Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

θηεῦντο

См. также в других словарях:

  • θηεῦντο — θεάομαι gaze at imperf ind mp 3rd pl (epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεώμαι — (ΑΜ θεῶμαι, άομαι, Α και ιων. τ. θηέομαι) 1. βλέπω με προσοχή, παρακολουθώ προσεχτικά με προσηλωμένο το βλέμμα 2. φρ. «πρὸς τὸ θεαθῆναι» για να βλέπουν οι άλλοι, για επίδειξη αρχ. 1. βλέπω με θαυμασμό ή έκπληξη (α. «θηεῡντο μέγα ἔργον», Ομ. Ιλ. β …   Dictionary of Greek

  • θηεῦντ' — θηεῦνται , θεάομαι gaze at pres ind mp 3rd pl (epic doric ionic) θηεῦντο , θεάομαι gaze at imperf ind mp 3rd pl (epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»