Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κατα-στοχάζομαι

См. также в других словарях:

  • κατεστοχασμένον — κατά στοχάζομαι aim perf part mp masc acc sg κατά στοχάζομαι aim perf part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεστοχαζόμεθα — κατά στοχάζομαι aim imperf ind mp 1st pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεστοχασμένος — κατά στοχάζομαι aim perf part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεστοχασάμεθα — κατά στοχάζομαι aim aor ind mp 1st pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεστοχασάμην — κατά στοχάζομαι aim aor ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεστοχάζετο — κατά στοχάζομαι aim imperf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεστοχάζοντο — κατά στοχάζομαι aim imperf ind mp 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεστοχάσαντο — κατά στοχάζομαι aim aor ind mp 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεστοχάσατο — κατά στοχάζομαι aim aor ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεστοχάσθαι — κατά στοχάζομαι aim perf inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατεστοχάσω — κατά στοχάζομαι aim aor ind mp 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»