Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

δεξιτερή

См. также в других словарях:

  • δεξιτερῇ — δεξιτερός right hand of two fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δεξιτερή — δεξιτερός right hand of two fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δεξιτερῆι — δεξιτερῇ , δεξιτερός right hand of two fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • BIPENNES — apud Papin. Statium Theb. l. 12. ubi de Theseo Amazonum victore, v. 523. Ante Ducem spolia et duri Mavortis imago Virginei currus, cumulataque fercula cristis, Et tristes ducuntur equi, truncaeque bipennes, Quis nemora et solidam Maeotida caedere …   Hofmann J. Lexicon universale

  • GENU — ex Graeco γόνυ, roboris sedes, Artemid. l. 1. c. 49. Τὰ γόνατα πρὸς τε ἰχὺν καὶ εὐανδρείαν ἐςτὶ ληπτέα καὶ πρὸς κινήσεις, καὶ πρὸς πράξεις κτλ. Quibus proin debilitatis, totum corpus imbecillum est. Plaut. Curcul. Act. 2. sc. 3. v. 30. Tenebrae… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • δειδίσκομαι — (Α) 1. απλώνω το χέρι για να υποδεχτώ κάποιον, χαιρετίζω («δεξιτερῇ δειδίσκετο χειρί») 2. επιδεικνύω. [ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. δειδίσκομαι πιθ. < *δη δε[κ] σκ, αναλογικά προς τα ρήματα σε ισκω, απαντά στην Οδύσσεια με τους τ. δειδισκόμενος, δειδίσκετο… …   Dictionary of Greek

  • δεξιτερός — δεξιτερός, ά, όν (Α) 1. (για μέλη τού σώματος μόνο, «δεξιτερῇ... χειρί», «δεξιτερῷ... ποδί») δεξιός 2. το θηλ. ως ουσ. η δεξιτερά η δεξιά, το δεξί χέρι. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για αρχ. συγκριτικό τ. τού επιθ. δεξιός*, που αντιτίθεται στο σκαιός… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»