-
21 πρός
1 prep. c. acc.a to, towardπρὸς ἐσχατιὰν Θήρων ἀρεταῖσιν ἱκάνων ἅπτεται Ἡρακλέος σταλᾶν O. 3.43
πρὸς Πιτάναν δεῖ σάμερον ἐλθεῖν O. 6.28
κοίλαν πρὸς ἄγυιαν θνᾳσκόντων (v. l. ἐς) O. 9.34 “ Νείλοιο πρὸς πῖον τέμενος Κρονίδα” P. 4.56 “ ἐλθόντας πρὸς Αἰήτα θαλάμους” P. 4.160ἔβαν Ἴρασα πρὸς πόλιν P. 9.106
ὅσαις δὲ βροτὸν ἔθνος ἀγλαίαις ἁπτόμεσθα, περαίνει πρὸς ἔσχατον πλόον P. 10.28
θυμέ, τίνα πρὸς ἀλλοδαπὰν ἄκραν ἐμὸν πλόον παραμείβεαι N. 3.26
κατέδρακεν Ἡρακλέος ὀλβίαν πρὸς αὐλάν N. 4.24
βουβόται τόθι πρῶνες ἔξοχοι κατάκεινται πρὸς Ἰόνιον πόρον N. 4.53
Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν lying to the west N. 4.69 ἀνὰ δ' ἱστία τεῖνον πρὸς ζυγὸν καρχασίου up to N. 5.51πρὸς ἄκρον ἀρετᾶς ἦλθον N. 6.23
πρὸς Ἴλου πόλιν N. 7.30
ᾤχετο δὲ πρὸς θεόν N. 7.40
( ἀρετά)ἀερθεῖσ' πρὸς ὑγρὸν αἰθέρα N. 8.41
ἀλλ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φᾶσιν θερείαις, ἐν δὲ χειμῶνι πλέων Νείλου πρὸς ἀκτάν I. 2.42
πάντες ἴσᾳ νέομεν ψευδῆ πρὸς ἀκτάν fr. 124. 7. πρὸς Ὄλυμπον Θρ. 7. 15. irregular position:πρὸς δ' ἑταῖροι καρτερὸν ἄνδρα φίλας ὤρεγον χεῖρας P. 4.239
b againstIγέρονθ ὅτι Πρίαμον πρὸς ἑρκεῖον ἤναρε βωμὸν ἐπενθορόντα Pae. 6.114
τέλος δ ἀείραις πρὸς στιβαρὰς ἐπάραξε πλευράς fr. 111. 4. “ δοιὰ βοῶν θερμὰ πρὸς ἀνθρακιὰν στέψαν” (Schr.: δ' εἰς codd., valde corrupti) fr. 168. 2.II in opposition, answer to: againstἄκραντα γαρύετον Διὸς πρὸς ὄρνιχα θεῖον O. 2.88
χλιδῶσα δὲ μολπὰ πρὸς κάλαμον ἀντιάξει μελέων O. 10.84
χρὴ δὲ πρὸς θεὸν οὐκ ἐρίζειν P. 2.88
μὴ πρὸς ἅπαντας ἀναρρῆξαι τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1.c towards (the time of), aboutπρὸς εὐάνθεμον δ' ὅτε φυὰν O. 1.67
τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα ῥέποντα πρὸς ἀῶ P. 9.25
τελέθει πρὸς γῆρας αἰὼν ἡμέρα N. 9.44
d of mental direction, toπρὸς ἡσυχίαν φιλόπολιν τετραμμένον O. 4.16
ὄφρα ἵκωμαι πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος O. 6.24
“ τραχεῖαν ἑρπόντων πρὸς ἔπιβδαν” P. 4.140θυμὸν ἐκδόσθαι πρὸς ἥβαν P. 4.295
πρὸς εὐφροσύναν τρέψαι γλυκεῖαν ἦτορ I. 3.10
πτάμεναι νοήματι πρὸς Ἀφροδίταν (Wil.: ποτ τὰν codd.) fr. 122. 5.e with a view to, with the object ofἀμφ' ἀρεταῖσι πόνος δαπάνα τε μάρναται πρὸς ἔργον κινδύνῳ κεκαλυμμένον O. 5.15
