Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

θυμέλη

См. также в других словарях:

  • θυμέλη — place of burning fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμέλῃ — θυμέλη place of burning fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμέλη — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζονται διάφορα μέρη του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Ειδικότερα, η θ. μπορεί να ήταν βήμα ή βωμός στην ορχήστρα, σκηνή ή λογείον ή και η ίδια η ορχήστρα. Κατά τους τραγικούς, η θ. ήταν βωμός που βρισκόταν στην ορχήστρα… …   Dictionary of Greek

  • θυμέλη — η βωμός του θεού Διονύσου στο μέσο της ορχήστρας του αρχαίου θεάτρου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • θυμέλαι — θυμέλη place of burning fem nom/voc pl θυμέλᾱͅ , θυμέλη place of burning fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμελῶν — θυμέλη place of burning fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμέλαις — θυμέλη place of burning fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμέλαισιν — θυμέλη place of burning fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμέλην — θυμέλη place of burning fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμέλης — θυμέλη place of burning fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θυμέλῃσι — θυμέλη place of burning fem dat pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»