-
1 Μήδους
Μή̱δους, ΜῆδοςMede: masc acc plΜῆδοςMede: masc acc pl -
2 εἰς
εἰς or [full] ἐς, PREP. WITH ACC. ONLY:—both forms are found in Hom., [dialect] Ion. poets, and early metrical Inscrr.; ἐς is best attested in Hdt. and Hp., and is found in nearly all early [dialect] Ion. Inscrr. (exc. IG12(8).262.16 (Thasos, v B. C.), ib.7.235.1 (Oropus, iv B. C.)); εἰς in [dialect] Att. Inscrr. from iv B. C., IG2.115, etc.; and usu. in [dialect] Att. Prose (exc. Th.) and Com. (exc. in parody): Trag. apptly. prefer εἰς, but ἐς is used before vowels metri gr.; ἐς was retained in the phrases ἐς κόρακας (whence the Verb σκορακίζω) , ἐς μακαρίαν. [dialect] Aeol. poets have εἰς before vowels, ἐς before consonants, and this is given as the rule in Hom. by An.Ox. 1.172, cf. Hellad. ap. Phot.Bibl.p.533B. (Orig. ἐνς, as in IG4.554.7 ([place name] Argos), GDI4986.11 ([place name] Crete); cf. ἐν, ἰν. The diphthong is genuine in [dialect] Aeol. εἰς, but spurious in [dialect] Att.-[dialect] Ion.) Radical senseA into, and then more loosely, to:I OF PLACE, the oldest and commonest usage, εἰς ἅλα into or to the sea, Il.1.141, al.;εἰς ἅλαδε Od.10.351
;ἔς ῥ' ἀσαμίνθους 4.48
; ἐς οἶνον βάλε φάρμακον ib. 220; freq. of places, to,εἰς Εὔβοιαν 3.174
; ἐς Αἴγυπτον, etc., Hdt.1.5, etc.; ἐς Μίλητον into the territory of Miletus, ib.14;εἰς Ἑλλήσποντον εἰσέπλει X.HG1.1.2
;ἀφίκετο εἰς Μήδους πρὸς Κυαξάρην Id.Cyr.2.1.2
; εἰς ἅρματα βαίνειν to step into.., Il.8.115;εἰς ἐλάτην ἀναβῆναι 14.287
; opp. ἐκ, in such phrases as ἐς σφυρὸν ἐκ πτέρνης, ἐς πόδας ἐκ κεφαλῆς, from heel to ankle-joint, from head to foot, 22.397, 23.169;ἐκ πάτου ἐς σκοπιήν 20.137
;ἐς μυχὸν ἐξ οὐδοῦ Od.7.87
; κἠς ἔτος ἐξ ἔτεος from year to year, Theoc. 18.15: with Verbs implying motion or direction, as of looking,ἰδεῖν εἰς οὐρανόν Il.3.364
; εἰς ὦπα ἰδέσθαι to look in the face, 9.373, etc.; εἰς ὦπα ἔοικεν he is like in face (sc. ἰδόντι), 3.158, etc.; ἐς ὀφθαλμούς τινος ἐλθεῖν to come before another's eyes, 24.204;ἐς ὄψιν ἀπικνέεσθαί τινος Hdt.1.136
;καλέσαι τινὰ ἐς ὄψιν Id.5.106
, etc.; ἐς ταὐτὸν ἥκειν come to the same point, E.Hipp. 273: less freq. after a Subst.,ὁδὸς ἐς λαύρην Od.22.128
; τὸ ἐς Παλλήνην τεῖχος facing Pallene, Th.1.56;ξύνοδος ἐς τὴν Δῆλον Id.3.104
, cf.Pl.Tht. 173d.b [dialect] Ep. and [dialect] Ion., also c. acc. pers. ([dialect] Att. ὡς, πρός, παρά), Il.7.312, 15.402, Od.14.127, Hdt.4.147; also in [dialect] Att. with collective Nouns,ἐς τὸν δῆμον παρελθόντες Th. 5.45
, or plurals,εἰς ὑμᾶς εἰσῆλθον D.18.103
; esp. of consulting an oracle,ἐς θεὸν ἐλθεῖν Pi.O.7.31
;εἰς Ἄμμων' ἐλθόντες Ar.Av. 619
.2 with Verbs expressing restin a place, when a previous motion into or to it is implied, ἐς μέγαρον κατέθηκεν ἐπὶ θρόνου he put it in the house (i.e. he brought it into the house, and put it there), Od.20.96; ἐς θρόνους ἕζοντο they sat them down upon the seats, 4.51, cf. 1.130; ἐφάνη λὶς εἰς ὁδόν the lion appeared in the path, Il.15.276;ἀπόστολος ἐς τὴν Μίλητον ἦν Hdt.1.21
(s. v.l.); ;ἐς κώμην παραγίνονται Id.1.185
;παρῆν ἐς Σάρδις Id.6.1
;ἐς δόμους μένειν S.Aj.80
(cod. Laur.);ἐς τὴν νῆσον κατέκλῃσε Th.1.109
, cf. Hdt.3.13; ἀπόβασιν ποιήσασθαι ἐς .. Th.2.33, etc.; later used like ἐν, τὴν γῆν εἰς ἣν ὑμεῖς κατοικεῖτε LXX Nu.35.34;τὸ χρυσίον ὃ εἰλήφεσαν εἰς Ῥώμην D.S.14.117
;οἰκεῖν εἰς τὰ Ὕπατα Luc.Asin.1
;εἰς Ἐκβάτανα ἀποθανεῖν Ael.VH7.8
;εἰς ἅπασαν τὴν γῆν Suid.