ἄνεται δὲ πρὸς χάριν εὐσεβίας ἀνδρῶν λιταῖς O. 8.8
ἐρεθίζομαι πρὸς ἀυτὰ[ν] I am provoked to song fr. 140b. 14.f in respect of, inὕπατος ἀμφὶ τοκεῦσιν ἔμμεν πρὸς ἀρετάν P. 6.42
ἀγαπατὰ δὲ καιροῦ μὴ πλαναθέντα πρὸς ἔργον ἕκαστον τῶν ἀρειόνων ἐρώτων ἐπικρατεῖν δύνασθαι N. 8.4
g by reference to, according toτῶν νῦν δὲ καὶ Θρασύβουλος πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα P. 6.45
2 c. gen. a. of pers., at the hands of, from, byχρὴ πρὸς μακάρων τυγχάνοντ' εὖ πασχέμεν P. 3.103
δυσθρόου φωνᾶς ἀνακρινόμενον ποινὰ τίς ἔσται πρὸς θεῶν P. 4.63
ἀπαθὴς δ' αὐτὸς πρὸς ἀστῶν P. 4.297
ἴστω λαχὼν πρὸς δαιμόνων θαυμαστὸν ὄλβον N. 9.45
καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν τετράκις N. 10.42
τετίματαί τε πρὸς ἀθανάτων φίλος I. 4.59
πρὸς δ' Ἀφροδίτας ἀτιμασθεὶς fr. 123. 6. ἥροες ἁγνοὶ πρὸς ἀνθρώπων καλέονται fr. 133. 6.b in the eyes ofὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286
c by in prayers, invocations.πρὸς Ὀλυμπίου Διός σε, χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ, λίσσομαι με δέξαι Pae. 6.1
ἀλλά σε πρὸς Διός, ἱπποσόα θοάς, ἱκετεύω Pae. 9.7
d under the force of, in the face ofπένθος δὲ πίτνει βαρὺ κρεσσόνων πρὸς ἀγαθῶν O. 2.24
e from τᾶς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακείς (Kaibel: ἀκτῖνας ὄσσων, ἀκτῖνας προσώπων codd.) fr. 123. 2.3 c. dat., on atἀψευδεῖ δὲ πρὸς ἄκμονι χάλκευε γλῶσσαν P. 1.86
[ πρὸς τέρμασιν (coni. Boeckh: ἐν codd.) P. 9.114] ἐσχατιαῖς ἤδη πρὸς ὄλβου βάλλετ' ἄγκυραν (v. l. ἐσχατιὰς) I. 6.124 in tmesis. πρὸς ὄμμα βαλὼν χερὶ[ (v. προσβάλλω) Pae. 15.6 -
22 στίχος
1 rankκραιπνότεραι ἢ βαρυγδούπων ἀνέμων στίχες P. 4.210
ἦ ῥα Μηδείας ἐπέων στίχες the ranked words P. 4.57 lit., of fighting men,παῦροι δὲ βουλεῦσαι φόνου παρποδίου νεφέλαν τρέψαι ποτὶ δυσμενέων ἀνδρῶν στίχας χερσὶ καὶ ψυχᾷ δυνατοί N. 9.38
-
23 φόνος
φόνος (-ου, -ῳ, -ον)a bloodἈχιλέος· ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε Τηλέφου μέλανι ῥαίνων φόνῳ πεδίον I. 8.50
b bloodshedμάχᾳ λεόντεσσιν ἀγροτέροις ἔπρασσεν φόνον N. 3.46
χρυσέων δ' Αἴας στερηθεὶς ὅπλων φόνῳ πάλαισεν N. 8.27
παῦροι δὲ βουλεῦσαι φόνου παρποδίου νεφέλαν τρέψαι ποτὶ δυσμενέων ἀνδρῶν στίχας χερσὶ καὶ ψυχᾷ δυνατοί N. 9.37ὀρθωθεῖσα ναύταις ἐν πολυφθόρῳ Σαλαμὶς Διὸς ὄμβρῳ ἀναρίθμων ἀνδρῶν χαλαζάεντι φόνῳ I. 5.50
