν τ N. 5.11

    φράσθη κατένευσέν τε N. 5.34

    τόλμαν τε N. 7.59

    ἔν τε δαμόταις N. 7.65

    πατρί τ (codd.: δ Heyne e Σ.) N. 10.12

    εἶδ' Ἀπόλλων μιν πόρε τ I. 2.18

    ἁδυπνόῳ τε I. 2.25

    πέλονται ἔν τ' ἀγωνίοις I. 5.7

    ὔμμε τ I. 6.19

    εἶπέν τε I. 6.51

    τόν τε Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    υἱοῖσί τε I. 6.68

    φέρει γὰρ ἄγει τ I. 7.22

    μάτρωί τ I. 7.24

    ἔσσυταί τε I. 8.61

    ἀμφί τε Pae. 2.97

    ἐρικυδέα τ' Pae. 5.39

    ἔκλαγξέ θ (G—H: τε Π.) Πα. 8A. 10.

    Εὐρίπου τε Pae. 9.49

    ἀλκάεσσά τε Δ. 2. 1. δεῦτ' ἐν χορόν, Ὀλύμπιοι, ἐπί τε κλυτὰν πέμπετε χάριν fr. 75. 2. Διόθεν τε fr. 75. 7. ἐναργέα τ fr. 75. 13. τελευταί τε fr. 108a. 4.
    2 in enumeration,
    a AB τε C τε (D τε)

    ἕδος νέμων, ἀέθλων τε κορυφὰν πόρον τ' Ἀλφεοῦ O. 2.13

    ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν Λίνδον τ O. 7.74

    ὅ τ' ἐν Ἄργει τά τ ἐν Ἀρκαδίᾳ ἀγῶνές τ Πέλλανά τ· Αἰγίνᾳ τε ἐν Μεγάροισίν τ O. 7.83

    —6.

    ἐπ' Ἀλφεοῦ ῥεέθροισιν Πυθοῖ τ μηνός τε O. 13.38

    ὦ πότνἰ Ἀγλαία φιλησίμολπέ τ' Εὐφροσύνα Θαλία τ O. 14.14

    —5.

    Ζηνὸς Ἀλκμήνας θ' ἑλικογλεφάρου Λήδας τε P. 4.172

    ὤρεγον χεῖρας, στεφάνοισί τέ μιν ποίας ἔρεπτον, μειλιχίοις τε λόγοις ἀγαπάζοντ P. 4.240

    ἔν τ' ὠκεανοῦ πελάγεσσι μίγεν πόντῳ τ ἐρυθρῷ Λαμνιᾶν τ ἔθνει γυναικῶν P. 4.251

    —2.

    ἐπ' Ἀπόλλωνός τε κράνᾳ ἔν τε σοφοῖς P. 4.294

    —5.

    νέμει, πόρεν τε κίθαριν, δίδωσί τε μυχόν τ' ἀμφέπει P. 5.65

    ἔν τε πέφανταί θ' ὅσαι τ θεός τε P. 5.114

    —7.

    Μεγάροις δ' ἔχεις γέρας μυχῷ τ ἐν Μαραθῶνος, Ἥρας τ ἀγῶν δάμασσας ἔργῳ P. 8.78

    —80.

    παντᾷ δὲ χοροὶ παρθένων λυρᾶν τε βοαὶ καναχαί τ' αὐλῶν δονέονται P. 10.39

    λυγρόν τ' ἔρανον Πολυδέκτᾳ θῆκε ματρός τ ἔμπεδον δουλοσύναν τό τ ἀναγκαῖον λέχος P. 12.14

    παρὰ Κασταλίαν τε πόντου τε γέφυρ' βοτάνα τε N. 6.37

    —42.

    παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε ναῶν τ' ἐν μάχαις N. 9.34

    ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι, τύχᾳ τε μολὼν καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον, Μοίσαισί τ ἔδωκ ἀρόσαι N. 10.25

    —6. “θέλεις λτ;ναίειν ἐμοὶγτ; σύν τ' Ἀθαναίᾳ κελαινεγχεῖ τ ἌρειN. 10.84

    Ποσειδάωνι Ἰσθμῷ τε ζαθέᾳ Ὀγχηστίαισίν τ' ἀιόνεσσιν I. 1.32

    ναίει τετίματαί τε Ἥβαν τ' ὀπυίει I. 4.59

    Φυλακίδᾳ γὰρ ἦλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε

    κώμων Εὐθυμένει τε I. 6.58

    αἵμασσε γεφύρωσέ τ' Ἑλέναν τ ἐλύσατο I. 8.51

    στοναχαὶ μανίαι τ' ἀλαλαί τ Δ. 2. 13. τότε βάλλεται ἴων φόβαι, ῥόδα τε κόμαισι μείγνυται, ἀχεῖ τ ὀμφαὶ οἰχνεῖ τε χοροί fr. 75. 16—9 in apposition,

    βωμοὺς ἐγέραρεν ἁμίλλαις, ἵπποις ἡμιόνοις τε μοναμπυκίᾳ τε O. 5.6

    —7.
    b AB τε καὶ C ( καὶ D)

    ἀμφέπει Δάματρα λευκίππου τε θυγατρὸς ἑορτὰν καὶ Ζηνὸς Αἰτναίου κράτος O. 6.96

    χείρεσσι ποσίν τε καὶ ἅρματι O. 10.62

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει κασιγνήτα τε Δίκα καὶ ὁμότροφος Εἰρήνα (v. l. κασίγνηταί) O. 13.6—7. “ τότε γὰρ μεγάλας ἐξανίστανται Λακεδαίμονος Ἀργείου τε κόλπου καὶ ΜυκηνᾶνP. 4.49

    Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ P. 5.70

    Ἐμμενίδαις ποταμίᾳ τ' Ἀκράγαντι καὶ μὰν λτ;γτ;ενοκράτει P. 6.6

    ὄφρα Θέμιν ἱερὰν Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλόν κελαδήσετ P. 11.9

    Νεμέας Ἐπιδαυρόθεν τ' ἄπο καὶ Μεγάρων N. 3.84

    πῦρ δὲ παγκρατὲς θρασυμαχάνων τε λεόντων ὄνυχας ὀξυτάτους ἀκμὰν καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων ( καὶ Ahlwardt: τε codd.) N. 4.62—4.

    Μοῖσά τοι κολλᾷ χρυσόν, ἔν τε λευκὸν ἐλέφανθ' ἁμᾶ καὶ λείριον ἄνθεμον ποντίας ὑφελοῖσ ἐέρσας N. 7.78

    σέθεν, Ἀμφιτρύων, παῖδας προσειπεῖν, τὸν Μινύα τε μυχὸν καὶ τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα καὶ Εὔβοιαν I. 1.56

    c AB τε C τε καὶ D

    ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν ποταμόν τε ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν καὶ σεμνοὺς ὀχετούς O. 5.11

    —12.

    τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δὶς κλεινᾷ τ' ἐν Ἰσθμῷ τετράκις εὐτυχέων Νεμέᾳ τ ἄλλαν ἐπ ἄλλᾳ καὶ κρανααῖς ἐν Ἀθάναις O. 7.81

    —3.
    d miscellaneous τε, καὶ connections Ἄργει θ (δ v. l.)

    ὅσσα ὅσα τ' Πέλλανά τε καὶ Σικύων καὶ Μέγαῤ Αἰακιδᾶν τ εὐερκὲς ἄλσος, ἅ τ Ἐλευσὶς καὶ λιπαρὰ Μαραθών, ταί θ ἅ τ Εὔβοια O. 13.107

    —112.

    Ζῆνα καὶ ῥιπὰς ἀνέμους τ' ἐκάλει νύκτας τε καὶ πόντου κελεύθους ἄματά τ εὔφρονα καὶ μοῖραν P. 4.194

    —6.
    f A καὶ BC τε, v. καί.
    3 in anaphora [ἤρειδε Ποσειδάν, ἤρειδέν τέ μιν (δέ coni. Hermann) O. 9.32]

    ἐκ πόντου ἔκ τε ματρυιᾶς ἀθέων βελέων P. 4.162

    ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων P. 4.290

    κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις I. 4.26

    ὑπὲρ χθονὸς ὑπέρ τ' ὠκεανοῦ Pae. 8.15

    χάλκεοι μὲν τοῖχοι, χάλκ[εαί] θ ὑπὸ κίονες ἔστασαν Πα. 8. 68, cf. O. 9.94, [N. 1.37]
    4
    a where τε is irregularly connective, almost καὶ ταῦτα. (for irregularly positioned τε, v. A. 1. a, b, sub fin.; μέν τε; B. b.; D: cf. Schr., Pyth. Comm., on P. 1.75) πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα, πάτρῳ τ' ἐπερχόμενος ἀγλαίαν ἅπασαν (Bergk: ἔδειξεν ἅπασαν codd.) P. 6.46

    ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν N. 8.19

    cf. P. 1.70

    ἀλλ' ἔμπαν μεγαλανορίαις ἐμβαίνομεν, ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες N. 11.45

    b where τε is inclusive rather than connective τὶν δ' ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοισ ἀρετά, Φυλακίδα, κεῖται, Νεμέᾳ δὲ καὶ ἀμφοῖν Πυθέᾳ τε, παγκρατίου (ἀμφοτέροις ὑμῖν, σοί τε καὶ τῷ Πυθέᾳ Σ: v. W. Schulze, Q. E., 416; Kl. Schr., 325) I. 5.19
    c in hendiadys

    ἀνὰ δ' ἡμιόνοις ξεστᾷ τ ἀπήνᾳ P. 4.94

    d and, in particular

    Ἐμμενίδαις Θήρωνί τ O. 3.39

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν Πηλέα θ, ὥς τέ νιν ἁβρὰ Κρηθεὶς Ἱππολύτα δόλῳ πεδᾶσαι ἤθελε N. 5.26

    [
    e dub. ἀρχαῖον ὀτρύνων λόγον, ὡς, ἐπεὶ μόλεν, ὥς τ' οὐ λαθὼν χρυσόθρονον Ἥραν κροκωτὸν σπάργανον ἐγκατέβα (τ del. Hermann, edd. plerique) N. 1.37] B τε τε combined, where the first τε is not connective.
    a joining words, phrases, sentences

    δίφρον τε χρύσεον πτέροισίν τ' ἀκάμαντας ἵππους O. 1.87

    εἴη σέ τε πατεῖν, ἐμέ τε ὁμιλεῖν O. 1.115

    ἐγκωμίων τε μελέων λυρᾶν τε τυγχανέμεν O. 2.47

    Τυνδαρίδαις τε χρύσεον ἁδεῖν καλλιπλοκάμῳ θ' Ἐλένᾳ O. 3.1

    αἴτει σκιαρόν τε φύτευμα στέφανόν τ' ἀρετᾶν O. 3.18

    ἀκαμαντόποδός τ' ἀπήνας δέκευ Ψαύμιός τε δῶρα O. 5.3

    Ζεῦ, Κρόνιόν τε ναίων λόφον τιμῶν τ' Ἀλφεὸν O. 5.18

    ὄφρα κελεύθῳ τ' ἐν καθαρᾷ βάσομεν ὄκχον ἵκωμαί τε O. 6.23

    ἑορτάν τε τεθμόν τε O. 6.69

    [O. 7.5, v. B. b. infra]

    πατρί τε κόρᾳ τ' ἐγχειβρόμῳ O. 7.43

    Δία τε φοινικοστερόπαν σεμνόν τ' ἀκρωτήριον Ἄλιδος O. 9.6

    σόν τε, Κασταλία, πάρα Ἀλφεοῦ τε ῥέεθρον O. 9.17

    ἔκ τ' Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν O. 9.68

    ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν O. 10.43

    ἁδυεπής τε λύρα γλυκύς τ' αὐλὸς O. 10.93

    ἰδέᾳ τε καλὸν ὥρᾳ τε κεκραμένον O. 10.103

    Τερψίᾳ θ' Ἐριτίμῳ τ (θ om. codd. nonnulli.) O. 13.42

    μῆτίν τε γαρύων πόλεμόν τ O. 13.50

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι Σικελία τ P. 1.18

    ἁνία τ' ἀντ ἐρετμῶν δίφρους τε νωμάσοισινP. 4.18

    ξυνὸν ἁρμόζοισα θεῷ τε γάμον μιχθέντα κούρᾳ θ' Ὑψέος εὐρυβίᾳ P. 9.13

    ἀκόντεσσίν τε χαλκέοις φασγάνῳ τε P. 9.20

    Αἰγίνᾳ τε γάρ, φαμί, Νίσου τ' ἐν λόφῳ P. 9.90

    πέφνεν τε ματέρα θῆκέ τ' Αἴγισθον ἐν φοναῖς P. 11.37

    τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι Ὀλυμπίᾳ τ' ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε ἤλεγξαν Ἑλλανίδα στρατιὰν ὠκύτατι (codd.: τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.47—9.

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος λυγρόν τ' ἔρανον Πολυδέκτᾳ θῆκε P. 12.13

    —4.

