Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

νίψαι

См. также в других словарях:

  • νίψαι — νί̱ψαῑ , νίφω aor opt act 3rd sg νίζω wash the hands aor imperat mid 2nd sg νίζω wash the hands aor inf act νίψαῑ , νίζω wash the hands aor opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νῖψαι — νίφω aor imperat mid 2nd sg νίφω aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρόσωπο — Μέρος της κεφαλής που βρίσκεται κάτω από το μπροστινό τμήμα του κρανίου. Ο σκελετός του αποτελείται από 6 ζυγά οστά (άνω γνάθος, ζυγωματικό οστό, δακρυϊκό οστό, ρινικό οστό, κάτω ρινική κόγχη, υπερώιον) και από δύο μονά (κάτω γνάθος και ύνις)· τα …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»