παῖδα ποντίας Θέτιος θρασεῖ φόνῳ πεδάσαις Pae. 6.86
κάπρῳ δὲ βουλεύοντα φόνον κύνα χρὴ τλάθυμον ἐξευρεῖν fr. 234. 3. met., v. φονός. -
24 διάνοια
διάνοιᾰ, ἡ, [dialect] Aeol. [full] διανοιΐα Alc.Supp.1a.1 (nisi leg. δι' ἀνοιΐα[ν]), poet. also [full] διανοίᾱ acc. to Eust.1679.29:—A thought, i.e. intention, purpose, Hdt.1.46,90, And.4.35, etc.; τῇ διανοίᾳ in the spirit of his action, D.21.219;ὤλοντ' ἀσεβεῖ διανοίᾳ A.Th. 831
(lyr.);μαινόλις δ. Id.Supp. 109
(lyr.);εὔφρονος ἐκ δ. Id.Ag. 797
(lyr.), cf. Eu. 1013 (anap.); ;ἐπί τινι Isoc.5.14
;πρός τινι Anaxipp.1.37
;ἐπ' ἄλλο τι.. τρέψαι τινὸς τὴν δ. Pl. Euthd. 275b
; ἐξ ὅλης τῆς δ. with all one's heart, Arr.Epict.2.2.13;ἐχθροὺς τῇ δ. Ep.Col.1.21
.II process of thinking, thought,ὁ ἐντὸς τῆς ψυχῆς πρὸς αὑτὴν διάλογος.. ἐπωνομάσθη δ. Pl.Sph. 263d
;πᾶσα δ. ἢ πρακτικὴ ἢ ποιητικὴ ἢ θεωρητική Arist.Metaph. 1025b25
; ; esp. discursive thought, opp. νόησις, Procl.Inst. 123.III thinking faculty, intelligence, understanding,ὡς μεταξύ τι δόξης τε καὶ νοῦ τὴν δ. οὖσαν Pl.R. 511d
, al.; opp. σῶμα, Id.Lg. 916a, cf. R. 395b;ἔστιν ὥσπερ τοῦ σώματος καὶ τῆς δ. γῆρας Arist.Pol. 1270b40
;ἐπιτάττοντος τοῦ νοῦ καὶ λεγούσης τῆς δ. φεύγειν τι ἢ διώκειν Id.de An. 433a2
;ἔκστασις διανοίας LXXDe.28.28
.IV thought expressed, meaning of a word or passage, Pl.Ly. 205b, Phdr. 228d;τὰς τῶν ὀνομάτων δ. Id.Cra. 418a
;τὴν αὐτὴν ἔχει δ. Arist.de An. 404a17
; ἡ φυσικὴ δ. τοῦ νόμου Aristeas 171; so δ., opp. ῥητόν, spirit, opp. letter, Hermog.Stat.2.V intellectual capacity revealed in speech or action by the characters in drama, Arist.Po. 1450a6, b11, 1456a34, Rh. 1404a19, al. (Rare in Poetry.)Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διάνοια
-
25 περιλῆσαι
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > περιλῆσαι
-
26 περιτρέπω
A turn and bring round, divert, τὴν ἀναθυμίασιν εἴσω -τρέπεσθαι is diverted inwards, Arist.Mete. 367a32 ; ;γυναῖκάς φασι τοῖς ἀνδράσι περιτρέπειν τὰ σφέτερ' αὐτῶν ἁμαρτήματα Aristid.2.420
J.;εἰς τοὐναντίον τὸν λόγον Eus.Mynd.2
;ἐπὶ θάτερα Aristid.1.112
J.;τὸ σφάλμα εἰς ἄλλο μακρῷ αἰσιώτερον περιετράπη Luc.Laps.15
;ὁ λόγος εἰς ὄνειδος -τέτραπται Plu.2.1036f
; π. τινὰ εἰς μανίαν, εἰς χαράν, Act.Ap.26.24, J.AJ9.4.4;εἰς ἄλγημα Sor.1.26