    ἐγὼ δὲ κείνων τέ μιν ὀάροις λύρᾳ τε κοινάσομαι N. 3.11

    οἴκοι τ' ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.45

    —6.

    πόλιός θ' ὑπὲρ φίλας ἀστῶν θ ὑπὲρ τῶνδ N. 8.13

    ἔν τε γυμνοῖσι σταδίοις σφίσιν ἔν τ' ἀσπιδοδούποισιν ὁπλίταις δρόμοις I. 1.23

    τοὶ μὲν ὦν λέγονται πρόξενοί τ' ἀμφικτιόνων κελαδεννᾶς τ ὀρφανοί ὕβριος I. 4.8

    ἱπποτρόφοι τ' ἐγένοντο, χαλκέῳ τ Ἄρει ἅδον I. 4.14

    —5.

    ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς I. 5.27

    φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου, σθένει τ' ἔκπαγλος ἰδεῖν τε

    μορφάεις I. 7.22

    σώφρονές τ' ἐγένοντο πινυτοί τε θυμόν I. 8.26

    κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερὶ τριόδοντός τ I. 8.35

    Ἀλκαθόου τ' ἀγὼν σὺν τύχᾳ ἐν Ἐπιδαύρῳ τε νεότας I. 8.67

    Οὐρανοῦ τ' εὐπέπλῳ θυγατρὶ Μναμοσύνᾳ κόραισί τ Πα. 7B. 15. θεοί· πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ζωσαμένα τε πέπλον ὠκέως χερσίν τ' ἐν μαλακαῖσιν ὅρπακ ἀγλαὸν δάφνας ὀχέοισα Παρθ. 2. 6.
    b with irregular coordination ἔννεπε κρυφᾷ τις ὕδατος ὅτι τε πυρὶ ζέοισαν εἰς ἀκμὰν μαχαίρᾳ τάμον κατὰ μέλη, τραπέζαισί τ' διεδάσαντο (τε = σε, Christ, Wackernagel) O. 1.48 τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας ( παρέστασ' ἔν coni. Peek, Phil., 1958, 319) O. 6.42

    συμποσίου τε χάριν κᾶδός τε τιμάσαις O. 7.5

    ἔχω καλά τε φράσαι, τόλμα τε ὀρνύει λέγειν O. 13.11

    ἀμφί τε Λατοίδα σοφίᾳ βαθυκόλπων τε Μοισᾶν P. 1.12

    τὶν δ' ἐπέοικεν Ἥρας πόσιν τε πειθέμεν κόραν τε γλαυκώπιδα N. 7.95

    υἱὸν χεῖρας Ἄρεί τ' ἐναλίγκιον στεροπαῖσί τ ἀκμὰν ποδῶν” ( Ἄρει χεῖρας ἐναλ. codd., transp. Hermann, τ add. Boeckh) I. 8.37

    ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ I. 8.57

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε] ἔρριψεν ἑάν τ ἔφανεν φυὰν (ἄειρ[ε νέᾳ τε] e. g. Snell) Πα. 2. 1. ἵππων τ' ὠκυπόδων πολυγνώταις ἐπὶ νίκαις (deest τε alterum propter lacunam) Παρθ. 2.. ὃς Ζεφύρου τε σιγάζει πνοὰς αἰψηράς, ὁπόταν τε χειμῶνος σθένει φρίσσων Βορέας ἐπισπέρχησ' Παρθ. 2. 16—8.
    c in apposition.

    δεῖξέν τε Κοιρανίδᾳ πᾶσαν τελευτὰν πράγματος, ὥς τ' ὥς τ O. 13.75

    —6.

    τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, Περικλύμεν P. 4.175

    ἡρώων ἄωτοι περιναιεταόντων ἤθελον κείνου γε πείθεσθ' ἀναξίαις ἑκόντες, οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    —12. μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκύς, μηλοβότα

    τ' ἀρότᾳ τ ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει I. 1.48

    Τροίας ἶνας ἐκταμὼν δορί Μέμνονός τε βίαν ὑπέρθυμον Ἕκτορά τ' ἄλλους τ ἀριστέας I. 8.54

    d in anaphora ὅσσα τ' ἔριξε λευκωλένῳ ἄκναμπτον Ἥρᾳ μένος ἀντερείδων ὅσα τε Πολιάδι Πα. 6. 87—9, cf. O. 13.75—6.
    e in enumeration,

    τε τε τε νέαισί θ' ἑορταῖς ἰσχύος τ ἀνδρῶν ἁμίλλαις ἅρμασί τε γλαφυροῖς ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.11

    —2. C τε in combination with other particles
    a

    τε δέ, ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἀμφὶ δὲ παρδαλέᾳ στέγετο P. 4.80

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς P. 10.11

    ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον. ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων ἄφαντον βρέμει P. 11.29

    —30. ὁ δ' ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[..].ε τεῖρε δὲ fr. 169. 26—9.
    b τε δὲ τε, τί ἔρδων φίλος σοί τε, καρτερόβρεντα Κρονίδα, φίλος δὲ Μοίσαις, Εὐθυμίᾳ τε μέλων εἴην fr. 155. 1.
    c δὲ τε δέ, v. δέ, N. 5.51—4.
    d

    τε οὐδέ, Οὐλυμπίᾳ τε Θεόγνητον οὐ κατελέγχεις, οὐδὲ Κλειτομάχοιο νίκαν Ἰσθμοῖ θρασύγυιον P. 8.36

    cf. οὔτε οὐδέ.
    e

    οὔτε τε οὐ, ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι, δένδρεά τ οὐκ ἐθέλει ἄνθος εὐῶδες φέρειν N. 11.40

    [
    f dub., τε ἤ, Δί λτ;τεγτ; μισγομέναν ἢ Διὸς παρ' ἀδελφεοῖσιν (supp. Hermann: Διὶ μισγ. codd.: Ζηνὶ μισγ. Tricl.) I. 8.35]
    g τε ἠδέ, καὶ τότ' ἐγὼ σαρκῶν τ ἐνοπὰν λτ;γτ; ἠδ ὀστέων στεναγμὸν βαρύν” fr. 168. 5.
    h τε καί, v. καί. D not in second position
    a

    νέοις ἐν ἀέθλοις ἐν μάχαις τε πολέμου O. 2.44

    ὑπὸ σπλάγχνων ὑπ' ὠδῖνός τ ἐρατᾶς ( ὑπ' ὠδίνεσσ ἐραταῖς coni. Wil., Snell) O. 6.43

    ἐν Μεγάροισίν τ O. 7.86

    ἐν πόντῳ ἐν χέρσῳ τε O. 12.4

    ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ O. 14.18

    ἐπ' Ἀπόλλωνός τε κράνᾳ P. 4.294

    ἐν δίκᾳ τε N. 5.14

    παρὰ Κασταλίαν τε N. 6.37

    ἐν σοφοῖς

    ἀνδρῶν ἐν δικαίοις τε N. 8.41

    ὑπὲρ πολλῶν τε N. 9.54

    ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς I. 5.27

    ἐπὶ θρῆνόν τε πολύφαμον ἔχεαν I. 8.58

    ]ἐν δαιτί τε Πα. 13. a. 21.
    b after art.

