Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κρηνῖτις

См. также в других словарях:

  • κρηνίτις — κρηνῑτις, ιδος, ἡ (Α) φρ. «κρηνῑτις βοτάνη» βότανο που φύεται κοντά σε κρήνη. [ΕΤΥΜΟΛ. < κρήνη + κατάλ. ῖτις (πρβλ. συκ ίτις, φυκ ίτις)] …   Dictionary of Greek

  • κρήνη — Κατασκευή που από τα παλαιότερα χρόνια χρησίμευε για τη λήψη, τη συγκέντρωση και τη φύλαξη του νερού, του στοιχείου αυτού, το οποίο, ως φορέας της ζωής και της διατήρησής της, κατέκτησε ιδιαίτερη θέση στη ζωή και στη σκέψη των ανθρώπων. Η κ.,… …   Dictionary of Greek

  • κρηνίτιδας — κρηνί̱τιδας , κρηνῖτις growing near a spring fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»