-
1 Ησιοδείας
-
2 Ἡσιοδείας
См. также в других словарях:
Ἡσιοδείας — Ἡσιοδείᾱς , Ἡσιόδειος fem acc pl Ἡσιοδείᾱς , Ἡσιόδειος fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 Ησιοδείας
2 Ἡσιοδείας
Ἡσιοδείας — Ἡσιοδείᾱς , Ἡσιόδειος fem acc pl Ἡσιοδείᾱς , Ἡσιόδειος fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)