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 43.
    c after voc. Αἶαν, τεόν τ' ἐν δαιτί, Ἰλιάδα (Hermann: Αἰάντειόν τ codd.: Αἰάντεόν τ Boeckh) O. 9.112
    d v. also A. 1. a, b sub. fin.; A. 4; B. b.; μέν τε. E fragg.

    θεᾶς θ' Pae. 3.15

    ἀγ]λαάν τ ἐς αὐλὰν Pae. 7.3

    φωνᾷ τά τ ἐόντα τε κα[ὶ Pae. 8.83

    ἥρωί τε βω[ Πα. 13. a. 1. ]ιόν τε σκόπελον Δ. 3. 1. ]ς τε χάρμας Δ. 3. 13. ]εες τ' ἀοιδαί Δ. 3. 1. ]αν λέχεα τ ἀνα[γ]καῖα δολ[ Δ.. 1. ]γένος τε δαιμο[ Δ... ]σι τε ῥοδ[ Δ. 4. c. 2. χάριτάς τ fr. 128. 1. ]ισσαι τε φιλοφροσύναι Θρ.. 1. ]ν ὀρθαι τε Θρ.. 1. ἐπερχόμενόν τε *fr. 140c. 1* λιπαρᾶν τε fr. 196. κακόφρονά τ fr. 211. ξεινοδόκησέν τε fr. 311. Φερσεφόνᾳ ματρί τε ?fr. 346c. 1.

    Lexicon to Pindar > τε

  • 12 τελευτά

    τελευτά (-ά, -ᾷ, -άν; -αί, -αῖς.)
    a conclusion, end

    φέρειν γῆρας εὔθυμον ἐς τελευτάν O. 5.22

    τοῦτο δ' ἀμάχανον εὑρεῖν, ὅτι νῦν ἐν καὶ τελευτᾷ φέρτατον ἀνδρὶ τυχεῖν O. 7.26

    ἀλλ' ἤδη τελευτὰν κεῖνος αὐταῖς ἡμιθέων πλόος ἄγαγεν P. 4.210

    θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη, καὶ τελευτὰν ἁπάντων γᾶν ἐπιεσσόμενος N. 11.16

    [ τελευτάν (v. l. τελετάν, cf. infra d.) fr. 131 ad Θρ. ] οἶδε μὲν βίου τελευτάν, οἶδεν δὲ διόσδοτον ἀρχάν sc. the initiate in the Eleusinian mysteries fr. 137. 2.

    ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις ἐς πλόον ἀρχομένοις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον· ἐοικότα γὰρ καὶ τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν P. 1.35

    b consummation

    ὣς ἄρ' εἰπὼν ἔντυεν τερπνὰν γάμου κραίνειν τελευτάν P. 9.66

    c conclusion, outcome

    δεῖξέν τε Κοιρανίδᾳ πᾶσαν τελευτὰν πράγματος O. 13.75

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ πικροτάτα μένει τελευτά I. 7.48

    θεοῦ δὲ δείξαντος ἀρχάν τελευταί τε καλλίονες fr. 108a. 4.
    d fragg. ]

    μων τελευταῖς ὀαρίζε[ι Pae. 14.33

    Φερσεφόνᾳ ματρί τε χρυσοθρόνῳ θῆ[κ οισι]ν τελευτὰν ἵν' ἐς εν[ ( τέλος Σ, unde τελετὰν coni. Lobel) P.Oxy. 2622, fr. 1, 5 ad ?fr. 346c.

    Lexicon to Pindar > τελευτά

  • 13 ὑπερτίθημι

    1 set over c. acc. & dat. τῶ σε μὴ λαθέτω παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν (ἐπὶ παντὸς πράγματος δεῖ τῷ θεῷ τὴν αἰτίαν ἀνάπτειν Σ.) P. 5.25

    Lexicon to Pindar > ὑπερτίθημι

  • 14 ὡς

    ὡς
    a in comparisons,
    I =

    ὥσπερ Ἴλᾳ φερέτω χάριν Ἁγησίδαμος, ὡς Ἀχιλεῖ Πάτροκλος O. 10.18

    Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν O. 13.52

    μάντις ὡς τελέσσω ἱεραπόλος Παρθ. 1.. προβάτων ἐκ πάντων κελάρυξεν, ὡς ἀπὸ κρανᾶν φέρτατον ὕδωρ, θηλᾶν γάλα *fr. 104b. 2.* cf. ὥς b.
    II ὡς εἰ, c. ind.

    φιάλαν ὡς εἴ τις δωρήσεται νεανίᾳ γαμβρῷ, καὶ ἐγὼ νέκταρ χυτόν πέμπων ἱλάσκομαι O. 7.1

    , v. ὥσει.
    d ἢ ὡς (= ἢ ὤστε) εὑρήσεις ἐρευνῶν μᾶσσον ἢ ὡς ἰδέμεν (“als du blicken kannst,” Dornseiff) O. 13.113 οὐκ ἄναλκις ὡς τόσον ἀγῶνα δῦναι (at potius ad O. 1.81 referendum, nott. Snell) ?fr. 342.
    b epexeg.
    I c. ind., how δεῖξέν τε Κοιρανίδᾳ πᾶσαν τελευτὰν πράγματος, ὤς τ' κοιτάξατο ὥς τέ οἱ παῖς ἔπορεν δαμασίφρονα χρυσόν (bis) O. 13.75—6. ἀρχαῖον ὀτρύνων λόγον, ὡς, ἐπεὶ μόλεν, ὡς (Hermann: ὥς τ codd.) οὐ λαθὼν χρυσόθρονον Ἥραν κροκωτὸν σπάργανον ἐγκατέβα (anacoluthon!) N. 1.35—7.

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν Πηλέα θ, ὥς τέ νιν ἁβρὰ Κρηθεὶς Ἱππολύτα δόλῳ πεδᾶσαι ἤθελε N. 5.26

    συνέπαξε λόγον, ὡς ἦρα νυμφείας ἐπείρα κεῖνος ἐν λέκτροις Ἀκάστου εὐνᾶς N. 5.30

    cf. P. 9.98
    II c. ἄν + opt. (v. Goodwin, M & T, 329̆{2}) μέλλον ἔντειλεν φυλάξασθαι χρέος παισὶν

    φίλοις, ὡς ἂν θεᾷ πρῶτοι κτίσαιεν βωμὸν O. 7.42

    c final,
    I c. subj.

