Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Ησιόδειος

См. также в других словарях:

  • ησιόδειος — ἡσιόδειος, ον (Α) [Ησίοδος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ποιητή Ησίοδο …   Dictionary of Greek

  • Ἡσιόδειος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡσιοδείων — Ἡσιόδειος fem gen pl Ἡσιόδειος masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡσιόδειον — Ἡσιόδειος masc acc sg Ἡσιόδειος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡσιοδείοις — Ἡσιόδειος masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡσιοδείου — Ἡσιόδειος masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡσιοδείους — Ἡσιόδειος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡσιόδεια — Ἡσιόδειος neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἡσιοδείας — Ἡσιοδείᾱς , Ἡσιόδειος fem acc pl Ἡσιοδείᾱς , Ἡσιόδειος fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψευδησιόδειος — ον, Α αυτός που εσφαλμένα αποδίδεται στον Ησίοδο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο) * + Ἡσιόδειος] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»