Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κοίῃ

См. также в других словарях:

  • κοίῃ — κοία fem dat sg (epic ionic) κοίῃ indeclform (adverb) κοῖος fem dat sg (epic ionic) κοί̱ῃ , ποῖος of what kind? fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοίη — κέω to lie down pres opt act 3rd sg κοία fem nom/voc sg (epic ionic) κοῖος fem nom/voc sg (epic ionic) κοί̱η , ποῖος of what kind? fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποιος — ποια, ποιο / ποῑος, ποία, ποῑον, ΝΜΑ και ιων. τ. κοῖος, η, ον, Α (ερωτ. αντων.) χρησιμοποιείται στις ερωτηματικές προτάσεις προκειμένου από την απάντηση να δηλωθεί: 1. η ταυτότητα προσώπου, τόπου ή πράγματος (α. «ποιος ρώτησε;, Εγώ» β. «ποιος… …   Dictionary of Greek

  • διαφιλονικοίη — διαφιλονῑκοίη , διαφιλονεικέω pres opt act 3rd sg διαφιλονικέω dispute earnestly pres opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νικοίη — νῑκοίη , νικάω conquer pres opt act 3rd sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλονικοίη — φιλονῑκοίη , φιλονεικέω pres opt act 3rd sg φιλονικέω to be fond of victory pres opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»