-
1 λουτήρ
-
2 λουτήρ
λουτήρwashing: masc nom sg -
3 λουτήρ
λουτήρ, ῆρος, ὁ, Waschfaß, Badewanne -
4 λουτήρ
-
5 λουτήρ,-ῆρος
ὁ N 3 7-8-0-0-0=15 Ex 30,18.28; 31,9; 38,26(8); 38,27(40,30)washing tub, basin; neol. -
6 λουτήροιν
λουτήρwashing: masc gen /dat dual -
7 λουτήρων
λουτήρwashing: masc gen pl -
8 luter
-
9 λουτηρίσκος
λουτηρίσκος, ὁ, dim. zu λουτήρ 8?).
-
10 λουτήρα
-
11 λουτῆρα
-
12 λουτήρας
-
13 λουτῆρας
-
14 λουτήρε
-
15 λουτῆρε
-
16 λουτήρες
-
17 λουτῆρες
-
18 λουτήρι
-
19 λουτῆρι
-
20 λουτήρος
- 1
- 2
См. также в других словарях:
λουτήρ — washing masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λουτῆρα — λουτήρ washing masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λουτῆρας — λουτήρ washing masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λουτῆρε — λουτήρ washing masc nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λουτῆρες — λουτήρ washing masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λουτῆρι — λουτήρ washing masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λουτῆρος — λουτήρ washing masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λουτῆρσι — λουτήρ washing masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λουτῆρσιν — λουτήρ washing masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λουτήροιν — λουτήρ washing masc gen/dat dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λουτήρων — λουτήρ washing masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)