-
1 μετά-θεσις
μετά-θεσις, ἡ, das Umsetzen, die Umstellung, τῶν ῥημάτων, Din. 24, 84 u. oft bei den Rhett.; auch das Uebertreten zu einer andern Partei, ὴ μετάϑεσις πρός τινα, Pol. 5, 26, 8; die Veränderung übh., Sinnesänderung, ἐκ μεταϑέσεως, 30, 18, 2; ἡ ἐπὶ τὸ βέλτιον μετ., 1, 35, 7; dah. Verbesserung, ἁμαρτημάτων, 5, 11, 5; – von Waaren, der Umsatz, 10, 1, 8. – Bei Plut. frat. amor. 9 ὀνομάτων μετ., eine Art Euphemismus, wenn man z. B. für ῥᾳϑυμία ἁπλότης sagt. – Bei Gramm. Buchstabenversetzung.
-
2 μετάθεσις
μετά-θεσις, ἡ, das Umsetzen, die Umstellung; auch das Übertreten zu einer andern Partei; die Veränderung übh., Sinnesänderung; dah. Verbesserung; von Waren: der Umsatz. Gramm. Buchstabenversetzung -
3 μεταθεσις
- εως ἥ1) перемещение, перестановка(ταῦτα, ὅσων ἥ φύσις ἥ αὐτέ μένει τῇ μεταθέσει Arst.)
2) грам. метатез(ис), перестановка букв (напр. καρδία › κραδίη)3) смена, перемена(ἐπὴ τὸ βέλτιον Polyb.)
ἐξ ἀνάγκης καὴ νόμου μ. γίνεται погов. NT. — по нужде и закону перемена бывает;— замена (ὀνομάτων Plut.)4) мена, торговый обмен, товарооборот5) устранение, исправление(τВον ἁμαρτημάτων Polyb.)
6) юр. право внесения измененийγεγράφθαι τέν μετάθεσιν Thuc. — (право) внести изменения (в договор)
7) переход(ἥ μ. πρός τινα Polyb.)
-
4 τροπή
A turn, turning:a ὅθι τροπαὶ ἠελίοιο apparently denotes a point on the horizon, prob. the West or place where the sum sets (so Eust.1787.20), Od.15.404.b each of two fixed points in the solar year, the solstices, first in Hes., at the time of the (winter) solstice, Op. ; μετὰ τροπὰς ἠελ. ib.564,663 (with [dialect] Dor. acc. pl. in - ᾰς); πεδὰ τὰς τροπάς Alcm.33.5
:—later the two solstices were distinguished as τροπαὶ θεριναί and χειμεριναί, Hdt.2.19, Th.7.16, Pl.Lg. 767c, Arist. HA 542b4 sqq., Gal.6.405, etc. (rarely in sg.,τροπὴ θερινή Arist.Mete. 364b2
, Gem.1.13; τ. χειμερινή ib.15);τροπαὶ νότιοι Arist.HA 542b11
; τ. βόρειοι, νότιοι, Plu.2.601a:—when τροπαί is used alone, it mostly refers to the winter solstice, but the sense is always determined by the context, v. Hes. ll. cc.; περὶ ἡλίου τροπάς (sc. χειμερινάς) Th.8.39;εὐθὺς ἐκ τροπῶν Arist.HA 542b20
:—sts. also of other heavenly bodies, Pl.Ti. 39d;περὶ Πλειάδος δύσιν καὶ τροπάς Arist.HA 542b23
, etc.;ἄστρων ἐπιτολάς, δύσεις, τροπάς Alex.30.5
;τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων Arist.Cael. 296b4
;τροπαὶ ἡλίου καὶ σελήνης Epicur.Ep.2p.40U.
