Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κτεατ

См. также в других словарях:

  • Κτέατ' — Κτέατε , Κτέατος masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κτέατ' — κτέατα , κτέαρ neut nom/voc/acc pl κτέατι , κτέαρ neut dat sg κτέατε , κτέαρ neut nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιλάειρα — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν κόρη του Λεύκιππου, γιου του βασιλιά της Μεσσήνης Περιήρους, και της Φιλοδίκης, κόρης του Ινάχου, βασιλιά του Άργους. Η Ι. και η αδελφή της Φοίβη, επρόκειτο να παντρευτούν τους Αφαρίδες Ίδα και Λυγκέα. Όταν όμως τις… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»