s.v. Καλλίμαχος: generally,τοὔνομα εἰς τὴν Ἑλλάδα, φασίν, Ἱππομιγὴς δύναται Ael.VH9.16
.3 with Verbs of saying or speaking, εἰς relates to the persons to or before whom one speaks, εἰπεῖν ἐς πάντας, ἐς πάντας αὔδα, Hdt.8.26, S.OT93;λέγειν εἰς τὸ μέσον τῶν ταξιάρχων X.Cyr. 3.3.7
; : with other Verbs, ; ; ἐπαχθὴς ἦν ἐς τοὺς πολλούς Id.6.54; ;διαβεβλῆσθαι εἴς τινα Pl.R. 539c
.4 elliptical usages,a after Verbs which have no sense of motion to or into a place, τὴν πόλιν ἐξέλιπον εἰς χωρίον ὀχυρόν they quitted the city for a strong position, i.e. to seek a strong position, X.An.1.2.24; γράμματα ἑάλωσαν εἰς Ἀθήνας letters were captured [and sent] to Athens, Id.HG1.1.23, cf. Pl.R. 468a;ἀνίστασθαι ἐς Ἄργος E.Heracl.59
, cf. Pl.Phd. 116a.b participles signifying motion are freq. omitted with εἰς, τοῖς στρατηγοῖς τοῖς εἰς Σικελίαν (sc. ἀποδειχθεῖσιν) And.1.11, etc.c c. gen., mostly of proper names, as εἰς Ἀΐδαο, [dialect] Att. εἰς Ἅιδου [δόμους], Il.21.48; ἐς Ἀθηναίης [ἱερόν] to the temple of Athena, 6.379; ἐς Πριάμοιο [οἶκον] 24.160, cf. 309; εἰς Αἰγύπτοιο [ῥόον] Od.4.581;ἐς τοῦ Κλεομένεος Hdt.5.51
;εἰς Ἀσκληπιοῦ Ar.Pl. 411
;ἐπὶ δεῖπνον [ἰέναι] εἰς Ἀγάθωνος Pl.Smp. 174a
: with Appellatives, ἀνδρὸς ἐς ἀφνειοῦ to a rich man's house, Il.24.482;ἐς πατρός Od.2.195
; πέμπειν εἰς διδασκάλων send to school, X.Lac.2.1;εἰς δ. φοιτᾶν Pl.Prt. 326c
; ἐς σεωυτοῦ, ἑωυτοῦ, Hdt.1.108, 9.108, etc.II OF TIME,1 to denote a certain point or limit of time, up to, until,ἐς ἠῶ Od.11.375
; ἐς ἠέλιον καταδύντα till sunset, 9.161 (but also, towards or near sunset, 3.138);ἐκ νεότητος ἐς γῆρας Il.14.86
;ἐκ παιδὸς ἐς γῆρας Aeschin.1.180
; ἐς ἐμέ up to my time, Hdt.1.92, al.: with Advbs., εἰς ὅτε (cf. ἔς τε) against the time when.., Od.2.99; εἰς πότε; until when ? how long ? S.Aj. 1185 (lyr., cf.εἰσόκἐ; εἰς ὁπότε Aeschin.3.99
; ἐς τί; = εἰς πότε; Il.5.465; ἐς ὅ until, Hdt.1.93, etc.;ἐς οὗ Id.1.67
, 3.31, etc.;ἐς τόδε Id.7.29
, etc.2 to determine a period, εἰς ἐνιαυτόν for a year, i.e. a whole year, Il.19.32, Od.4.526; within the year, ib.86 (cf.ἐς ἐνίαυτον Alc.Supp.8.12
);εἰς ὥρας Od.9.135
; ἐς θέρος ἢ ἐς ὀπώρην for the summer, i.e. throughout it, 14.384; ἡ εἰς ἐνιαυτὸν κειμένη δαπάνη εἰς τὸν μῆνα δαπανᾶται the expenditure for a year is expended in the month, X.Oec.7.36;μισθοδοτεῖν τινὰς εἰς ἓξ μῆνας D.S.19.15
;χοίνικα κριθῶν εἰς τέσσαρας ἡμέρας διεμέτρει Posidon. 36J.
; εἰς ἑσπέραν ἥκειν to come at even, Ar.Pl. 998; εἰς τρίτην ἡμέραν or εἰς τρίτην alone, on the third day, in two days, Pl.Hp.Ma. 286b, X.Cyr.5.3.27;ἥκειν ἐς τὴν ὑστεραίαν Id.An.2.3.25
;ἥκειν εἰς τὸ ἔαρ Hell.Oxy.17.4
; ἐς τέλος at last, Hdt.3.40; ἐς καιρόν in season, Id.4.139; οὐκ ἐς ἀναβολάς, ἀμβολάς, with no delay, Id.8.21, E.Heracl. 270, etc.; ἐς τότε at this time, v.l. in Od.7.317 (but εἰς τότε at that time (in the [tense] fut.), D.14.24, Pl.Lg. 830b); ἐς ὕστερον or τὸ ὕστερον, Od.12.126, Th.2.20: with Advbs.,ἐς αὔριον Il.8.538
, Pl. Lg. 858b;ἔς περ ὀπίσσω Od.20.199
;ἐς αὖθις Th.4.63
(v. εἰσαῦθις (; ἐς αὐτίκα μάλ' Ar. Pax 367; εἰς ἔπειτα (v. εἰσέπειτα (; ἐς τὸ ἔ., Th.2.64;ἐς ὀψέ Id.8.23
; εἰς ἅπαξ, v. εἰσάπαξ; εἰς ἔτι, v. εἰσέτι.III to express MEASURE OR LIMIT, without reference to Time, ἐς δίσκουρα λέλειπτο was left behind as far as a quoit's throw, Il.23.523; ἐς δραχμὴν διέδωκε paid them as much as a drachma, Th.8.29;ἱματισμὸν ζητῆσαι εἰς δύο τάλαντα Thphr.Char.23.8
; so ἐς τὰ μάλιστα to the greatest degree, Hdt.1.20, etc.;ἐς τοσοῦτο τύχης ἀπίκευ Id.1.124
;εἰς τοσοῦτο ἥκειν Lys.27.10
; ; ἐς ὅ ἐμέμνηντο so far as they remembered, Th.5.66;ἐς τὸ ἔσχατον Hdt.7.229
, etc.;εἰς ἅλις Theoc.25.17
.2 freq. with Numerals,ἐς τριακάδας δέκα ναῶν A.Pers. 339
; ναῦς ἐς τὰς τετρακοσίας, διακοσίας, to the number of 400, etc., Th.1.74, 100, etc.; εἰς ἕνα, εἰς δύο, εἰς τέσσαρας, one, two, four deep, X.Cyr.2.3.21; but εἰς τέσσαρας four abreast, Aen.Tact.40.6: with Advbs., ἐς τρίς or ἐστρίς thrice, Pi.O.2.68, Hdt.1.86; of round numbers, about, X.An.1.1.10.4IV to express RELATION, towards, in regard to,ἐξαμαρτεῖν εἰς θεούς A.Pr. 945
, etc.; ἁμάρτημα εἴς τινα, αἰτίαι ἐς ἀλλήλους, Isoc.8.96, Th.1.66; ;ἔχθρη ἔστινα Hdt.6.65
;φιλία ἐς ἀμφοτέρους Th.2.9
; λέγειν ἐς .. Hdt.1.86;γνώμη ἀποδεχθεῖσα ἐς τὴν γέφυραν Id.4.98
;ἡ ἐς γῆν καὶ θάλασσαν ἀρχή Th.8.46
.b of the subject of a work, esp. in titles, e.g.τὰ ἐς Ἀπολλώνιον Philostr. VA
; of the object of a dedication, as in titles of hymns, ἐπινίκια, etc.2 in regard to,πρῶτος εἰς εὐψυχίαν A.Pers. 326
; , cf. Eq.90;διαβάλλειν τινὰ ἔς τι Th.8.88