:—sts. four in number (the two equinoxes and two solstices), S.E.M.5.11, Gal.17(1).22; so (on a sun-dial)θερινὴ τ., ἰσημερινὴ τ., χειμερινὴ τ., Ἀρχ.Δελτ. 12.236
([place name] Samos).2 turn, change, Arist.Pol. 1316a17;πλείους τραπόμενος τροπὰς τοῦ Εὐρίπου Aeschin. 3.90
; τ. πρὸς τὸ βέλτιον turn for the better, Phld.Rh.2.25S.;ὀξυτέρας τρεπόμενος τ. τοῦ χαμαιλέοντος Plu.Alc.23
;αἱ τοῦ κόλακος ὥσπερ πολύποδος τ. Id.2.52f
;αἱ τῶ αἵματος τ. καὶ ἀλλοιώσιες Ti.Locr.102c
; αἱ περὶ τὸν ἀέρα τ. changes in the air or weather, Plu.2.946f; of wine, a turning sour, ib.939f (cf. τροπίας); going bad, of food,τ. καὶ διαφθορὰ τῶν παρακειμένων Gal.19.208
; of phonetic change in language, A.D. Adv.210.4, Hdn.Gr.2.932.3 τροπαὶ λέξεως a change of speech by figures or tropes ([etym.] τρόποι), Luc.Dem.Enc.6, cf. Hermog.Inv.4.10, al.4 αἱ τροπαί, = αἱ τροπαῖαι, alternating winds, Arist.Pr. 940b16, 21, Thphr.CP2.3.1, Vent.26.II the turning about of the enemy, putting to flight or routing him, τροπήν (or τροπάς) τινος ποιεῖν or ποιεῖσθαι put one to flight, Hdt.1.30, Ar.Eq. 246 (troch.), Th.2.19, 6.69, etc.; οἵαν ἂν τροπὴν Εὐρυσθέως θείμην ( θείην codd.) E.Heracl. 743;τροπὴ γινομένη Hdt.7.167
, cf. Th.1.49,50, etc.: poet.,ἐν μάχης τροπῇ A.Ag. 1237
; ἐν τροπῇ δορός in the rout caused by the spear, S.Aj. 1275, E.Rh.82.IV a coin, Hsch.; cf. τροπαϊκόν. -
5 ὑπογράφω
A write under an inscription, subjoin or add to it, τῇ στήλῃ ὑ. ὅτι οὐκ ἐνέμειναν τοῖς ὅρκοις" Th.5.56;τὰς πόλεις.. ὧν εἷς ἕκαστός ἐστιν IG22.237.34
; ὁ ὑπογεγραμμένος the undermentioned, CIG 1957g (Maced.), cf. PTeb.61 (a).10, al. (ii B. C.);ἐπὶ τῶν ὑπογεγραμμένων μαρτύρων PAvrom.1
A 7 (i B. C.; but κατὰ τὰ ὑπογεγραμμένα as has been indicated (above), PCair.Zen. 173.10 (iii B. C.), v. infr. 11.4).2 sign, subscribe,τὸ ψήφισμα αὐτοῦ ὑπέγραψα Hyp.Eux.30
, cf. PTeb. 35.11 (ii B. C.):—[voice] Med., ὑ. τὰς καταβολάς sign and so make oneself liable for the payment, D.Ep.3.40; τοὺς ἵππους ἰδίους ὑ. signed his name as their owner, D.S.13.74 codd. (better ἀπεγράψατο as Peiresc and Plu.Alc.12); ὑπογράψας ἐπιβουλεῦσαί με having accused me of plotting, D.37.23 (v.l. in 23.220); ὑ. κρίσεις τινί lodge accusations against one, Plb.22.4.6 (s. v.l.);ὑ. τὴν ἀντωμοσίαν κατά τινος Them.Or.26.313c
; bring an accusation against one, .II write under, i.e. trace letters for children to write over,οἱ γραμματισταὶ τοῖς μήπω δεινοῖς γράφειν τῶν παίδων ὑπογράψαντες γραμμὰς τῇ γραφίδι Pl.Prt. 326d
: metaph., ἡ πόλις νόμους ὑ. traces out laws as guides of action, ibid., cf. Lg. 734e: abs., πάντα ὑ. τῷ πράττειν give all directions for acting, ib. 711b; ᾗ ἡμεῖς ὑ. as we sketched out, Id.Tht. 171e: folld. by relat. clause, τοὺς.. ὑπογράψαντας τίνα τρόπον .. Phld.Mus.p.86 K.2 trace in outline, sketch out,οἱ γραφεῖς ὑπογράψαντες ταῖς γραμμαῖς οὕτως ἐναλείφουσι τοῖς χρώμασι τὸ ζῷον Arist.GA 743b24
;καθάπερ ζωγράφον ὑ. ἔργα Pl.Lg. 934c
;ὡς λόγῳ σχῆμα πολιτείας ὑπογράψαντα μὴ ἀκριβῶς ἀπεργάσασθαι Id.R. 548c
;ὑ. τοῖς ἐξεργάζεσθαι καὶ διαπονεῖν δυναμένοις Isoc.5.85
; sketch,τὸ σχῆμα τῆς Σικελίας Plu.Nic.12
; mark on a map,πόλεις Ptol.Geog.1.18.5
:—[voice] Med., οἷον δή τις ναυπηγὸς.. καταβαλλόμενος τὰ τροπιδεῖα ὑπογράφεται τῶν πλοιων σχήματα has their forms traced out, Pl.Lg. 803a;ὑ. τὸ σχῆμα τῆς πολιτείας Id.R. 501a
;ὑ. σκιάν Poll. 7.129
(v.l.):—[voice] Pass., τὰ ὑπογεγραμμένα the symptoms described, Hp. Epid.1.3, cf. 19, Phld.Piet.19.3 σπληνίσκος ὑπογεγραμμένος ἱππέα with an outline sketch of a horseman upon it, Michel 832.24 (Samos, iv B. C.).4 metaph. senses taken from 11.1, 11.2, trace, indicate,τοῖς τιμιωτέροις ὑπέγραψεν ἡ φύσις τὴν βοήθειαν Arist.PA 658a23
;τὰς δύο φλέβας.. ἡ φύσις ὑπέγραψεν Id.GA 740a28
; ; ὑπογράφων αὐτῷ μεγάλας ἐλπίδας hinting at.., Plb.5.36.2, cf. 5.62.1, Aët.9.42;ἐλπίδα παραιτήσεως ὑπογράφει θεῶν διὰ τιμῆς Epicur.Ep.3p.65U.
