Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

κλειθρίον

См. также в других словарях:

  • κλειθρίον — κλειθρίον, τὸ (Α) μικρή κλειδαριά. [ΕΤΥΜΟΛ. < κλεῖθρον + υποκορ. κατάλ. ίον, πρβλ. κλαδ ίον, στρουθ ίον] …   Dictionary of Greek

  • κλειθρίον — neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κλειθρίου — κλειθρίον neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κλειθρίῳ — κλειθρίον neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κλειθριώδης — κλειθριώδης, ῶδες (Α) [κλειθρίον] γεμάτος ρωγμές, χαραμάδες …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»