Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

αον

См. также в других словарях:

  • .αόν — ἐόν , εἰμί sum pres part act masc voc sg (epic doric ionic) ἐόν , εἰμί sum pres part act neut nom/voc/acc sg (epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἄον — Ἄων masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ράων — ᾷον, και ῥᾷος, ον, και ιων. τ. ῥήων, ον, Α ευκολότερος. επίρρ... ῥᾳόνως και ῥάως Α ευκολότερα. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ῥᾶ (Ι)] …   Dictionary of Greek

  • Ὦον — Ἄον , Ἄων masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυγήρως — ων και ασυναίρ. τ. πολυγήραος, αον και πολύγηρος, ον, Α αυτός που βρίσκεται σε βαθιά γεράματα, ο πολύ γέρος («οἱ πολυγήρως ἀπακμάζουσι και τῷ νῷ», Πλάτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + γήρως / γήραος / γηρος (< γῆρας, τὸ), πρβλ. υπερ γήρως / υπέρ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»