Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

κλιματικός

См. также в других словарях:

  • κλιματικός — ή, ό (Α κλιματικός, ή, όν) νεοελλ. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο κλίμα ενός τόπου (α. «κλιματικές ζώνες» οι ζώνες τής γήινης σφαίρας που περιλαμβάνονται μεταξύ δύο παράλληλων προς τον ισημερινό κύκλων β. «κλιματικές περιοχές» τα μέρη τής Γης… …   Dictionary of Greek

  • κλιματικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο κλίμα κάποιου τόπου: Δεν είναι καλές οι κλιματικές συνθήκες του τόπου αυτού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Προβηγκία — (Provence). Ιστορική περιοχή της νοτιοανατολικής Γαλλίας και αρχαία επαρχία του βασιλείου πριν από τη Γαλλική επανάσταση. Σήμερα διαιρείται στους νομούς Μπους ντι Ρον, Βαρ, Άλπεων της Άνω Π., Παραθαλάσσιων Άλπεων και περιλαμβάνει μεγάλο τμήμα του …   Dictionary of Greek

  • ξηροθερμικός — ή, ό 1. (βιογεωγρ.) χαρακτηρισμός θερμών και ξηρών σταθμών που βρίσκονται στο μέσον ορισμένων πολύ πιο υγρών περιοχών και περικλείουν χαρακτηριστικά φυτά και ζώα 2. φρ. «ξηροθερμικός δείκτης» (βιογεωγρ.) κλιματικός δείκτης που αναφέρεται στα… …   Dictionary of Greek

  • Ινδονησία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδονησίας Έκταση: 1.919.440 τ. χλμ. Πληθυσμός: 228.437.870 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Τζακάρτα (8.389.443 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Έχει χερσαία σύνορα (σε διαφορετικά νησιά) με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… …   Dictionary of Greek

  • Νορβηγία — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στη Σκανδιναβία. Συνορεύει Α με τη Σουηδία, ΒΑ με τη Φινλανδία και τη Ρωσία, Β βρέχεται από τη θάλασσα Μπάρεντς και Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.H Ν. (της οποίας η ονομασία, Nόργκε ή Nοργκ σημαίνει δρόμος του βορρά),… …   Dictionary of Greek

  • Ρουμανία — Κράτος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Β με την Ουκρανία, στα Δ με την Ουγγαρία και τη Σερβία, στα Ν με τη Βουλγαρία, ενώ στα Α βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα.H Pουμανία ανήκει στην παραδουνάβια Eυρώπη κι εισχωρεί σαν σφήνα στο σλαβικό… …   Dictionary of Greek

  • Σανταντέρ — (Santander). Πόλη (192 483 κάτ.) της βόρειας Ισπανίας, στην Παλαιά Καστίλλη, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (5.321 τ. χλμ.), που περιλάμβανα το κεντρικό τμήμα των Κανταβρικών Ορέων μεταξύ των Βασκικών Επαρχκόν στα Α και των Αστουριών στα Δ.… …   Dictionary of Greek

  • Σεβαστούπολη — (Σεβαστοπόλ ρωσικά). Πόλη (356 000 κάτ.), στη Δημοκρατία της Ουκρανίας, στον ομώνυμο κόλπο, επί της νοτιοδυτικής ακτής της χερσονήσου της Κριμαίας. Η πόλη, που ιδρύθηκε το 16o αι. από τους Τατάρους με το όνομα Αχτιάρ, αναπτύχθηκε ύστερα ως… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»