    ἀλλὰ κελεύθοις ἁπλόαις ζωᾶς ἐφαπτοίμαν, θανὼν ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.36

    II c. opt.

    πέφνε δ' Εὔρυτον, ὡς Αὐγέαν λάτριον ἀέκονθ ἑκὼν μισθὸν ὑπέρβιον πράσσοιτο O. 10.28

    χρῆσεν οἰκιστῆρα Βάττον ἱερὰν νᾶσον ὡς ἤδη λιπὼν κτίσσειεν εὐάρματον πόλιν P. 4.7

    d causal, = ἐπεί c. ind.

    δηρίομαι πολέσιν περὶ πλήθει καλῶν, ὡς μὰν σαφὲς οὐκ ἂν εἰδείην λέγειν ποντιᾶν ψάφων ἀριθμόν O. 13.45

    διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις, ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    e temporal, after c. ind.

    ὡς δ' ἄφαντος ἔπελες οὐδὲ φῶτες ἄγαγον, ἔννεπε κρυφᾷ τις O. 1.46

    f in phrases,
    III c. adj., restrictive ἄφωνοί θ' ὡς ἕκασται φίλτατον παρθενικαὶ πόσιν ἢ υἱὸν εὔχοντ, ὦ Τελεσίκρατες, ἔμμεν ( ἕκαστα v. l.: according to their individual wishes, Burton) P. 9.98

    Lexicon to Pindar > ὡς

  • 15 πρᾶγμα

    -ατος + τό N 3 16-10-6-28-66=126 Gn 19,22; 21,26; 44,15; Ex 1,18; Lv 5,2
    deed, action, thing Gn 19,22; undertaking, occupation, task Eccl 3,1; thing, matter Nm 22,8; thing, object Nm 31,23; τὰ πράγματα affairs, interests Est 3,13e; state affairs, public affairs Est 3,13f; business Prv 16,20
    τὸν ἐπὶ τῶν πραγμάτων the treasurer, the administrator 2 Mc 3,7
    Ῥῆμα and πρᾶγμα are often confused in the LXX; both occur as rendition of the Hebr. דבר which means both word and matter, thing
    *Nm 22,8 πράγματα matter corr.? ῥήματα words for MT דבר (בתישׁה), see also Dt 17,10; Ps 63(64),4;
    Est 3,15; *Ps 90 (91),6 ἀπὸ πράγματος of the thing-ָבר דָּ ִמ
    for MT ֶבר דֶּ ִמ
    of the plague; *Est 7,5 τὸ
    πρᾶγμα thing-מלתא (Aram.) for MT מלאו filled him; *DnLXX 2,48 πραγμάτων service, administration
    -עבידתא for MT מדינת the province of
    Cf. DORIVAL 1994 392.422; LE BOULLUEC 1989, 78; WEVERS 1982 129; 1993 279.312.746; 1995 283(Dt
    17,10)

    Lust (λαγνεία) > πρᾶγμα

  • 16 αὐτανίδας

    αὐτανίδας· αὖθις, πάλιν, Hsch. [full] αὐτάντας· ὁ προεστώς τινος πράγματος καὶ αὐθεντῶν, Id.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > αὐτανίδας

  • 17 δέω

    δέω (A), imper. [ per.] 3pl.
    A

    δεόντων Od.12.54

    codd. (v. δίδημι): [tense] fut. δήσω: [tense] aor. ἔδησα, [dialect] Ep.

    δῆσα Il.21.30

    : [tense] pf.

    δέδεκα D.24.207

    , v.l. δεδηκότας in Aeschin.2.134: [tense] plpf.

    ἐδεδήκει And.4.17

    (prob.):—[voice] Med., [dialect] Ep. [tense] impf.

    δέοντο Il.18.553

    : [tense] aor.

    ἐδησάμην 24.340

    , al.; [dialect] Ep.[ per.] 3sg. δησάσκετο ib.15: —[voice] Pass., [tense] fut.

    δεθήσομαι D.24.126

    ,131, etc.,

    δεδήσομαι Pl.R. 361e

    , X.Cyr.4.3.18; δεδέσομαι f.l. in Aristid.Or.41(4).7: [tense] aor.

    ἐδέθην D.24.132

    , etc.: [tense] pf. δέδεμαι (v. infr.): [tense] plpf.

    ἐδεδέμην And.1.48

    ; [dialect] Ep.

    δέδετο Il.5.387

    ; [dialect] Ion. [ per.] 3pl.

    ἐδεδέατο Hdt.1.66

    , etc.—In this Verb, though a disyll., εο and εω are occas. [var] contr. τὸ δοῦν, τῷ δοῦντι, Pl.Cra. 419b, 421c;

    δοῦσα Din.Fr.89.15

    :—bind, tie, fetter,

    δεσμῷ τινα δῆσαι Il.10.443

    , etc.;

    ἐνὶ δεσμῷ 5.386

    , etc.; ἐν πέδαις (v.l. ἐς πέδας) Hdt.5.77;

    δῆσε δ' ὀπίσσω χεῖρας.. ἱμᾶσιν Il.21.30

    ;

    δ. τινὰ χεῖράς τε πόδας τε Od. 12.50

    ; δ. ἔκ τινος to bind from (i.e. to) a thing,

    ἐξ ἐπιδιφριάδος ἱμᾶσι δέδεντο Il.10.475

    , cf. Hdt.4.72; δῆσαί τινα ξύλῳ or ἐν ξύλῳ (cf.

