Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

μαλοπάραυος

См. также в других словарях:

  • μαλοπάραυος — μαλοπάραυος, ον (Α) (αιολ. τ. τού μηλοπάρειος*) 1. (κατά τον Ησύχ.) «μαλοπάραυος λευκοπάρειος» 2. πάπ. (αιτ. εν.) μαλοπαρούαν και μαλοπαραύαν (για φοράδα) λευκή και καστανή. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο Ησύχιος έχει συνδέσει τον τ. με το μαλός (I) «λευκός», ωστόσο …   Dictionary of Greek

  • μαλοπάραυος — white and chestnut masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηλοπάρειος — μηλοπάρειος, δωρ. τ. μαλοπάραυος, ον (Α) 1. αυτός που έχει μάγουλα κόκκινα σαν το μήλο («μαλοπάραυος Ἀγαύη», Θεόκρ.) 2. (κατά τον Ευστάθ.) «ἁπαλοπάρῃος». [ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (Ι) + πάρειος και πάραυος (< παρειαί και αιολ. τ. παραῦαι «μάγουλα») …   Dictionary of Greek

  • μαλός — I Αρχαία πόλη της Κιλικίας. Αναφέρεται και ως Μαλλός. Βρισκόταν σε ύψωμα, κοντά στις εκβολές του Πύραμου, και είχε χτιστεί από τους Αμφίλοχο και Μόψο. Η Μ. χρησιμοποιήθηκε διαδοχικά από τους Αντίγονο, Πτολεμαίο και Πομπήιο. Ο τελευταίος, κατά τον …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»