Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

βοάσομαι

См. также в других словарях:

  • βοάσομαι — βοά̱σομαι , βοάω cry aloud aor subj mid 1st sg (epic doric aeolic) βοά̱σομαι , βοάω cry aloud fut ind mid 1st sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υπέρτονος — η, ο / ὑπέρτονος, ον, ΝΜΑ το ουδ. ως ουσ. το υπέρτονο το κύριο, το μεσαίο, δοκάρι τής στέγης, η μεσόδμη νεοελλ. 1. συμπαγής, πυκνός 2. χημ. (για διάλυμα) υπερτονικός 3. φρ. «υπέρτονος ορός» ιατρ. διάλυμα ενός ανόργανου άλατος μέσα σε νερό, που… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»