([voice] Pass.): c. inf., τοὐναντίον π. τιμηνύειν bring a thing round to signify the opposite, Pl.Cra. 418b.2 turn upside down, upset,χειμὼν π. τὴν ναῦν Luc.Cont.7
; περιτραπεὶς Ὀδυσσεύς capsized, Plu.2.831d ; τῇ ῥύμῃ τοῦ ἵππου τινὰ π. Id.Marc.7 : metaph., [ὕψος] περιέτρεψεν ἢ χρόνος τις ἢ φθόνος Trag.Adesp.547.4
;π. θρόνους δικαστῶν LXX Wi.5.23
; π. εἰς κακοτροφίαν pervert, Ath.Med. ap. Orib. inc.21.1 ;μή τις.. βασκανία π. τὸν λόγον Pl.Phd. 95b
; refute,π. σεαυτόν Id.Ax. 37o
a, cf. Aps.p.278 H.:—[voice] Pass.,τὸ παράδειγμα περιτέτραπται Luc.JTr.49
; of a person, collapse in argument, Phld.Sign.29; refute oneself, D.L.3.35 ;περιτρέπεται ὁ λόγος Dam.Pr.7
.4 [voice] Pass., to be folded over, of skin, Gal.UP3.12.5 περιτρέπεται· ἰλιγγιᾷ, Hsch.II intr. in [tense] aor. 2, turn or go round,περὶ δ' ἔτραπον ὧραι Od.10.469
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > περιτρέπω
-
27 τρέπω
Aτρέψω 15.261
, etc.: [tense] aor. 1ἔτρεψα 18.469
, etc., [dialect] Ep.τρέψα 16.645
: besides [tense] aor. 1 Hom. has [tense] aor. 2 ἔτρᾰπον, Od.4.294, al., also Pi.O.10(11).15 (sts. also intr., v. περιτρέπω 11 and perh. Il.16.657, cf. 111 fin.): [dialect] Aeol. [tense] aor. ἔτροπον, v. ἀνατρέπω: [tense] pf. , Anaxandr.51, ([etym.] ἀνα-) S.Tr. 1009 (lyr.), And.1.131; laterτέτρᾰφα Din.1.108
, ([etym.] ἀνα-) ib.30, D.18.296 (cod. S), Aeschin.1.190, 3.158 (but cf. Wackernagel Studien zum griech. Perf.15);ἐπι-τέτραφα Plb.30.6.6
:—[voice] Med., [tense] fut.τρέψομαι Hdt.1.97
, Hp.Prog.20, E. Hipp. 1066, etc.: [tense] aor.ἐτρεψάμην Od.1.422
, E.Heracl. 842: also [tense] aor. 2ἐτραπόμην Il.16.594
, Hdt.2.3, al. (used also in pass. sense, ([etym.] ἀν-) Il.6.64, 14.447, and once in [dialect] Att., ([etym.] ἀν-) Pl.Cra. 395d); imper. : [tense] pf. (v. infr.):—[voice] Pass., [tense] fut.τρᾰπήσομαι Plu.Nic.21
, etc.; alsoτετράψομαι Ph.1.220
, ([etym.] ἐπι-) Pisistr. ap. D.L.1.54: [tense] aor.ἐτρέφθην Hom. Epigr.14.7
, once in Trag., E.El. 1046 (v. ἐπιτρέπω); [dialect] Ion.τραφθῆναι Od.15.80
, cf. Hdt.4.12: [tense] aor. 2 ἐτράπην [pron. full] [ᾰ] A.Pers. 1029 (lyr.), Ar.Ec. 416, etc.; ἐτρέπην ([etym.] ἐν-) UPZ5.24 (ii B. C.): [tense] pf. ; [ per.] 3pl.τετράφαται Thgn.42
