-
1 παν-εύ-φορος
παν-εύ-φορος, sehr ergiebig (?).
-
2 πρός-φορος
πρός-φορος, zuträglich, nützlich, τινί, Her. 7, 20, u. absolut, 4, 14; angemessen, entsprechend, ἐπέων καύχαις ἀοιδὰ πρόςφορος, Pind. N. 9, 7 (vgl. Böckh, sonst καύχας als gen.); ποτίφορος ἀγαϑοῖσι μισϑός, N. 7, 63; κόσμος, 3, 31, vgl. 8, 48; auch mit dem inf., εἴην εὑρησιεπὴς πρόςφορος ἀναγεῖσϑαι ἐν Μοισᾶν δίφρῳ, Ol. 9, 81; οὐ γὰρ δόμοισι τοῖςδε πρόςφορον μολεῖν, Aesch. Eum. 198, vgl. Ch. 703; Soph. El. 220; πάνϑ' ὁπόσ' ἂν μέλλω πράσσειν πρόςφορά ϑ' ὑμῖν καὶ τῷ κατὰ γᾶς, O. C. 1771; τοῖς ἐμοῖσιν οὐχὶ πρόςφορος τρόποις, Eur. Suppl. 338; λέγεις σαυτῷ πρόςφορα, Hec. 1246, u. öfter; πόλιν μείζω μὲν οὐδέν, προςφορωτέραν δὲ νῷν, Ar. Av. 124; u. in Prosa: Thuc. 7, 62; ὡς οἰκείαν καὶ πρόςφορον ἀρετῇ καὶ φρονήσει πεφυκυῖαν χώραν, Plat. Critia. 109 c; Phaedr. 270 a u. öfter; τὰ τῇ νόσῳ πρόςφορα, Dem. 59, 56; Folgde, πᾶν τὸ πρόςφορον Ῥωμαίοις, Pol. 25, 9, 4, u. Sp., wie Luc. Gall. 5. – Auch wie προςφερής, nahe kommend, ähnlich, τινί, Eur. Phoen. 129, Plut. Alc. 23.
-
3 τροπαιο-φόρος
-
4 πανεύφορος
См. также в других словарях:
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
φέρω — ΝΜΑ, και φέρνω Ν, και δωρ. τ. φάρω Α 1. κρατώ ή σηκώνω κάτι πάνω μου, βαστάζω (α. «φέρει έναν βαρύ σάκο στους ώμους του» β. «φέρων άξονας» γ. «χερσὶν εὐθὺς διψίαν φέρει κόνιν», Σοφ. δ. «μέγα ἔργον, ὅ οὐ δύο γ ἄνδρε φέροιεν», Ομ. Ιλ.) 2. έχω (α.… … Dictionary of Greek
πάμφορος — πάμφορος, ον (Α) 1. αυτός που παράγει κάθε είδους καρπούς, γονιμότατος 2. αυτός που φέρει μαζί του τα πάντα. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + φόρος*] … Dictionary of Greek