Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Τυνδάρεω

См. также в других словарях:

  • Τυνδάρεῳ — Τυνδάρεῳ̆ , Τυνδάρεος Tyndareos masc nom pl (attic epic ionic) Τυνδάρεῳ̆ , Τυνδάρεος Tyndareos masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τυνδάρεω — Τυνδάρεω̆ , Τυνδάρεος Tyndareos masc gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τυνδαρέω — Τυνδάρεος Tyndareos masc/neut nom/voc/acc dual Τυνδάρεος Tyndareos masc/neut gen sg (doric aeolic) Τυνδάρεος Tyndareos masc/fem/neut nom/voc/acc dual Τυνδάρεος Tyndareos masc/fem/neut gen sg (doric aeolic) Τυνδάρεος Tyndareos masc nom/voc/acc… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τυνδαρέῳ — Τυνδάρεος Tyndareos masc/neut dat sg Τυνδάρεος Tyndareos masc/fem/neut dat sg Τυνδάρεος Tyndareos masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τυνδάρεωι — Τυνδάρεῳ̆ , Τυνδάρεος Tyndareos masc nom pl (attic epic ionic) Τυνδάρεῳ̆ , Τυνδάρεος Tyndareos masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τυνδάρεως — Τυνδάρεω̆ς , Τυνδάρεος Tyndareos masc acc pl (attic epic ionic) Τυνδάρεω̆ς , Τυνδάρεος Tyndareos masc nom sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τυνδάρεων — Τυνδάρεω̆ν , Τυνδάρεος Tyndareos masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ικάριος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν πατέρας της Πηνελόπης, γιος του Περιήρη και της κόρης του Περσέα, Γοργοφόνης, αδελφός του Τυνδάρεω, του Λεύκιππου και του Αφα ρέα. Σύμφωνα με κάποια άλλη εκδοχή ήταν γιος του Οίβαλου, γιου του Περιήρη, και της νύμφης… …   Dictionary of Greek

  • Λήδα — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του βασιλιά της Αιτωλίας, Θέστιου, και σύζυγος του Τυνδάρεω, βασιλιά της Σπάρτης. Ο Δίας ενώθηκε μαζί της με τη μορφή κύκνου και η Λ. γέννησε ένα αβγό, απ’ όπου προήλθαν οι Διοσκούροι… …   Dictionary of Greek

  • Αλκίνοος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς των Φαιάκων, κατοίκων της νήσου Σχερίας, γιος του Ναυσιθόου, εγγονός του Ποσειδώνα, σύζυγος της Αρήτης, πατέρας της Ναυσικάς. Ήταν περίφημος για τη φρόνησή του και την αγάπη που του έδειχναν οι θεοί.… …   Dictionary of Greek

  • Αλκίνους — Μυθολογικό πρόσωπο. Ένας από τους 12 γιους του Ιπποκόοντα, που έδιωξαν από τη Λακεδαίμονα τον αδελφό του Τυνδάρεω. Ο Ηρακλής σκότωσε τον Ιπποκόοντα και τους γιους του και ξανάφερε τον Τυνδάρεω στον θρόνο του …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»