, cf. Il.2.25 ([etym.] ἐπι-); [ per.] 3sg. imper.τετράφθω 12.273
; part.τετραμμένος 19.212
, etc.: [tense] plpf., [dialect] Ep. [ per.] 3sg.τέτραπτο Od.4.260
; [ per.] 3pl.τετράφατο Il.10.189
.—From the [tense] aor. 2 has been formed the [tense] pres. ἐπιτρᾰπέουσι, ib. 421; cf. τραπητέον.—The [dialect] Ion. forms used by Hdt. are [tense] pres. [voice] Pass.τράπονται 6.33
, al.; [ per.] 3sg. [tense] impf.τρέπεσκε 4.128
; [tense] aor. [voice] Pass.τραφθείς 9.56
; but [tense] fut. ἐπιτράψομαι is f. l. in 3.155, and in the [tense] pres. [voice] Act. and [voice] Pass. codd. vary (both forms in codd. of 2.92 ([voice] Act.),τρέπεται 1.117
,τράπεται 4.60
):—[dialect] Dor. forms, [full] τράπω EM114.19; [tense] fut. ([place name] Crete):— turn or direct towards a thing, Hom., etc.; mostly folld. by a Prep.,τ. [φύσας] ἐς πῦρ Il.18.469
;ἐς ποταμὸν φλόγα 21.349
; εἰς εὐνὴν τράπεθ' ἥμεας show us to bed, Od.4.294 (perh. with a punning reference to ταρπώμεθα in next line); (as though τραπείομεν in Il.3.441 belonged to τρέπω and not to τέρπω; unless there is a pause after λέκτρονδε); θυμὸν εἰς ἔργον τ. Hes.Op. 316
;εἰς ἐχθροὺς βέλος A.Th. 255
;πόλεις ἐς ὕβριν Th.3.39
;τὸν ἄνθρωπον.. εἰς ἀθυμίαν D.23.194
;πρὸς ἠέλιον κεφαλήν Od.13.29
;πρὸς ὄρος πίονα μῆλα 9.315
;πρὸς εὐφροσύναν ἦτορ Pi.I.3.10
;τὰς γνώμας πρὸς χρηματισμόν Pl.Ep. 355b
; alsoἐπ' ἐμπορίην θυμόν Hes.Op. 646
, cf. Pl. Phdr. 257b, R. 508c;δᾶμον ἐς ἡσυχίαν Pi.P.1.70
;ἐπ' ἐχθροῖς χεῖρα S.Aj. 772
;κατὰ πληθὺν τ. θυμόν Il.5.676
;ἀντίον Ζεφύρου πρόσωπον Hes.Op. 594
: with Advbs.,πάντων ὁμόσε στόματ' ἔτραπε Il.12.24
;οὐκ οἶδ' ὅποι χρὴ.. τ. ἔπος S.Ph. 897
;ἐνταῦθα σὴν φρένα E.IT 1322
; τὴνδιάνοιαν ἄλλοσε Pl.R. 393a
;ἐκεῖσε τ. τὰς ἡδονάς Id.Lg. 643c
;ἐπὶ τὴν θεραπείαν τὸν λόγον Sor.2.23
: c. inf., σέ.. ἔτραπε.. ὀργὰ παρφάμεν led thee to speak crookedly, Pi.P.9.43:—also in [voice] Med.,τραπέσθαι τινὰ ἐπί τι Pl.Euthd. 303c
, cf. Chrm. 156c:—[voice] Pass.,κεῖται ἀνὰ πρόθυρον τετραμμένος Il.19.212
.2 [voice] Pass. and [voice] Med., turn one's steps, turn in a certain direction,τραφθῆναι ἀν' Ἑλλάδα Od.15.80
;τραφθέντες ἐς τὸ πεδίον Hdt. 9.56
;ἐς Θήβας ἐτραπόμην Id.2.3
; ἐπὶ Προκόννησον, ἐπ' Ἀθηνέων, Id 6.33, 5.57: with Advbs., ἀμηχανεῖν ὅποι τράποιντο which way to turn, A. Pers. 459;ἀμηχανῶ.. ὅπᾳ τράπωμαι Id.Ag. 1532