;αἰτία ἐπιφερομένη ἐς μαλακίαν Id.5.75
;μέμφεσθαι εἰς φιλίαν X.An.2.6.30
;εἰς τὰ πολεμικὰ καταφρονεῖσθαι Id.HG7.4.30
; ; in respect of,εὐτυχεῖν ἐς τέκνα E.Or. 542
, cf. Pl.Ap. 35b, etc.;εἰς χρήματα ζημιοῦσθαι Id.Lg. 774b
, cf. D.22.55; ἐς τὰ ἄλλα Th.I.I;εἰς ἄπαντα S.Tr. 489
;ἐς τὰ πάνθ' ὁμῶς A.Pr. 736
;εἰς μὲν ταῦτα Pl.Ly. 210a
; τό γ' εἰς ἑαυτόν, τὸ εἰς ἐμέ, S.OT 706, E. IT 691, cf. S.Ichn.346; ;ἐς πλείονας οἰκεῖν Id.2.37
; for τελεῖν ἐς Ἕλληνας, Βοιωτούς, ἄνδρας, etc., v. τελέω.3 of Manner,ἐς τὸν νῦν τρόπον Id.1.6
;τίθεμεν τἆλλα εἰς τὸν αὐτὸν λόγον; Pl.R. 353d
;ἐς ἓν μέλος Theoc.18.7
: freq. periphr. for Advbs., ἐς κοινὸν φράζειν, λέγειν, A.Pr. 844, Eu. 408; ἐς τὸ πᾶν, = πάντως, Id.Ag. 682(lyr.); ἐς τάχος, = ταχέως, Ar.Ach. 686; ἐς εὐτέλειαν, = εὐτελῶς, Id.Av. 805;ἐς τἀρχαῖον Id.Nu. 593
;εἰς καλόν S. OT78
, cf. Pl.Phd. 76e;ἐς δέον γεγονέναι Hdt.1.119
, cf. S.OT 1416, and v. δέον.V ofan end or limit, ἔρχεσθαι, τελευτᾶν, λήγειν ἐς.., to end in.., Hdt.1.120,3.125,4.39, etc.;ἐς ἑβδομήκοντα ἔτεα ου,ρον ἀνθρώπῳ προτίθημι Id.1.32
; καταξαίνειν ἐς φοινικίδα to cut into red rags, Ar.Ach. 320 (troch.);στρέφειν τι εἰς αἷμα Apoc.11.6
; εἰς ἄνδρας ἐκ μειρακίων τελευτᾶν, εἰς ἄνδρα γενειᾶν, Pl.Tht. 173b, Theoc.14.28;ἐκτρέφειν τὸ σπέρμα εἰς καρπόν X.Oec.17.10
: so with εἶναι or γίγνομαι to form a predicate,ἔσται εἰς ἔθνη LXXGe.17.16
; ἐγενήθη εἰς γυναῖκα ib.20.12; πιστὸς (sc.ἦν) εἰς προφήτην ib.IKi.3.20;ἐγένετο εἰς δένδρον Ev.Luc.13.19
,al.2 of Purpose or Object, εἰπεῖν εἰς ἀγαθόν, πείσεται εἰς ἀγαθόν, for good, for his good, Il.9.102,11.789;εἰς ἀγαθὰ μυθεῖσθαι 23.305
;ἐς πόλεμον θωρήξομαι 8.376
, cf. Hdt.7.29, etc.; ἐς φόβον to cause fear, Il.15.310;ἐς ὑποδήματα δεδόσθαι Hdt.2.98
;κόσμος ὁ εἰς ἑορτάς X.Oec.9.6
;ἐπιτηδεότατος, εὐπρεπής, ἔς τι Hdt.1.115
,2.116; εἰς κάλλος ζῆν to live for show, X.Cyr.8.1.33, cf. Ages. 9.1;ἐς δαίτην ἐκάλεσσε Call.Aet.1.1.5
;εἰς κέρδος τι δρᾶν S.Ph.
III; ; ; εἰς τὸ πρᾶγμα εἶναι to be pertinent, to the purpose, D.36.54; freq. of expenditure on an object, IG22.102.11, 116.41, al.;ἐς τὸ δέον Ar.Nu. 859
, etc.; ἐς δᾷδα ib. 612.B POSITION: εἰς is sts. parted from its acc. by several words,εἰς ἀμφοτέρω Διομήδεος ἅρματα βήτην Il.8.115
; : seldom (only in Poets) put after its case, Il.15.59, Od.3.137,15.541, S.OC 126(lyr.): after an Adv.,αὔριον ἔς· τῆμος δὲ.. Od.7.318
. -
3 περιοράω
Aπεριώρων Hdt.3.118
: [tense] pf.περιεόρᾱκα D.18.64
( περιωρακυῖα cod. S), etc.: [tense] fut.περιόψομαι Ar.Nu. 124
, etc.: [tense] aor. 2 περιεῖδον (v. infr.):— look round upon, Arist.Mete. 345b8:—[voice] Pass., ib. a28.2 abs., take a look round, Thphr.Char.25.3.II look over, overlook, i.e. look on without regarding, allow, suffer:1 mostly c. part.,ἢν τούτους περιίδης διαρπάσαντας Hdt.1.89
;μὴ περιιδεῖν τὴν ἡγεμονίην αὖτις ἐς Μήδους περιελθοῦσαν Id.3.65
, cf. 2.110, 4.118, Ar.Ach. 167, Ra. 509, Antipho 3.1.2, Th.1.24 ;ταῦτα περιιδεῖν γιγνόμενα D.18.63
, cf. 21.115 (but with Art., εἰ ὑμᾶς τοὺς ἐναντιουμένους περιίδοιμεν if we should leave you who are opposing us alone, Th.4.87): with gen. abs., : rarely without part., οὐ περιόψεται μ' ἄνιππον [ὄντα] Ar.Nu. 124 ; μηδέν' ἐν συμφορᾷ (sc. ὄντα) τῶν πολιτῶν π. D.19.230 : simply c. acc. pers., disregard a suppliant, Men.Per.6, PMagd.6.11 (iii B. C.), etc.2 c. inf.,περιιδόντες τοὺς Πέρσας ἐσελθεῖν Hdt.1.191
;τοὺς προπόλους.. οὐ περιορᾶν παριέναι Id.2.63
, cf. 1.24, Th.1.35, etc.;ἀποθανεῖν Porph. Abst.3.14
: with inf. omitted, οὐκ ἄν με περιεῖδες [ποιέειν] Hdt.3.155; ὁ πυλουρὸς καὶ ὁ ἀγγελιηφόρος οὐ περιώρων [αὐτὸν ἐσιέναι] ib. 118, cf. Th.1.39, etc.;περιιδεῖν τινα ἐπὶ πράγματι Hyp.Eux.38
;ἐάν τ' οὖν δοῦλον ἐάν τ' οὖν καὶ ἐλεύθερον περιορᾷ Pl.Lg. 934d
;π. τὴν ὕβριν τινός X.HG2.1.9
: rarely c.gen.,π.τῶν ἄλλων Plu.2.764d
codd.;τοῦ πλείονος βίου Polem.Cyn.20
.V [voice] Med., watch the turn of events, Th.6.93, 103,7.33 ;π. ὁποτέρων ἡ νίκη ἔσται Id.4.73
.2 c. gen., look round after, watch over, τῆς Μένδης περιορώμενος ib. 124.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > περιοράω
-
4 ποιέω
ποιέω, [dialect] Dor. [full] ποιϝέω IG4.800 ([place name] Troezen), etc.: [dialect] Ep. [tense] impf.Aποίεον Il. 20.147
; [var] contr.ποίει 18.482
; [dialect] Ion.ποιέεσκον Hdt.1.36
, 4.78: [tense] fut. ποιήσω: [tense] aor. ἐποίησα, [dialect] Ep.ποίησα Il.18.490
: [tense] pf. πεποίηκα:—[voice] Med., [dialect] Ion. [tense] impf.ποιεέσκετο Hdt.7.119
: [tense] fut.ποιήσομαι Il.9.397
: in pass. sense, Hp.Decent.11, Arist.Metaph. 1021a23: [tense] aor. ἐποιησάμην, [dialect] Ep.ποι- Od.5.251
