Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

παλαιο-

См. также в других словарях:

  • παλαιο- — και παλι(ο) (ΑΜ παλαιο ) α συνθετικό λέξεων που ανάγεται στο επίθ. παλαιός και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνεται από το β συνθετικό είναι αρχαίο (πρβλ. παλαιογενής) ή έγινε πριν από πολλά χρόνια (πρβλ. παλαιόκτητος) ή οπισθοδρομικό, συντηρητικό… …   Dictionary of Greek

  • Παλαιό Αγιονέρι — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 130 μ.) του νομού Κιλκίς. Βρίσκεται NΔ της Πικρολίμνης, κοντά στα σύνορα με τον νομό Θεσσαλονίκης. Έδρα του ομώνυμου δήμου …   Dictionary of Greek

  • Παλαιό Γεράνι — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 20 μ.) στην πρώην επαρχία Κυδωνίας, του νομού Χανίων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Γερανίου …   Dictionary of Greek

  • Παλαιό Γυναικόκαστρο — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 90 μ.) του νομού Kιλκίς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μεσιανού …   Dictionary of Greek

  • Παλαιό Ελευθεροχώρι — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 130 μ.) του νομού Πιερίας …   Dictionary of Greek

  • Παλαιό Εράσμιο — Οικισμός (υψόμ. 10 μ.) του νομού Ξάνθης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ερασμίου …   Dictionary of Greek

  • Παλαιό Ζερβοχώρι — Οικισμός (υψόμ. 4 μ.), στην πρώην επαρχία Nάουσας, του νομού Hμαθίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ζερβοχωρίου …   Dictionary of Greek

  • Παλαιό Καλαμάκι — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 5 μ.) του νομού Kορινθίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ισθμίας …   Dictionary of Greek

  • Παλαιό Κατράμι — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ.) του νομού Ξάνθης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Διομήδειας …   Dictionary of Greek

  • Παλαιό Κεραμίδι — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 150 μ.) του νομού Πιερίας. Βρίσκεται BΔ της Κατερίνης …   Dictionary of Greek

  • Παλαιό Λουτρό — Oρεινός οικισμός (υψόμ. 540 μ.), στην πρώην επαρχία Τριφυλίας, του νομού Μεσσηνίας. Βρίσκεται A του Αιγάλεω, BA των Γαργαλιάνων …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»