Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κυβιστᾶν

См. также в других словарях:

  • κυβιστᾶν — κυβιστάω tumble head foremost pres part act masc voc sg (doric aeolic) κυβιστάω tumble head foremost pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) κυβιστάω tumble head foremost pres part act masc nom sg (doric aeolic) κυβιστᾶ̱ν , κυβιστάω… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κυβιστᾷν — κυβιστάω tumble head foremost pres inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κυβιστώ — και κυβισταίνω (Α κυβιστῶ, άω, ιων. τ. κυβιστέω) βάζω το κεφάλι κάτω και τα πόδια επάνω και αναστρέφομαι, κάνω ακροβατικό ελιγμό με το κεφάλι προς τα κάτω, κάνω τούμπα («ἦ μάλ ἐλαφρὸς ἀνήρ, ὡς ῥεῑα κυβιστᾷ», Ομ. Ιλ.) αρχ. 1. (για ψάρι) βυθίζομαι …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»