, al.: [tense] pf. πεποίημαι in med. sense, And.4.22, Decr. ap. D. 18.29:—[voice] Pass., [tense] fut. ποιηθήσομαι ([etym.] μετα-) D.23.62, v. supr.;πεποιήσομαι Hp.Mul.1.11
,37: [tense] aor.ἐποιήθην Hdt.2.159
, etc. (used as [voice] Med. only in compd. προς-): [tense] pf.πεποίημαι Il.6.56
, etc.:—[dialect] Att. [full] ποῶ (EM 679.24), etc., is guaranteed by metre in Trag. and Com., as , , , etc., and found in cod. Laur. of S., cod. Rav. of Ar., also IG12.39.6 ([etym.] ποήσω), 82.9 ([etym.] ποεῖ), 154.7 ([etym.] ἐποησάτην), etc.; but ποι- is always written before -οι, -ου, -ω in Inscrr.: πο- also in [dialect] Aeol. ,75, Sapph. Supp.1.9, al., and Arc. ποέντω, = ποιούντων, IG5(2).6.9 (Tegea, iv B.C.); cf. ποιητής.A make, produce, first of something material, as manufactures, works of art, etc. (opp. πράττειν, Pl.Chrm. 163b), in Hom. freq. of building, π. δῶμα, τύμβον, Il.1.608,7.435;εἴδωλον Od.4.796
; π. πύλας ἐν [πύργοις] Il.7.339; of smith's work, π. σάκος ib. 222;ἐν [σάκεϊ] ποίει δαίδαλα πολλά 18.482
, cf. 490, 573: freq. in Inscrr. on works of art, Πολυμήδης ἐποίϝηh' (= ἐποίησε ) (vi B.C., cf. Class.Phil.20.139); (vi/v B.C.), etc.; ἐποίησε Τερψικλῆς ib.3b(Milet., vi B.C.), etc.;τίς.. τὴν λίθον ταύτην τέκτων ἐποίει; Herod.4.22
; εἵματα ἀπὸ ξύλων πεποιημένα made from trees, i.e. of cotton, Hdt.7.65;ναὸν ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ ἀργυρίου X.An. 5.3.9
;πλοῖα ἐκ τῆς ἀκάνθης ποιεύμενα Hdt.2.96
;καρβάτιναι πεποιημέναι ἐκ βοῶν X.An.4.5.14
: c. gen. materiae,πωρίνου λίθου π. τὸν νηόν Hdt.5.62
;ἔρυμα λίθων λογάδην πεποιημένον Th.4.31
;φοίνικος αἱ θύραι πεποιημέναι X.Cyr.7.5.22
: rarely to be made with.., 1.4; also τῶν τὰ κέρεα.. οἱ πήχεες ποιεῦνται the horns of which are made into the sides of the lyre, Hdt.4.192; also δέρμα εἰς περικεφαλαίας πεποίηται Sch.Patm.D.in BCH1.144:—[voice] Med., make for oneself, as of bees, οἰκία ποιήσωνται build them houses, Il.12.168, cf. 5.735, Od.5.251, 259, Hes.Op. 503; [ῥεῖθρον] π., of a river, Thphr. HP3.1.5; also, have a thing made, get it made,ὀβελούς Hdt.2.135
;στεφάνους οὓς ἐποιησάμην τῷ χορῷ D.21.16
, cf. X.An.5.3.5; τὸν Ἀπόλλω, i.e. a statue of A., Pl.Ep. 361a;αὑτοῦ εἰκόνας Plu. Them.5
, cf. Inscr.Prien.25.9 (iii B.C.?).2 create, bring into existence,γένος ἀνθρώπων χρύσεον Hes.Op. 110
, cf. Th. 161, 579, etc.; the creator,Pl.
Ti. 76c;ἕτερον Φίλιππον ποιήσετε D.4.11
:—[voice] Med., beget,υἱόν And.1.124
;ἔκ τινος Id.4.22
; παῖδας ποιεῖσθαι, = παιδοποιεῖσθαι, X.Cyr.5.3.19, D.57.43; conceive,παιδίον π. ἔκ τινος Pl.Smp. 203b
:—[voice] Act. in this sense only in later Gr., Plu.2.312a; of the woman, παιδίον ποιῆσαι ib.145d.3 generally, produce, ὕδωρ π., of Zeus, Ar.V. 261: impers., ἐὰν πλείω ποιῇ ὕδατα, = ἐὰν ὕη, Thphr.CP1.19.3; π. γάλα, of certain kinds of food, Arist.HA 522b32; ἄρρεν π., of an egg, Ael.VH1.15; μέλι ἄριστον π., of Hymettus, Str.9.1.23; π. καρπόν, of trees, Ev.Matt.3.10 (metaph. in religious sense, ib.8); of men, κριθὰς π. grow barley, Ar. Pax 1322;π. σίτου μεδίμνους D.42.20
; π. πενίαν, πλοῦτον, of the stars, Plot.2.3.1.b Math., make, produce, τομήν, σχῆμα, ὀρθὰς γωνίας, Archim. Sph.Cyl.1.16,38, Con.Sph.12; :—[voice] Pass., πεποιήσθω ὡς.. let it be contrived that.., Archim. Sph.Cyl.2.6.d π. τὸ πρόβλημα effect a solution of the problem, Apollon.Perg.Con.2.49,51; π. τὸ ἐπίταγμα fulfil, satisfy the required condition, Archim.Sph.Cyl.1.2,3.4 after Hom., of Poets, compose, write, π. διθύραμβον, ἔπεα, Hdt.1.23, 4.14;π. θεογονίην Ἕλλησι Id.2.53
; π. Φαίδραν, Σατύρους, Ar.Th. 153, 157; π. κωμῳδίαν, τραγῳδίαν, etc., Pl.Smp. 223d;παλινῳδίαν Isoc.10.64
, Pl.Phdr. 243b, etc.; : abs., write poetry, write as a poet,ὀρθῶς π. Hdt.3.38
;ἐν τοῖσι ἔπεσι π. Id.4.16
, cf. Pl. Ion 534b: folld. by a quotation,ἐπόησάς ποτε.. Ar.Th. 193
; ; , etc.b represent in poetry, , cf. 364c, Smp. 174b; ποιήσας τὸν Ἀχιλλέα λέγοντα having represented Achilles saying, Plu.2.105b, cf. 25d, Pl. Grg. 525d, 525e, Arist.Po. 1453b29.c describe in verse,θεὸν ἐν ἔπεσιν Pl.R. 379a
; ἐποίησα μύθους τοὺς Αἰσώπου put them into verse, Id.Phd. 61b;μῦθον Lycurg.100
.d invent,καινοὺς θεούς Pl.Euthphr.3b
; ὑπὸ ποιητέω τινὸς ποιηθὲν [τοὔνομα] Hdt.3.115;πεποιημένα ὀνόματα Arist.Rh. 1404b29
, cf.Po. 1457b2; opp. αὐτοφυῆ, κύρια, D.H.Is.7, Pomp. 2.II bring about, cause,τελευτήν Od.1.250
;γαλήνην 5.452
;φόβον Il.12.432
;σιωπὴν παρὰ πάντων X.HG6.3.10
;τέρψιν τοῖς θεωμένοις Id.Mem.3.10.8
;αἰσχύνην τῇ πόλει Isoc.7.54
, etc.; also of things,ἄνεμοι αὐτοὶ μὲν οὐχ ὁρῶνται· ἃ δὲ ποιοῦσι φανερά X.Mem.4.3.14