    ξύλον 11.2

    );

    ἐν κλίμακι Ar.Ra. 619

    ; δ. κύνα κλοιῷ tie a clog to a dog, Lex Solonisap.Plu.Sol.24, cf. E.Cyc. 234;

    δ. τινὰ πρὸς φάραγγι A.Pr.15

    ; πρὸς κίονα, κίονι, S.Aj. 108, 240(lyr.);

    δεδεμένοι πρὸς ἀλλήλους Th.4.47

    ; δεδέσθαι ἐν τῆ ποδοκάκκῃ Lex Solonisap.D.24.105.
    2 alone, bind, keep in bonds, πῶς ἂν ἐγώ σε δέοιμι; says Hephaistos, pointing to the nets in which he had caught Ares, Od.8.352;

    αὐτὸς δ' ἔδησε πατέρα A.Eu. 641

    ;

    δήσαντες ἔχειν τινάς Th.1.30

    ; δησάντων αὐτὸν οἱ ἕνδεκα Lex ap.D.24.105, etc.
    3 metaph., bind, enchain,

    γλῶσσα δέ οἱ δέδεται Thgn.178

    ;

    κέρδει καὶ σοφία δέδεται Pi.P.3.54

    ;

    ψυχὰ δ. λύπῃ E.Hipp. 160

    (lyr.); later, bind by spells,

    τὸ στόμα AP11.138

    (Lucill.), cf. Tab.Defix.96,108.
    4 c. gen., hinder from a thing,

    ἔδησε κελεύθου Od. 4.380

    , 469.
    5 Medic., harden, brace up, Hp.Off.17, etc.
    II [voice] Med., bind, tie, put on oneself, ποσσὶ δ' ὑπὸ λιπαροῖσιν ἐδήσατο καλὰ πέδιλα tied them on his feet, Il.2.44, etc.:—[voice] Pass., περὶ δὲ κνήμῃσι βοείας κνημῖδας.. δέδετο he had greaves bound round his legs, Od. 24.228. (Cf. Skt. ditá 'bound', dā´ma 'bond'.)
    ------------------------------------
    δέω (B), A.Pr. 1006, etc.: [tense] fut.
    A

    δεήσω Pl.R. 395e

    : [tense] aor.

    ἐδέησα Lys. 30.8

    , [dialect] Ep. δῆσα only Il.18.100: [tense] pf.

    δεδέηκα Pl.Plt. 277d

    :—[voice] Med., [tense] fut.

    δεήσομαι Th.1.32

    , etc., [dialect] Dor.

    δεοῦμαι Epich.120

    ; later

    - ηθήσομαι LXX Jb.5.8

    , Plu.2.213c, etc.: [tense] aor.

    ἐδεήθην Hdt.4.84

    , Ar.Pl. 986, etc.: [tense] pf.

    δεδέημαι X.An.7.7.14

    , Is.8.22 (the forms δεήσω, etc., compared with the [dialect] Ep. ἐδεύησα, δεύομαι, point to root δεϝ):—lack, miss, stand in need of, c. gen.,

    ἐμεῖο δὲ δῆσε.. ἀλκτῆρα γενέσθαι Il.

    l.c. (elsewh. Hom. uses δεύω, q.v.);

    παραδείγματος τὸ παράδειγμα αὐτὸ δεδέηκεν Pl. Plt. 277d

    , cf. X.Mem.4.2.10.
    2 freq. in [dialect] Att., πολλοῦ δέω I want much, i.e. am far from, mostly c. inf. [tense] pres., πολλοῦ δ. ἀπολογεῖσθαι I am far from defending myself, Pl.Ap. 30d;

    πολλοῦ δεῖς εἰπεῖν Id.Men. 79b

    ;

    π. δ. ἀγνοεῖν Id.Ly. 204e

    ;

    π. γε δέουσι μαίνεσθαι Id.Men. 92a

    ; also

    μικροῦ ἔδεον ἐν χερσὶν εἶναι X.HG4.6.11

    , cf. Men. Georg.25;

    τοσούτου δέω ἱκανὸς εἶναι λέγειν ὥστε.. Lys.17.1

    ;

    τοσούτου δέουσι μιμεῖσθαι Isoc.14.17

    (also

    τοσοῦτον δέω εἰδέναι Pl.Men. 71a

    ); παρὰ μικρὸν ἐδέησα ἀποθανεῖν v.l. in Isoc.17.42; simply

    ἐδέησα κινδύνῳ περιπεσεῖν Alciphr.3.5

    : abs., πολλοῦ γε δέω I am far from it, Pl.Phdr. 228a;

    τοῦ παντὸς δέω A.Pr. 1006

    ;

    παντὸς δεῖ τοιοῦτος εἶναι Pl.Sph. 221d

    (impers. πολλοῦ δεῖ, etc., v. δεῖ 11.1. b): in part.,

    παλαστῆς δεόντων τεττάρων ποδῶν IG12.373.8

    ;

    μικροῦ δέοντα τέτταρα τάλαντα D.27.35

    ; the part. is freq. used to express numerals compounded with 8 or 9,

    ἀνδράσιν ἑνὸς δέουσι τριάκοντα IG12.374.413

    ; δυοῖν δέοντα τεσσεράκοντα forty lacking two, thirty-eight, Hdt.1.14;

    πεντήκοντα δυοῖν δέοντα ἔτη Th.2.2

    ; ἑνὸς δέον εἰκοστὸν ἔτος the 20t h year save one, the 19th, Id.8.6;

    δυοῖν δεούσαις εἴκοσι ναυσίν X.HG1.1.5

    : later, the inf. stands abs., περὶ τὰ ἑνὸς δεῖν πεντήκοντα fifty save one, Arist.Rh. 1390b11: part. in gen.,

    τροφαλίδες μιᾶς δεούσης εἴκοσιν Id.HA 522a31

    ;

    πόλεων δυοῖν δεούσαιν ἑξήκοντα D.L.5.27

    ;

    ἑξήκοντα ἑνὸς δέοντος ἔτη Plu.Pomp.79

    .
    3 part. δέων, δέουσα, as Adj., fit, proper,

    ὁ καιρὸς οὐκ ἔστι χρόνος δέων Arist. APr. 48b36

    ;

    τοῖς δέουσι χρόνοις IG12(3).247.11

    ([place name] Anaphe); ἡ δέουσα ἑκάστων χρῆσις Hierocl.p.61 A., etc.: esp.freq.in neut., v. δέον.
    4 δεῖ impers., v. h. v.
    II Dep. [full] δέομαι: [var] contr.

    δῆσθε Sophr.46

    , part.

    δεύμενος Id.36

    : [tense] fut.

