Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

Τροίας

См. также в других словарях:

  • Τροίας — Τροΐᾱς , Τροία Troy fem acc pl Τροΐᾱς , Τροία Troy fem gen sg (attic doric aeolic) Τροίᾱς , Τροία Troy fem acc pl Τροίᾱς , Τροία Troy fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κλασικός κύκλος — Σύνολο επικών έργων, που γράφτηκαν κατά τον Μεσαίωνα, με θέματα πρόσωπα και περιπέτειες της κλασικής αρχαιότητας. Στα έργα, που ήταν εμπνευσμένα από τη ζωή των ιπποτών ή από σκανδιναβικές και ανατολικές παραδόσεις, προστέθηκαν, κατά τα τέλη του… …   Dictionary of Greek

  • Τεύκρος — Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Μυθικός βασιλιάς της περιοχής της Τροίας, γιος του ποτάμιου θεού Σκάμανδρου και της νύμφης Ισαίας. Από αυτόν ονόμαζαν τους Τρώες και Τευκρούς. 2. Γιος του Τελαμώνα και της Ησιόνης, ετεροθαλής του… …   Dictionary of Greek

  • Ανδρομάχη — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ηρωίδα της Τροίας, κόρη του Ηετίωνα, βασιλιά της Θήβης (Μυσίας) και σύζυγος του Έκτορα. Στην Ιλιάδα περιγράφεται ως πιστή και τρυφερή σύζυγος. Ονομαστή είναι η σκηνή του αποχαιρετισμού μεταξύ Έκτορα και Α. και ο θρήνος της… …   Dictionary of Greek

  • Ξάνθος — I Πόλη της αρχαίας Λυκίας. Σύμφωνα με επιγραφές της Λυκίας, η παλαιότερη ονομασία της ήταν Άρινα ή Άρνα. Τον 6o αι. π.Χ., η Ξ. ήταν η κυριότερη πόλη της Λυκίας, όταν ο στρατηγός του Κύρου, Αρπαγος, ανέλαβε να κατακτήσει τη δυτική Μικρά Ασία, μετά …   Dictionary of Greek

  • Τροία — Αρχαία πόλη της Τρωάδας, περιοχής της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας, την οποία οι Έλληνες την ονόμαζαν και Ίλιον. Η μυθική παράδοση, που μεταβιβάστηκε κυρίως με τα ομηρικά ποιήματα και τους Έλληνες τραγικούς ποιητές, ανήγαγε την αρχή της πόλης στον… …   Dictionary of Greek

  • ξανθός — I Πόλη της αρχαίας Λυκίας. Σύμφωνα με επιγραφές της Λυκίας, η παλαιότερη ονομασία της ήταν Άρινα ή Άρνα. Τον 6o αι. π.Χ., η Ξ. ήταν η κυριότερη πόλη της Λυκίας, όταν ο στρατηγός του Κύρου, Αρπαγος, ανέλαβε να κατακτήσει τη δυτική Μικρά Ασία, μετά …   Dictionary of Greek

  • παρής — Μυθικός ήρωας φρυγικής καταγωγής, γιος του βασιλιά της Τροίας Πριάμου και της Εκάβης. Ύστερα από ένα προφητικό όνειρο που προέλεγε ότι ο Π. θα γινόταν υπαίτιος της καταστροφής της Τροίας, οι γονείς του άφησαν έκθετο το βρέφος στο όρος Ίδα, όπου… …   Dictionary of Greek

  • τροιά — Αρχαία πόλη της Τρωάδας, περιοχής της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας, την οποία οι Έλληνες την ονόμαζαν και Ίλιον. Η μυθική παράδοση, που μεταβιβάστηκε κυρίως με τα ομηρικά ποιήματα και τους Έλληνες τραγικούς ποιητές, ανήγαγε την αρχή της πόλης στον… …   Dictionary of Greek

  • Αγαμέμνων — I Μυθικός βασιλιάς των Μυκηνών και αρχιστράτηγος των Ελλήνων στον πόλεμο εναντίον της Τροίας. Κατά τα Κύπρια Έπη,που αποτελούν μέρος του επικού κύκλου και αναφέρονται στα προ της Ιλιάδος περιστατικά, ο Α., για να εξευμενίσει τη θεά Αρτέμιδα, που… …   Dictionary of Greek

  • Δούρειος Ίππος — Κολοσσιαίο ξύλινο ομοίωμα αλόγου, που, σύμφωνα με τη μυθολογία, κατασκεύασαν οι Αχαιοί και το χρησιμοποίησαν ως τέχνασμα για την εκπόρθηση της Τροίας. Η ιδέα του τεχνάσματος ανήκε στον Οδυσσέα και την κατασκευή του τεράστιου ομοιώματος ανέλαβε ο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»