;ταὐτὸν ἐποίει αὐτοῖς νικᾶν τε μαχομένοις καὶ μηδὲ μάχεσθαι Th.7.6
, cf. 2.89.b c. acc. et inf., cause or bring about that..,σε θεοὶ ποίησαν ἱκέσθαι [ἐς] οἶκον Od.23.258
;π. τινὰ κλύειν S.Ph. 926
;π. τινὰ βλέψαι Ar.Pl. 459
, cf. 746;π. τινὰ τριηραρχεῖν Id.Eq. 912
, cf. Av.59; π. τινὰ αἰσχύνεσθαι, κλάειν, ἀπορεῖν, etc., X.Cyr.4.5.48, 2.2.13, Pl.Tht. 149a, etc.: with ὥστε inserted, X.Cyr.3.2.29, Ar.Eq. 351, etc.: folld. by a relat. clause,π. ὅκως ἔσται ἡ Κύπρος ἐλευθέρη Hdt.5.109
, cf. 1.209;ὡς ἂν.. εἰδείην ἐποίουν X.Cyr.6.3.18
:—also [voice] Med., ἐποιήσατο ὡς ἐν ἀσφαλεῖ εἶεν ib.6.1.23.2 procure,π. ἄδειάν τε καὶ κάθοδόν τινι Th.8.76
;ὁ νόμος π. τὴν κληρονομίαν τισί Is.11.1
; λόγος ἀργύριον τῷ λέγοντι π. gets him money, D.10.76:—[voice] Med., procure for oneself, gain,κλέος αὐτῇ ποιεῖτ' Od.2.126
;ἄδειαν Th.6.60
;τιμωρίαν ἀπό τινων Id.1.25
;τὸν βίον ἀπὸ γεωργίας X.Oec.6.11
, cf. Th.1.5.3 of sacrifices, festivals, etc., celebrate,π. ἱρά Hdt.9.19
, cf. 2.49 ([voice] Act. and [voice] Pass.);π. τὴν θυσίαν τῷ Ποσειδῶνι X.HG4.5.1
; π. Ἴσθμια ib.4.5.2;τῇ θεῷ ἑορτὴν δημοτελῆ π. Th.2.15
;παννυχίδα π. Pl.R. 328a
; π. σάββατα observe the Sabbath, LXXEx.31.16; π. ταφάς, of a public funeral, Pl. Mx. 234b;π. ἐπαρήν SIG38.30
(Teos, v B.C.); also of political assemblies,π. ἐκκλησίαν Ar.Eq. 746
, Th.1.139;π. μυστήρια Id.6.28
([voice] Pass.);ξύλλογον σφῶν αὐτῶν Id.1.67
:—[voice] Med.,ἀγορὴν ποιήσατο Il.8.2
;ἢν θυσίην τις ποιῆται Hdt.6.57
(v.l.);δημοσίᾳ ταφὰς ἐποιήσαντο Th.2.34
;π. ἀγῶνα Id.4.91
;π. ἐκκλησίαν τοῖς Γρᾳξὶ περὶ μισθοῦ Ar.Ach. 169
.4 of war and peace, πόλεμον π. cause or give rise to a war,πόλεμον ἡμῖν ἀντ' εἰρήνης πρὸς Αακεδαιμονίους π. Is.11.48
; but π. ποιησόμενοι about to make war (on one's own part), X.An.5.5.24; εἰρήνην π. bring about a peace (for others), Ar. Pax 1199;σπονδὰς π. X.An.4.3.14
;ξυμμαχίαν ποιῆσαι Th.2.29
; but εἰρήνην ποιεῖσθαι make peace (for oneself), And.3.11;σπονδὰς ποιήσασθαι Th.1.28
, etc.:—[voice] Pass.,ἐπεποίητο συμμαχίη Hdt.1.77
, etc.5 freq. in [voice] Med. with Nouns periphr. for the Verb derived from the Noun, μύθου ποιήσασθαι ἐπισχεσίην submit a plea, Od.21.71; ποιέεσθαι ὁδοιπορίην, for ὁδοιπορέειν, Hdt.2.29;π. ὁδόν Id.7.42
, 110, 112, etc.; π. πλόον, for πλέειν, Id.6.95, cf. Antipho 5.21; π. κομιδήν, for κομίζεσθαι, Hdt.6.95; θῶμα π. τὴν ἐργασίην, for θωμάζειν, Id.1.68; ὀργὴν π., for ὀργίζεσθαι, Id.3.25; λήθην π. τι, for λανθάνεσθαί τινος, Id.1.127; βουλὴν π., for βουλεύεσθαι, Id.6.101; συμβολὴν π., for συμβάλλεσθαι, Id.9.45; τὰς μάχας π., for μάχεσθαι, S.El. 302, etc.; καταφυγὴν π., for καταφεύγειν, Antipho 1.4; ἀγῶνα π., for ἀγωνίζεσθαι, Th.2.89; π. λόγον [τινός] make account of.., Hdt.7.156; but τοὺς λόγους π. hold a conference, Th.1.128; also simply for λέγειν, Lys.25.2, cf. Pl.R. 527a, etc.; also π. δι' ἀγγέλου, π. διὰ χρηστηρίων, communicate by a messenger, an oracle, Hdt.6.4, 8.134.III with Adj. as predic., make, render so and so, ποιῆσαί τινα ἄφρονα make one senseless, Od.23.12; [δῶρα] ὄλβια ποιεῖν make them blest, i.e. prosper them, 13.42, cf. Il.12.30;τοὺς Μήδους ἀσθενεῖς π. X.Cyr.1.5.2
, etc.;χρήσιμον ἐξ ἀχρήστου π. Pl.R. 411b
: with a Subst., ποιῆσαι ἀθύρματα make into playthings, Il. 15.363;ποιεῖν τινα βασιλῆα Od.1.387
;ταμίην ἀνέμων 10.21
;γέροντα 16.456
;ἄκοιτίν τινι Il.24.537
;γαμβρὸν ἑόν Hes.Th. 818
; [μύρμηκας] ἄνδρας π. [καὶ] γυναῖκας Id.Fr.76.5
;πολιήτας π. τινάς Hdt.7.156
;Ἀθηναῖον π. τινά Th.2.29
, etc.;π. τινὰ παράδειγμα Isoc.4.39
: hence, appoint, instal,τὸν Μωϋσῆν καὶ τὸν Ἀαρών LXX 1 Ki.12.6
;δώδεκα Ev.Marc.3.14
:—[voice] Med., ποιεῖσθαί τινα ἑταῖρον make him one's friend, Hes. Op. 707, cf. 714; π. τινὰ ἄλοχον or ἄκοιτιν take her to oneself as wife, Il.3.409, 9.397, cf. Od.5.120, etc.; π. τινὰ παῖδα make him one's son, i.e. adopt him as son, Il.9.495, etc.; θετὸν παῖδα π. adopt a son, Hdt. 6.57: without υἱόν, adopt,ἐπειδὴ οὐκ ἦσαν αὐτῷ παῖδες ἄρρενες, π. Λεωκράτη D.41.3
, cf. 39.6,33, 44.25, Pl.Lg. 923c, etc.;π. τινὰ θυγατέρα Hdt.4.180
: generally,ἅπαντας ἢ σῦς ἠὲ λύκους π. Od.10.433
;π. τινὰ πολίτην Isoc.9.54
; ;τὰ κρέα π. εὔτυκα Hdt. 1.119
; τὰ ἔπεα ἀπόρρητα π. making them a secret, Id.9.45, etc.; also ἑωυτοῦ ποιέεται τὸ.. ἔργον makes it his own, Id.1.129; .IV put in a certain place or condition, etc.,ἐμοὶ Ζεὺς.. ἐνὶ φρεσὶν ὧδε νόημα ποίησ' Od.14.274
; ; , cf. 71;ἐν αἰσχύνῃ π. τὴν πόλιν D.18.136
;τὰς ναῦς ἐπὶ τοῦ ξηροῦ π. Th.1.109
;ἔξω κεφαλὴν π. Hdt.5.33
;ἔξω βελῶν τὴν τάξιν π. X.Cyr.4.1.3
;ἐμαυτὸν ὡς πορρωτάτω π. τῶν ὑποψιῶν Isoc.3.37
; of troops, form them,ὡς ἂν κράτιστα.. X.An.5.2.11