(lyr.);πᾷ τις τράποιτ' ἄν; Id.Ch. 409
(lyr.);ποῖ τρέψομαι; E.Hipp. 1066
, cf. X.An.3.5.13;ποῖ χρὴ τραπέσθαι; Lys.29.2
: c. acc. cogn., τραπέσθαι ὁδόν take a course, Hdt.1.11, cf. 9.69, Pl.Sph. 242b;πολλὰς ὁδοὺς τραπόμενοι κατὰ ὄρη Th.5.10
; .3 in [voice] Pass. and [voice] Med. also, turn or betake oneself, εἰς ὀρχηστύν, εἰς ἀοιδήν, Od.1.422, 18.305;ἐπὶ ἔργα Il.3.422
, etc.; ἐπ' ἀναιδείην Hom Epigr.14.7;ἐπὶ σωφροσύνην Thgn.379
;ἐπὶ ψευδέα ὁδόν Hdt.1.117
;ἐπὶ φροντίδας E.IA 646
;ἐφ' ἁρπαγήν Th.4.104
;ἐπ' εἰρήνην X.HG4.4.2
;ἐς τὸ μαίνεσθαι S.OC 1537
;ἐς ἀλκήν Th.2.84
;εἰς ἁρπαγὴν ἐπὶ τὰς οἰκίας X.HG6.5.30
;κατὰ θέαν τετραμμένοι Th.5.9
;πρὸς ἀλκήν Hdt.3.78
;πρὸς τὸ κέρδιον τραπείς S.Aj. 743
;πρὸς λῃστείαν Th.1.5
;πρὸς ἄριστον τετρ. Hdt.1.63
;πρὸς τὸν πότον Pl.Smp. 176a
, etc.; also τ. πρός τινα betake oneself, have recourse to him, Cratin.152, X.An.4.5.30, Pl.Prt. 339e;ἐφ' ἱκετείαν τ. τῶν διωκόντων Id.Ap. 39a
.4 [voice] Pass. and [voice] Med., of places, to be turned or look in a certain direction,πρὸς ζόφον Od. 12.81
; πρὸς ἄρκτον, πρὸς νότον, etc., Hdt. 1.148, Th.2.15, etc.; alsoπρὸς τοῦ Τμώλου Hdt.1.84
; ἄντ' ἠελίου τετρ. straight towards, Hes. Op. 727.II turn, i. e. turn round or about, πάλιν τρέπειν turn back,ἵππους Il.8.432
; τινα ib. 399; ὄσσε, δόρυ, 21.415, 20.439; τὰ καλὰ τ. ἔξω turn the best side outmost, show the best side (of a garment), Pi.P.3.83:—[voice] Pass.,πάλιν ἐτράπετ' Il.21.468
;μή τις ὀπίσσω τετράφθω 12.273
; c. gen., turn from..,υἷος 18.138
; ἐτράπετ' αἰχμή the point bent back, like ἀνεγνάμφθη, 11.237; of the sun having passed the meridian,πόστην ἥλιος τέτραπται; Ar.Fr. 163
, cf. Antig. Mir.60; also of the solstice, ἐπειδὰν ἐν χειμῶνι τράπηται [ὁ ἥλιος] (v.τροπή 1
) X.Mem.4.3.8, cf. Pl.Lg. 915d;τραπείσης τῆς ὥρας Arist. HA 628b26
:—intr. in [voice] Act., περὶ δ' ἔτραπον ὧραι, v. περιτρέπω 11.2 τ. τι εἴς τινα turn upon another's head, τ. τὴν αἰτίαν, τὴν ὀργὴν εἴς τινα, Is.8.41, D.8.57; freq. in imprecations, ἐς κεφαλὴν τράποιτ' ἐμοί on my head be it! Ar.Ach. 833, cf. Hdt.2.39; εἰς σεαυτὸν τρεπέσθω on your head be it! IG4.444 ([place name] Phlius);ἦ κἀπ' ἐμοὶ τρέποιτ' ἂν αἰτίας τέλος; A.Eu. 434
; keep your ills to yourself,Ar.