; τὴν αὐτὴν ἀπορίαν ὑπογράφουσιν present or suggest the same problem, Str.17.1.34; indicate,τὸν χαρακτῆρα τῆς λέξεως D.H.Dem.40
;τὴν μετὰ κίσσαν ἐπιμέλειαν Sor.1.54
: c. dupl. acc.,νομάδας αὐτοὺς ὑπογράφων Str.1.1.6
:—[voice] Pass., was traced,Epicur.
Ep.3p.59U.; μέχρι τοῦ πρῶτον ὑπογραφέντος αὐτοῖς χνοῦ till the first signs of their beard appeared, Luc.Am.10.5 [voice] Med., describe generally,ὑ. τὴν διόρθωσιν τοῦ νόμου D.S.12.18
:— [voice] Pass., τύπῳ.. ὑπογεγράφθω περὶ ψυχῆς (impers.) Arist.de An. 413a10, cf. SE 181a2.III [voice] Med., ὑ ἑαυτῷ εἰς μνήμην c. inf., make a memorandum that.., App.Pun. 136.IV [voice] Med., pledge, mortgage,ὑπογράψονται τὼς χώρως Tab.Heracl.1.149
.V ὑπογράφειν or - γράφεσθαι τοὺς ὀφθαλμούς paint under the eyelids, Nic. Dam.4 J., J.BJ4.9.10, Poll.5.102, Luc.Bis Acc.31;ὑπεγέγραπτο τοὺς ὀφθαλμούς Ath.12.529a
: abs.,ὑπογεγραμμένη Ar.Fr. 880
, Hsch.; cf. ,ὑπόγραμμα 11
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπογράφω
См. также в других словарях:
метате́за — ы, ж. лингв. Непроизвольная перестановка двух звуков или слогов в слове, например: тарелка вместо первоначального талерка (из нем. Teller), ладонь вместо первоначального долонь. [От греч. μεταθεσις перестановка] … Малый академический словарь
τίθημι — ΝΜΑ (μέσ. παθ.) τίθεμαι τοποθετούμαι νεοελλ. (κυρίως σε φρ.) α) «τίθεμαι επικεφαλής» i) μπαίνω πρώτος στη σειρά ii) μτφ. γίνομαι αρχηγός, προΐσταμαι β) «τίθεμαι επί ποδός» δραστηριοποιούμαι, κινητοποιούμαι γ) «τίθεμαι επί το έργον» καταπιάνομαι… … Dictionary of Greek
ИЕРОНИМ I — [греч. ῾Ιερώνυμος; в миру Иероним Коцонис, греч. ῾Ιερώνυμος Κοτσώνης] (1905, с. Истерния, о в Тинос, Греция 15.11.1988, там же), архиеп. Афинский и всей Эллады (1967 1973). Происходил из бедной семьи; отец И. моряк, скончался за 3 месяца до его… … Православная энциклопедия
Liste griechischer Wortstämme in deutschen Fremdwörtern — Griechische Wortstämme sind im Deutschen überwiegend in Fachausdrücken zu finden, die entweder direkt dem Griechischen entstammen oder Neubildungen sind. Von einer begrenzten Anzahl dieser Wortstämme wurden und werden zahlreiche wissenschaftliche … Deutsch Wikipedia
Καραθεοδωρής — Επώνυμο οικογένειας από την Κωνσταντινούπολη, τα μέλη της οποίας διακρίθηκαν στην πολιτική και στις επιστήμες. 1. Αλέξανδρος (Κωνσταντινούπολη 1833 – 1906). Διπλωμάτης και συγγραφέας. Ξεκίνησε την καριέρα του ως υπάλληλος στο υπουργείο Εξωτερικών … Dictionary of Greek
θέμις — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν Τιτανίδα, κόρη της Γαίας και του Ουρανού, προσωποποίηση του θείου δικαίου, του νόμου και της τάξης. Συγκαταλέγεται (ύστερα από τη Μήτι και πριν από την Ήρα) μεταξύ των συζύγων του Δία, του εγγυητή όλων των κανόνων που… … Dictionary of Greek
σύνθεση — Η τοποθέτηση ενός πράγματος μαζί με άλλο, η αρμονική ένωση μερών ή στοιχείων του, για να δημιουργηθεί από αυτά ένα σύνολο, η συναρμολόγηση. Στη γραμματική, σ. λέγεται η ένωση δύο λέξεων σε μία, όπως π.χ. των λ. αστραπή και βροντή = αστραπόβροντο … Dictionary of Greek
Αλιβιζάτος, Αμίλκας — (Ληξούρι 1887 – 1969).Θεολόγος και συγγραφέας. Διετέλεσε καθηγητής του κανονικού δικαίου και της ποιμαντικής στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1918 57) και ακαδημαϊκός (1962). Γεννήθηκε στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς και σπούδασε θεολογία … Dictionary of Greek