, cf. 3.4.21; in politics,ἐς ὀλίγους τὰς ἀρχὰς π. Th.8.53
; and in war, π. Γετταλίαν ὑπὸ Φιλίππῳ bring it under his power, D.18.48;μήτε τοὺς νόμους μήθ' ὑμᾶς αὐτοὺς ἐπὶ τοῖς λέγουσι π. Id.58.61
:—[voice] Med.,ποιέεσθαι ὑπ' ἑωυτῷ Hdt.1.201
, cf.5.103, etc.;ὑπὸ χεῖρα X.Ages.1.22
; π. τινὰς ἐς φυλακήν, τὰ τῶν ξυμμάχων ἐς ἀσφάλειαν, Th.3.3, 8.1;τινὰς ἐς τὸ συμμαχικόν Hdt.9.106
; τὰ λεπτὰ πλοῖα ἐντὸς π. put the small vessels in the middle, Th.2.83, cf. 6.67; π. τινὰ ἐκποδών (v. ἐκποδών); ὄπισθεν π. τὸν ποταμόν X.An. 1.10.9
.2 Math., multiply, π. τὰ ιβ ἐπὶ τὰ έ, τὰ ζ ἐφ' ἑαυτὰ π., Hero Metr.1.8, 2.14.V [voice] Med., deem, consider, reckon a thing as.., συμφορὴν ποιέεσθαί τι take it for a misfortune, Hdt.1.83, 6.61; δεινὸν π. τι esteem it a grievous thing, take it ill, Id.1.127, etc. (rarely in [voice] Act.,δεινὰ π. 2.121
.έ, Th.5.42); μέγα π. c. inf., deem it a great matter that.., Hdt.8.3, cf. 3.42, etc.;μεγάλα π. ὅτι.. Id.1.119
; ἑρμαῖον π. τι count it clear gain, Pl.Grg. 489c;οὐκέτι ἀνασχετὸν π. τι Th.1.118
: freq. with Preps., δι' οὐδενὸς π. deem of no account, S.OC 584; ἐν ἐλαφρῷ, ἐν ὁμοίῳ π., Hdt.1.118,7.138;ἐν σμικρῷ μέρει S.Ph. 498
;ἐν ὀλιγωρίᾳ Th.4.5
;ἐν ὀργῇ D.1.16
; ἐν νόμῳ π. consider as lawful, Hdt. 1.131; ἐν ἀδείῃ π. consider as safe, Id.9.42;παρ' ὀλίγον π. τι X. An.6.6.11
; περὶ πολλοῦ π., Lat. magni facere, Lys.1.1, etc.; περὶ πλείονος, περὶ πλείστου π., Id.14.40, Pl.Ap. 21e, etc.; περὶ ὀλίγου, περὶ ἐλάττονος, Isoc.17.58, 18.63;περὶ παντός Id.2.15
(rarelyπολλοῦ π. τι Pl.Prt. 328d
); πρὸ πολλοῦ π. c. inf., Isoc.5.138.VI put the case, assume that..,ποιήσας ἀν' ὀγδώκοντα ἄνδρας ἐνεῖναι Hdt.7.184
, cf. 186, X.An.5.7.9: without inf., ἐν ἑκάστῃ ψυχῇ ποιήσωμεν περιστερεῶνά τινα (sc. εἶναι) Pl.Tht. 197d:—[voice] Pass., πεποιήσθω δή be it assumed then, ib.e; those who are reputed..,Id.
R. 498a, cf. 538c, 573b:—but for τὸν φιλόσοφον ποιώμεθα νομίζειν ib. 581d read τί οἰώμεθα..;VII of Time, οὐ π. χρόνον make no long time, i. e. not to delay, D.19.163 codd.; μακρότερον ποιεῖς you are taking too long, PCair.Zen.48.4 (iii B.C.); μέσας π. νύκτας let midnight come, Pl.Phlb. 50d, cf. AP11.85 (Lucill.); ἔξω μέσων νυκτῶν π. τὴν ὥραν put off the time of business to past midnight, D.54.26; τὴν νύκτα ἐφ' ὅπλοις ποιεῖσθαι spend it under arms, Th.7.28(s.v.l.);ποιήσουσιν ἐν πλούτῳ ἔτη πολλά LXXPr.13.23
, cf. To.10.7; (ii B.C.), cf. PSI4.362.15 (iii B.C.);τὰς ἡμέρας ἐν τοῖς ὕδασι π. D.S.1.35
; tarry, stay,μῆνας τρεῖς Act.Ap. 20.3
, cf. AP11.330 (Nicarch.).VIII in later Greek, sacrifice, ; καρπώσεις ὑπέρ τινος ib.Jb.42.8: without acc., π. Ἀστάρτῃ sacrifice to Ashtoreth, ib.3 Ki.11.33.IX make ready, prepare, as food, μοσχάριον ib.Ge.18.7 sq.; π. τὸν μύστακα trim it, ib.2 Ki.19.24(25).X ποιεῖν βασιλέα play the king, ib.3 Ki.20 (21).7.B do, much like πράσσω, οὐδὲν ἂν ὧν νυνὶ πεποίηκεν ἔπραξεν D. 4.5; , cf. 18.62;ἄριστα πεποίηται Il.6.56
;πλείονα χρηστὰ περὶ τὴν πόλιν Ar.Eq. 811
;τὰ δίκαια τοῖς εὐεργέταις D.20.12
;ἅμα ἔπος τε καὶ ἔργον ἐποίεε Hdt.3.134
fin.; ποιέειν Σπαρτιητικά act like a Spartan, Id.5.40;οὗτος τί ποιεῖς; A. Supp. 911
, etc.;τὸ προσταχθὲν π. S.Ph. 1010
; π. τὴν μουσικήν practise it, Pl.Phd. 60e, etc.; πᾶν or πάντα π., v. πᾶς D. 111.2, etc.: Math., ὅπερ ἔδει ποιῆσαι, = Q.E.F., Euc.1.1, etc.2 c. dupl. acc., do something to another, κακά or ἀγαθὰ ποιεῖν τινα, first in Hdt.3.75, al.; ἀγαθόν, κακὸν π. τινά, Isoc.16.50, etc.;μεγάλα τὴν πόλιν ἀγαθά Din.1.17
; alsoεὖ ποιεῖν τὸν εὖ ποιοῦντα X.Mem.2.3.8
; τὴν ἐκείνου (sc. χώραν)κακῶς π. D.1.18
; in LXX with Prep.,π. κακὸν μετά τινων Ge. 26.29
;ταῦτα τοῦτον ἐποίησα Hdt.1.115
; , cf. Nu. 259; also of things, ἀργύριον τωὐτὸ τοῦτο ἐποίεε he did this same thing with silver, Hdt.4.166: less freq. c. dat. pers.,τῷ τεθνεῶτι μηδὲν τῶν νομιζομένων π. Is.4.19
;ἵππῳ τἀναντία X.Eq.9.12
codd., cf. Ar.Nu. 388, D.29.37: c. dat. rei,τί ποιήσωμεν κιβωτῷ; LXX 1 Ki.5.8
:—in [voice] Med.,φίλα ποιέεσθαί τισι Hdt.2.152
,5.37.3 with an Adv., ὧδε ποίησον do thus, Id.1.112; πῶς ποιήσεις; how will you act? S.OC 652;πῶς δεῖ ποιεῖν περὶ θυσίας X.Mem.1.3.1
;ποίει ὅπως βούλει Id.Cyr.1.4.9
;μὴ ἄλλως π. Pl.R. 328d
; πρὸς τοὺς πολεμίους πῶς ποιήσουσιν; ib. 469b; ὀρθῶς π. ib. 403e; εὖ, κακῶς π. τινά, v. supr. 2: freq. c. part.,εὖ ἐποίησας ἀπικόμενος Hdt.5.24
, cf. Pl.Phd. 60c;καλῶς ποιεῖς προνοῶν X.Cyr.7.4.13
;οἷον ποιεῖς ἡγούμενος Pl.Chrm. 166c
; καλῶς ποιῶν almost Adverbial,καλῶς γ', ἔφη, ποιῶν σύ Id.Smp. 174e
;καλῶς ποιοῦντες.. πράττετε D.20.110
, cf. 1.28; fortunately,Id.