Ach. 1019, Nu. 1263;πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς τρέψεσθε Lys.8.19
.3 alter, change,φρένας Il.6.61
;τὰς γνώμας X.An.3.1.41
; [τὸ χρῶμα] Sor.1.35; [ τὸ γάλα] ib.92;ἔτραπεν κεῖνον μισθῷ χρυσός Pi.P.3.55
; deceive, Archil.166;ἐς κακὸν τ. τινά Pi.P.3.35
; (troch.); , cf. Hdt.7.105, etc.: [voice] Med., πρὸς τὰς ξυμφορὰς τὰς γνώμας τρέπεσθαι shift their views, Th.1.140, cf. Plu. 2.71e, etc.:—[voice] Pass., to be changed,τρέπεται χρώς Il.13.279
, cf. Od. 21.413, Hes.Op. 416; τὴν χρόαν τρέπεσθαι, of animals, Plu.2.51d; τῷ χρώματι τρεπομένας, of women, Sor.1.35 (so abs., of a man, Id.Vit.Hippocr.5);ὁ οὕτω τρεπόμενος σφυγμός Gal.18(2).40
;τρέπεται νόος Od.3.147
;νόος ἐτράπετ' 7.263
;Διὸς ἐτράπετο φρήν Il.10.45
;τράπομαι καὶ τὴν γνώμην μετατίθεμαι Hdt.7.18
; ὁρῶν αὐτοὺς τετραμμένους seeing that they had changed their minds, Id.9.34, cf. Th.4.106;ἐπὶ τὰ βελτίω τρέπου Ar.V. 986
: c. inf.,κραδίη τέτραπτο νέεσθαι Od.4.260
;ἐτράποντο.. τῷ δήμῳ.. τὰ πράγματα ἐνδιδόναι Th. 2.65
: c. acc. cogn.,πλείους τραπόμενος τροπὰς τοῦ Εὐρίπου Aeschin. 3.90
; οἶνος τρέπεται the wine turns, becomes sour (v. τροπίας), S.E. P.1.41;ἡ ξανθὴ χολὴ.. εἰς τὸν ἰώδη τρέπεται χυμόν Gal.16.534
; ἡ ἀδελφὴ ἐπὶ τὸ κομψότερον ἐτράπη has taken a turn for the better, POxy.935.5 (iii A. D.); ἐπὶ τὸ ῥᾷον ἔδοξεν τετράφθαι ib.939.17 (iv A. D.); τοῦ πατρὸς ἡμῶν εἰς ἄπορον τραπέντος having become destitute, PMeyer 8.14 (ii A. D.):—intr. in [voice] Act.,τοῦ ἄρχοντος τρέποντος εἰς δεσπότην Ph.2.562
.III turn or put to flight, rout, defeat,τρέψω δ' ἥρωας Ἀχαιούς Il.15.261
;ἔτρεψε φάλαγγας Tyrt.12.21
, cf. Pi.O.10 (11).15, Hdt.1.63, 4.128, Th.1.62, 4.25,33, etc.; in full,φύγαδε τ. Il.8.157
;εἰς φυγὴν ἔτρεψε τοὺς ἑξακισχιλίους X.An.1.8.24
;τρέψαι καὶ ἐς φυγὴν καταστῆσαι Th.7.43
(but they fled,E.
Supp. 718):—[voice] Med., [tense] pres., X.An.5.4.16, J.AJ13.2.4, Plu.Cam.29: [tense] fut., Ar.Eq. 275 (troch.): [tense] aor. 1, E.Heracl. 842, X.An.6.1.13:—[voice] Pass., to be put to flight, [tense] aor. 2 (lyr.), X.Cyr.5.4.7 (v.l. ἐτράποντο), etc.: also [tense] aor. 1ἐτρέφθην Id.An.5.4.23
, HG3.4.14, Cyn.12.5: [tense] aor. 2 [voice] Med.ἐτραπόμην Hdt.1.80
, 9.63, etc.;ἐς φυγὴν τραπέσθαι Id.8.91
, Th.8.95;τραπόμενοι κατέφυγον Id.4
54;φυγῇ ἄλλος ἄλλῃ ἐτράπετο X.An.4.8.19
;ἐτράποντο φεύγειν Plu.Lys. 28
, Caes.45: rarely in [tense] pf. [voice] Pass.,τετραμμένου φυγᾷ γένους A.Th. 952
(lyr.):—also intr. in [voice] Act.,φύγαδ' ἔτραπε Il.16.657
(unless it governs δίφρον).IV turn away, keep off, ;τ. τινὰ ἀπὸ τείχεος 22.16
