Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

Σωσ(ι

См. также в других словарях:

  • List of social fraternities and sororities — Social or general fraternities and sororities, in the North American fraternity system, are those that do not promote a particular profession (as professional fraternities are) or discipline (such as service fraternities and sororities). Instead …   Wikipedia

  • σώσιμο — το, Ν 1. διάσωση, σωτηρία 2. κατανάλωση, τέλειωμα, εξάντληση. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. σωσ τού αορ. έ σωσ α τού σώζω + κατάλ. ιμο (πρβλ. βράσ ιμο)] …   Dictionary of Greek

  • ρύτρον — τὸ, Α ευχαριστήρια θυσία ή προσφορά για σωτηρία από νόσο ή από κίνδυνο («ῥῡτρα λυτήρια, σωτήρια, σῶστρα», Ησύχ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ῥῡ τού ἐρύω (ΙΙ) «προστατεύω» + επίθημα τρον (πρβλ. κόμισ ρον, σῶσ τρον)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»