23.143.4 in Prose (rarely in Poetry, A.Pr. 935), used in the second clause, to avoid repeating the Verb of the first, ἐρώτησον αὐτούς· μᾶλλον δ' ἐγὼ τοῦθ' ὑπὲρ σοῦ ποιήσω I will do this for you, D.18.52, cf. 292, Hdt.5.97, Is.7.35.II abs., to be doing, act,ποιέειν ἢ παθεῖν πρόκειται ἀγών Hdt.7.11
; ποιεῖν, as a category, opp. πάσχειν, Arist.Cat. 2a3, cf. GC 322b11, Ph. 225b13.b of medicine, operate, be efficacious, Pl.Phd. 117b;λουτρὰ κάλλιστα ποιοῦντα πρὸς νόσους Str. 5.3.6
; πρὸς στραγγουρίαν, πρὸς τοὺς δαιμονιζομένους, Thphr.HP7.14.1, Ps.-Plu.Fluv.16.2: freq. in Dsc., , al.;εἰς τὰ αὐτά 2.133
: c. dat.,στομαχικοῖς Gal.13.183
: abs., ἄκρως π. ib.265; also of charms, PMag.Osl.1.361.2 Th. has a peculiar usage, ἡ εὔνοια παρὰ πολὺ ἐποίει μᾶλλον ἐς τοὺς Λακεδαιμονίους good-will made greatly for, on the side of, the L., 2.8: impers., ἐπὶ πολὺ ἐποίει τῆς δόξης τοῖς μὲν ἠπειρώταις εἶναι, τοῖς δέ.. it was the general character of the one to be landsmen, of the others.., 4.12: the former passage is imitated by Arr.An.2.2.3, App.BC1.82, D.C.57.6. -
5 ἐπάγω
ἐπάγω [ᾰ],A bring on,οἷον ἐπ' ἦμαρ ἄγῃσι πατήρ Od.18.137
;ἐ. πῆμά τινι Hes.Op. 242
; ; ἐλεύθερον ἦμαρ Bacisap.Hdt.8.77;ἄτην ἐπ' ἄτῃ A.Ch. 404
(lyr.), cf. S.Aj. 1189 (lyr.);κινδύνους τινί Is.8.3
;πόλεμον ἐπὶ τὰς Θήβας Aeschin.3.140
;νόσους γῆράς τε ἐ. Pl. Ti. 33a
;πάθος ἐ. Hp.Morb.Sacr.3
.2 set on, urge on, as hunters do dogs, ἐπάγοντες ἐπῇσαν (sc. κύνας) Od.19.445, cf. X.Cyn.10.19:— in [voice] Med., ib.6.25.b lead on an army against the enemy,Ἄρη τινί A.Pers.85
(lyr.);τὴν στρατιήν Hdt.1.63
, cf.7.165;τὸ δεξιὸν κέρας Ar. Av. 353
;στρατόπεδον Th.6.69
;τινὰ ἐπί τινα Id.8.46
: intr., march against,τισί Plb.2.29.2
: abs., dub. in Luc.Hist.Conscr.21: metaph., Diph.44 (nisi leg. ἐπῇττε).3 lead on by persuasion, influence, Od.14.392, Th.1.107;ἐλπὶς ἥ σ' ἐπήγαγεν E.Hec. 1032
: c. inf., induce one to do, ib. 260, Isoc.14.63:—[voice] Pass.,οἷς ἐπαχθέντες ὑμεῖς D.5.10
(cod. S).4 bring in, invite as aiders or allies,τὸν Πέρσην Hdt.9.1
, cf. 8.112; τὸν Π. ἐπὶ τοὺς Ἕλληνας Epist. Phil. ap. D.12.7; (v. infr.11.2.5 bring to a place, bring in, S.Tr. 378, E.Ph. 905;ἅμαξαι.. τοὺς λίθους ἐπῆγον Th. 1.93
:—[voice] Med., draw in nourishment, of roots, Thphr.HP1.1.9:— [voice] Pass.,τροφὰ ἐπάγεται τῷ σώματι Ti.Locr.102b
.6 bring in, supply,ἐπιτήδεια Th.7.60
;τὰ ἐκ τῶν διωρύχων ἐ. νάματα Pl.Criti. 118e
;λίμνην.. εἰς τὴν ἅλμην Ephipp.5.12
: metaph.,ἐπάγει ἡ ψυχὴ τὸ ἓν ἄλλῳ Plot.6.9.1
.7 lay on or apply to one, ἐ. κέντρον πώλοις, of a charioteer, E.Hipp. 1194;ἐ. πληγὴν ἐπί τινα LXX Is.10.24
; ἐ. ζημίαν, = ἐπιτιθέναι, Luc.Anach.11; ἔπαγε τὴν γνάθον lay your jaws to it, Ar. V. 370; ἐ. τὴν διάνοιάν τινι apply it, Plu.Per.1.8 bring forward, ἐ. ψῆφον τοῖς ξυμμάχοις propose a vote to them, like ἐπιψηφίζειν ἐς.. Th.1.125, cf. 87; ψῆφος ἐπῆκτό τινι περὶ φυγῆς against him, X.An.7.7.57, cf. D.47.28;ἐ. ὅρκον τισί Paus.4.14.4
, cf.IG9(1).334.13 ([dialect] Locr.); also ἐ. δίκην, γραφήν τινι, bring a suit against one, Pl.Lg. 881e, D.18.150; γραφάς, εὐθύνας, εἰσαγγελίας ib.249;λεγέτω πρότερος ὁ ἐπάγων τὰν δίκαν Foed.Delph.Pell.1
A10;ἐ. αἰτίαν τινί D.18.141
;αἰτίαν ἐπήγαγέ μοι φόνου ψευδῆ Id.21.110
, cf.114.9 bring in over and above,παροψώνημα A.Ag. 1446
;τῷ λόγῳ τὸ ἔργον Plu.Lyc.8
:—[voice] Pass., τὸ ἐπαγόμενον φωνῆεν the vowel which follows, EM176.55; ὁ ἐ. ἀγών extraordinary, CIG 3491 ([place name] Thyatira).b intercalate days in the year, Hdt.2.4, D.S.1.50; αἱ ἐπαγόμεναι, with or without ἡμέραι, intercalated days, ib.13, Plu.2.355e, Inscr.Cypr.134 H., PStrassb.91.6, Vett.Val.20.26, 36.9, etc.10 in instruction or argument, lead on,τινὰς ἐπὶ τὰ μήπω γιγνωσκόμενα Pl.Plt. 278a
:—[voice] Pass.,ἐπαχθέντων αὐτῶν Aristox.Harm.p.23
M.b esp. in the Logic of Aristotle, teach or convince by induction,ἐπάγοντα ἀπὸ τῶν καθ' ἕκαστον ἐπὶ τὸ καθόλου καὶ τῶν γνωρίμων ἐπὶ τὰ ἄγνωστα Top.156a4
:—[voice] Pass., , cf.71a21,24: abs., συλλογιζόμενον ἢ ἐπάγοντα by syllogism or by induction, Rh.1356b8, cf. Top.157a21,al.;οὐδ' ὁ ἐπάγων ἀποδείκνυσιν APo.91b15
.c also ἐ. τὸ καθόλου bring forward, advance: hence, infer the general principle,τῇ καθ' ἕκαστα ἐπὶ τῶν ὁμοίων ἐπαγωγῇ ἐ. τὸ καθόλου Top.108b11
, cf. SE 174a34; so later, adduce the argument,ὅτι.. Alex.Aphr.