    δεήσομαι Pl.Phlb. 53b

    : [tense] aor. ἐδεήθην: always personal, and used by Hom. only in form δεύομαι (v. δεύω B):
    1 abs., to be in want or need, require, mostly in part.,

    κάρτα δεόμενος Hdt.8.59

    ; οἱ δεόμενοι the needy, opp. οἱ κεκτημένοι τὰς οὐσίας, Isoc. 6.67.
    b stand in need of, want, c. gen., Hdt.1.36, etc.;

    τὰ σὰ δεῖται κολαστοῦ.. ἔπη S.OT 1148

    ; ῥώμης τινὸς δ. ib. 1293; οὐδὲν δεῖσθαι τροφῆς have no need of.., Th.8.43; ἤν τι δέωνται βασιλέως if they have any need of him, ib.37: c. inf.,

    τοῦτο ἔτι δέομαι μαθεῖν Pl.R. 392d

    , cf. Euthd. 275d, etc.; τὰ πράττεσθαι δεόμενα things needing to be done, X.Cyr.2.3.3;

    τὰ δεόμενα

    necessaries,

    IG2.573.4

    ; ἐπισκευάσαι τὰ δεόμενα parts needing repair, ib.22.1176.15;

    τὸ δεόμενον

    the point threatened,

    Plb.15.15.7

    ; δεῖται impers., v. δεῖ.
    2 beg a thing from a person, c. dupl. gen. rei et pers.,

    τῶν ἐδέετο σφέων Hdt. 3.157

    , cf. Th.1.32, etc.;

    μή μου δεηθῇς. ΘΗ. πράγματος ποίου; S.OC 1170

    : freq. with neut. Pron. in acc.,

    τοῦτο ὑμῶν δέομαι Pl.Ap. 17c

    , cf. Smp. 173e, etc.: c. acc. cogn., δέημα, or oftener δέησιν, δεῖσθαί τινος, Ar.Ach. 1059, Aeschin.2.43, etc.: also c. acc. rei only, ξύμφορα

    δ. Th.1.32

    ;

    δυνατά τινος Pl.Prt. 335e

    ;

    δίκαια καὶ μέτρια ὑμῶν D.38.2

    ;

    διαπράξωμαι ἃ δέομαι X.An.2.3.29

    : with gen. pers. only, δεηθεὶς ὑμῶν having begged a favour of you, D.21.108: c.gen.pers. et inf.,

    ἐδέετο τοῦ δήμου φυλακῆς πρὸς αὐτοῦ κυρῆσαι Hdt.1.59

    , cf. Pl.Prt. 336a, etc.;

    δ. τινὸς ὥστε.. Th.1.119

    ;

    ὅπως.. Plu.Ant.84

    : rarely c. acc. pers.,

    ἐδέοντο Βοιωτοὺς ὅπως παραδώσουσι Th.5.36

    : parenthetic,

    δέομαι

    I pray,

    LXXGe.44.18

    .
    ------------------------------------
    δέω (C),
    A = δήω (A), Alc.102.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δέω

  • 18 διαιρέω

    A take apart, cleave in twain, divide,

    διὰ δ' ἀμφοτέρους ἕλε κύκλους ἀσπίδος Il. 20.280

    ;

    παῖδα κατὰ μέλεα διελών Hdt.1.119

    ; δ. λαγόν cut it open, ib. 123; δ. πυλίδα break it open, Th.4.110, 6.51;

    δ. τὴν ὀροφήν

    tear away, pull down,

    Id.4.48

    ;

    τοὺς σταυρούς X.An.5.2.21

    ; δ. τοῦ τείχους take down part of the wall, make a breach in it, Th.2.75; τὸ διῃρημένον the breach, ib.76,5.3; διῃρημένοι τὸ ὑπόζωμα, of insects, Arist. HA 556a18;

    διαιρουμένος τὴν καρδίαν Phld.Sign.1

    .
    II divide, δύο μοίρας Λυδῶν the Lydians into two parts, Hdt.1.94, cf. 4.148;

    δύο μερίδας D.48.12

    ;

    δ. τριχῇ ψυχήν Pl.Phdr. 253c

    ;

    δ. εἰς τὸ ἐλάχιστον Arist.Sens. 440b5

    ;

    εἰς ὁμοιομερῆ Id.HA 486a5

    ([voice] Pass.):—[voice] Med., divide for themselves, κατ' ὀλίγας ναῦς διελόμενοι distributing their ships in small divisions, Th.4.11; τοῖς δικάζουσι δ. τὰ ὦτα lending an ear to both parties, Lib.Or.52.4; divide among themselves,

    τιμάς Hes.Th. 112

    ;

    τὴν ληΐην Hdt.9.85

    ;

    κατὰ πόλεις τὸ ἔργον Th.7.19

    ;

    τἀδικήματα D.45.38

    : abs.,

    δ. κατὰ πόλεις Th.5.114

    :—[voice] Pass., διῃρημένοι κατ' ἀναπαύλας divided into relays, Id.2.75; διαιρήσομαι as [tense] fut. [voice] Pass., Pl.Plt. 261c;

    διῄρητο τὰ τῶν Ἑλλήνων εἰς δύο D.10.51

    .
    2 break up, opp. συντιθέναι, Pl.Phd. 78c, etc.
    3 dispense,

    φάρμακον Plu.2.73b

    .
    III distinguish,

    τυραννίδος εἴδη δύο διείλομεν Arist. Pol. 1295a8

    , etc.;

    δ. πότερα.. X.Oec.7.26

    : abs., Ar.Nu. 742:—[voice] Med., Pl.Tht. 182c;

    δ. τοὺς ἀμείνους καὶ τοὺς χείρονας Id.Lg. 950c

    ;

    δ. περί τινος Id.Chrm. 163d

    .
    2 determine, decide,

    διαφορὰς διαιρέοντες Hdt.4.23

    ;

    δίκας A.Eu. 472

    ; τοῦτο πρᾶγμα ib. 488; ψήφῳ δ. τοῦδε πράγματος πέρι ib. 630;

    τὰ ἀμφίλογα X.Vect.3.3

    , cf. Pl.R. 571a, Prt. 314b, al.;

    κλήρῳ δ. τὸν νικῶντα Id.Lg. 946b

    ;

    δ. περί τινος Arist.Ph. 239b13

    , etc.; διαιρείσθω πόσα εἴδη, etc., Id.Pol. 1300b18, etc.: abs., Ar. Ra. 1100; also

    δ. εἴτε E.Ba. 206

    codd.
    3 define expressly, Hdt.7.16.γ and 103:—[voice] Med., c. acc. et inf., Id.7.47.
    4 [voice] Med., interpret, τέρας, δημεῖον, D.H.4.60, 9.6.
    IV in Logic, divide,

    δ. κατ' εἴδη τὰ ὄντα Pl.Phdr. 273e

    ; divide a genus into its species, Arist.APo. 96b15, al.:—[voice] Med., Id.PA 642b5.
    V Math., divide, Pl.Lg. 895e ([voice] Pass.); διελόντι, dividendo, Archim.Sph.Cyl.1.6, al.
    VI divide words, punctuate in reading, Isoc.12.17, Arist.Rh. 1401a24 ([voice] Pass.); Gramm., resolve a diphthong or contracted form,

    διῃρῆσθαι Ἰακῶς A.D.Pron.38.17

    , cf. Corn.ND5, Hdn.Philet.p.456P. ([voice] Pass.).
    VII allocate revenues, OGI573.24 ([place name] Cilicia).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διαιρέω