inSE6.2; conclude, infer, Arr.Epict.4.8.9.11 ἐ. τὴν κοιλίαν move the bowels, v.l. for ὑπ-, Dsc.4.157.II [voice] Med., bring to oneself, procure or provide for oneself,ἐκ θαλάσσης ὧν δέονται ἐπάξονται Th.1.81
, cf. 6.99: metaph., Ἅιδα φεῦξιν ἐ. devise, invent a means of shunning death, S. Ant. 362 (lyr.);τὴν τῶν ξυμμάχων δούλωσιν Th.3.10
;τῶν.. κακῶν ἐ. λήθην Men.467
.2 of persons, bring into one's country, bring in or introduce as allies (v. supr. 1.4), Hdt.2.108, Th.1.3, 2.68, 4.64,al.;οἰκιστὴν ἐ. Hdt.6.34
, cf. 5.67;ἐπιϝοίκους ἐ. Berl.Sitsb.1927.8
([dialect] Locr., v B. C.).3 μάρτυρας ποιητὰς ἐ. call them in as witnesses, Pl.R. 364c, cf. Lg. 823a, Arist.Metaph. 995a8; ἐ. ποιητὰς ἐν τοῖς λόγοις introduce by way of quotation, Pl.Prt. 347e;τὸν Ἡσίοδον μάρτυρα Id.Ly. 215c
; ἐ. μαρτύρια adduce testimonies, X.Smp.8.34;εἰκόνας ἐ. Id.Oec.17.15
;ὅρκον ἐ. πάντα τὰ ζῷα Porph.Abst.3.16
.4 bring upon oneself,νύκτα ἐν μεσημβρίᾳ Pl.Lg. 897d
;φθόνον X.Ap.32
;συμφορὰν ἐμαυτῷ Lys.4.19
;αὐθαίρετον αὑτοῖς δουλείαν D.19.259
;πράγματα Id.54.1
;ἑαυτοῖς δεστότην ἐ. τὸν νόμον Pl.Grg. 492b
;μητρυιὰν ἐ. κατὰ τῶν ἰδίων τέκνων D.S.12.12
.6 bring over to oneself, win over,τὸ πλῆθος Th.5.45
;τινὰ εἰς εὔνοιαν Plb.7.14.4
: c. acc. et inf., ἐ. τινὰς ξυγχωρῆσαι induce them to concede, Th.5.41.
См. также в других словарях:
Μήδους — Μή̱δους , Μῆδος Mede masc acc pl Μῆδος Mede masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μηδίζω — (Α μηδίζω) 1. διάκειμαι φιλικά ή προσχωρώ στους Μήδους, υπερασπίζομαι τα συμφέροντα τών Μήδων, παίρνω το μέρος τών Μήδων, ακολουθώ τους Μήδους («ὁ Μεγάβαζος στρατηγὸς ληφθεὶς ἐν τῇ χώρῃ Ἑλλησποντίων τοὺς μὴ μηδίζοντας κατεστρέφετο», Ηρόδ.) 2.… … Dictionary of Greek
Πάρθοι — Αρχαίος ιρανικός λαός, εγκατεστημένος από τους αρχαιότατους χρόνους στην περιοχή της νοτιοδυτικής Ασίας –που από αυτούς ονομάστηκε Παρθία– η οποία συνορεύει με την Υρκανία, τη Μηδία, την Καρμανία, την Αριανή και την περσική έρημο. Πολεμιστές… … Dictionary of Greek
Σκύθες — Αρχαίος λαός που κατοικούσε στη νότια Ρωσία και τον οποίο γνωρίζουμε από τις πληροφορίες που δίνει ο Ηρόδοτος στο 4o βιβλίο του, καθώς και από τα αρχαιολογικά ευρήματα σε μια μεγάλη περιοχή, που εκτείνεται από τις ακτές της Μαύρης θάλασσας ως την … Dictionary of Greek
κισσία — Περιοχή της Ασίας, πιθανότατα στην Περσία, κατά την αρχαιότητα. Πήρε την ονομασία της από τη μητέρα του Μέμνονα, Κισσία. Την Κ. αναφέρουν ο Αισχύλος και ο Ηρόδοτος. Ο δεύτερος την ταυτίζει με την Ελυμαΐδα (Ελαμμάτ) των Βαβυλωνίων. Μερικοί θεωρούν … Dictionary of Greek
μάγος — Στην αρχαιότητα, το μέλος μιας μηδικής φυλής με βαθιά γνώση της θρησκείας, που επιδιδόταν σε αστρολογικές και μαντικές τεχνικές και χαρακτηριζόταν για τις επιστημονικές του γνώσεις· επίσης, ο ιερέας και σοφός των αρχαίων Περσών που ασχολείτο με… … Dictionary of Greek
μηδικός — ή, ό (ΑΜ μηδικός, ή, ον, θηλ. και μηδίκη) [Μήδος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Μήδους (α. «μηδική ἐσθής» μεταξωτά ενδύματα β. «μηδ εἰ στράτευμα πλεῑον ἦ τὸ Μηδικόν», Αισχύλ.) 2. το θηλ. ως ουσ. η μηδική γένος αγγειόσπερμων δικότυλων… … Dictionary of Greek
μηδισμός — ο (Α μηδισμός) [μηδίζω] το να παίρνει κάποιος το μέρος τών Μήδων, το να προσχωρεί ή να διάκειται ευνοϊκά προς τούς Μήδους («ἐξήλασαν ἐκ τῆς πόλεως καὶ μηδισμὸν κατέγνωσαν», Δημοσθ.) … Dictionary of Greek
μηδοκτόνος — μηδοκτόνος, ον (Α) αυτός που φονεύει Μήδους. [ΕΤΥΜΟΛ. < Μῆδος + κτόνος (< κτείνω), πρβλ. μητρο κτόνος] … Dictionary of Greek
μηδοφόνος — μηδοφόνος, ον (Α) αυτός που φονεύει ή φόνευσε τους Μήδους 2. (για τόπο) αυτός όπου φονεύθηκαν πολλοί Μήδοι («Μηδοφόνος Πλάταια», επιγρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < Μῆδος + φόνος (< φόνος), πρβλ. ανδρο φόνος] … Dictionary of Greek
πικρός — ή, ό / πικρός, ά, όν, ΝΜΑ 1. αυτός που έχει πικρή, ερεθιστική γεύση (α. «πικρός καφές» β. «πικρό χάπι» γ. «ὅταν δὲ τεύχῃ Ζεὺς ἀπ ὄμφακος πικρᾱς οἶνον», Αισχύλ.) 2. (σχετικά με την αφή) οξύς, οδυνηρός (α. «τρεις μπάλες τού ερίξανε, πικρές,… … Dictionary of Greek