  • 19 διαμαρτάνω

    διᾰμαρτ-άνω, [tense] fut.
    A

    - αμαρτήσομαι D.19.151

    :—strengthd. for ἁμαρτάνω, miss entirely, go quite astray from,

    τῆς ὁδοῦ Th.1.106

    ;

    τοῦ πράγματος D.21.192

    , 51.2;

    τοῦ ἑταίρου Pl.Phdr. 257d

    ; τῆς ὀρθοτάτης

    πολιτείας Arist.Pol. 1293b25

    .
    2 fail utterly of, fail of obtaining,

    τινός Th.2.78

    ;

    τῶν ἐλπίδων Isoc.4.93

    ;

    τοῦ ἀγῶνος Is.6.52

    ;

    τῆς εἰρήνης D.18.30

    ; δυοῖν χρησίμοιν οὐ δ. not to miss both of two good things, Id.19.151.
    3 abs., fail utterly, opp. τυγχάνω, Pl.Tht. 178a; to be quite wrong, Macho 2.6; γνώμῃ in judgement, D.24.48,110;

    δ. τοῖς ὅλοις Arist.EN 1098b28

    ; ἐν τῇ ἀρχῇ ib. 1163a3;

    περί τι Id.Oec. 1345b10

    :—[voice] Pass.,

    τὰ πολλὰ.. διημαρτημένα

    utter failures,

    Pl.Lg. 639e

    ;

    διημαρτημένας δόξας Diogenian.Epicur.2.32

    ; διημαρτημένος faulty, of style, Phld.Rh.1.8S., Longin.33.1, Demetr.Eloc. 114 (also in act. sense,

    πολλαχῇ διημαρτημένου τοῦ Πλάτωνος Longin.32.8

    , cf. Plu.2.44e). Adv.

    διημαρτημένως Poll.6.205

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διαμαρτάνω

  • 20 δοκιμαστής

    A examiner, scrutineer, Lys.26.16, Pl.Lg. 802b;

    πράγματος D.48.3

    ;

    διαίτης Aeschin.2.146

    (pl.); money-changer, Men.532.8.
    II approver, panegyrist, D.21.127;

    δ. καὶ ἐπαινηταί D.C.38.4

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δοκιμαστής

См. также в других словарях:

  • πράγματος — πρά̱γματος , πρᾶγμα deed neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μίσθωση — Όρος που στο ελληνικό δίκαιο δηλώνει τρία διαφορετικά είδη συμβάσεων, τη μ. εργασίας, τη μ. πράγματος και τη μ. έργου, που αποτελούσαν αρχικά, υπό τη ρωμαϊκή locatio conductio, ενιαίο τύπο σύμβασης. Η μ. εργασίας αποτελεί τη σύγχρονη διαμόρφωση… …   Dictionary of Greek

  • πώληση — (Νομ.). Αμφοτεροβαρής ενοχική σύμβαση (ενοχή) που αποβλέπει στη μεταβίβαση της κυριότητας κινητού ή ακίνητου πράγματος ή δικαιώματος από ένα πρόσωπο (πωλητή) σε ένα άλλο (αγοραστή) αντί καταβολής ενός χρηματικού, κατά κύριο τουλάχιστον λόγο,… …   Dictionary of Greek

  • υπεξαίρεση — (Νομ.). Η ιδιοποίηση ξένου κινητού πράγματος από μέρους προσώπου, στην κατοχή του οποίου βρίσκεται για οποιοδήποτε λόγο. Με το πράγμα εξομοιώνεται και το τίμημα πράγματος, που ο κύριός του έχει εμπιστευτεί για πώληση, καθώς και το πράγμα που… …   Dictionary of Greek

  • επικαρπία — Το εμπράγματο δικαίωμα ενός δικαιούχου (επικαρπωτή) να χρησιμοποιεί και να νέμεται ένα πράγμα ή ιδανικό μέρος πράγματος (καθώς και απαιτήσεις, ομολογίες κλπ.) που ανήκουν σε άλλο πρόσωπο και να απολαμβάνει τους καρπούς του, διατηρώντας όμως… …   Dictionary of Greek

  • вещь — ВЕЩ|Ь (1186), И с. 1.Вещь, предмет обихода; собир. имущество: иже и помалоу. имениѥ и б҃аство и ины вещи. въ ˫адра нищихъ ||=въложиша. (χρήματα) ЖФСт XII, 43 43 об.; понѥже отъ родитель даѥмыимъ въ даровъ мѣсто чадомъ. или о сътѩжаныихъ вещии… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • γνώση — I Η δυνατότητα να αποδίδουμε σε ένα αντικείμενο τα πραγματικά χαρακτηριστικά του. Το αντικείμενο της γ. μπορεί να είναι ένα ιστορικό γεγονός, ένα συμβάν που μπορεί να επαναληφθεί, μια αφηρημένη έννοια, ένα συναίσθημα, μια αξία κλπ. Αυτό που του… …   Dictionary of Greek

  • ενέχυρο — Παρεπόμενο εμπράγματο δικαίωμα, το οποίο αποβλέπει στην εξασφάλιση μιας απαίτησης (που μπορεί να είναι και μελλοντική ή υπό αίρεση) καθώς και των τόκων, της ποινικής ρήτρας, των δαπανών κλπ., που προκύπτουν από την απαίτηση αυτή. Ε. μπορεί να… …   Dictionary of Greek

  • κυριότητα — (Νομ.). Το εμπράγματο δικαίωμα με το οποίο εκφράζεται η πλήρης εξουσία ενός προσώπου πάνω σε ένα πράγμα. Ο ελληνικός Αστικός Κώδικας (Α.Κ.) –αντίθετα με άλλους ευρωπαϊκούς– δε δίνει τον ορισμό της κ. Το ίδιο συμβαίνει και με το ρωμαϊκό δίκαιο, αν …   Dictionary of Greek

  • νομή — (Νομ.). Η κατοχή (φυσική εξουσίαση) του πράγματος όταν συντρέχει με τη θέληση του εξουσιάζοντος να έχει το πράγμα αυτό δικό του. Οι δύο αυτές προϋποθέσεις είναι απαραίτητες και αποτελούν το σωματικό (corpus) και το πνευματικό (animus) στοιχείο… …   Dictionary of Greek

  • ουσία — Κάτι που πραγματικά υπάρχει. Λέγεται επίσης και για κάτι που ικανοποιεί τη γεύση (το ψωμί χωρίς αλάτι δεν έχει ουσία). Ως σύνθετη, η λέξη έχει διάφορες έννοιες, όπως, για παράδειγμα, περιουσία. Ο όρος χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στα φιλοσοφικά… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»