;ἑκάς τινος Od.17.73
([voice] Med.);τῇ.. νόον ἔτραπεν 19.479
: abs.,ἀλλὰ Ζεὺς ἔτρεψε Il.4.381
; of weapons,βέλος.. ἔτραπεν ἄλλῃ 5.187
;ἀπὸ ἔγχεος ὁρμὴν ἔτραπε Hes. Sc. 456
.VI turn, apply,τ. τι ἐς ἄλλο τι Hdt.2.92
; τὰς ἐμβάδας ποῖ τέτροφας; what have you done with your shoes? Ar.Nu. 858;τὸν μόναυλον ποῖ τέτροφας; Anaxandr. 51
:—[voice] Pass.,ποῖ τρέπεται.. τὰ χρήματα; Ar.V. 665
(anap.). -
28 ἐντρέπω
A turn about,τὰ νῶτα Hdt.7.211
; ἐξεστραμμένην ἕδραν ἐ. reduce prolapsed anus, Gal.12.365; of a muscle, turn the eye in, Id.UP10.9 ([voice] Pass.).2 mostly metaph., make one turn, put him to shame, 1 Ep.Cor.4.14, Ael.VH3.17, S.E.P.3.135, D.L.2.29.4 [voice] Med., ἐντρέψασθαι· τὸ εἴσω τρέψαι τὸ ἱμάτιον, Hsch.II [voice] Med. or [voice] Pass., [tense] fut.ἐντραπήσομαι LXXLe.26.41
, al.; turn about, hesitate, esp. feel misgiving or compunction, στείχωμεν ἤδη μηδ' ἔτ' ἐντρεπώμεθα (where Sch. compares ἐντροπαλίζομενος) S.OC 1541;ἐνετρέποντο.. ἐν ἑαυτοῖς Plb. 31.2.6
(prob. cj.).2 c. gen. pers., turn towards, give heed or regard to, respect, reverence,οὐδέ νυ σοί περ ἐντρέπεται φίλον ἦτορ ἀνεψιοῦ κταμένοιο; Il.15.554
, cf. Od.1.60;συμμάχου S.Aj.90
; ; , etc.;ὧν ἐντρέπου σὺ μηδέν S.OT 724
: c. inf., take heed to.., φεύγειν ὀλεσήνορας ὅρκους ἐντρέπευ cj. in Thgn. 400: [tense] aor. 2 [voice] Pass., < οὐκ> ἐντρεπέντος τοῦ Ἀμώσιος since A. paid no attention, UPZ5.24 (ii B. C.).3 later c. acc., reverence, feel regard for,τὴν πολιάν Alex.71
, cf. Plb.3.10.3, al., Ev.Marc.12.6.b feel shame on account of, Plb.2.49.7.4 abs., feel shame or fear, UPZ 62.29 (ii B. C.), 2 Ep.Thess.3.14, Ep.Tit.2.8.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐντρέπω
- 1
- 2
См. также в других словарях:
τρέψαι — τρέπω Studien zum griech. Perf. aor imperat mid 2nd sg τρέπω Studien zum griech. Perf. aor inf act τρέψαῑ , τρέπω Studien zum griech. Perf. aor opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εντρέπομαι — και (α)ντρέπομαι και ντρέπουμαι (AM ἐντρέπομαι, Α και ἐντρέπω, Μ και (ἀ)ντρέπομαι και ντρέπουμαι) 1. νιώθω ντροπή για τον εαυτό μου ή για λογαριασμό άλλου, συστέλλομαι, ντροπιάζομαι, καταντροπιάζομαι («ντρέπομαι να τόν δω» «ντρέπομαι για… … Dictionary of Greek
περιλήσαι — Α (κατά τον Ησύχ.) «περι[σ]τρέψαι». [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. αντί περι ειλήσαι (< περι * + εἰλῶ / εἴλω «πιέζω, στρέφω»)] … Dictionary of Greek
τρέπω — ΝΜΑ, και δωρ. τ. τράπω Α 1. κάνω κάποιον ή κάτι να στραφεί, να αλλάξει κατεύθυνση ή στάση (α. «οι κακές παρέες τόν έτρεψαν στο κακό» β. «πρὸς εὐφροσύναν τρέψαι... ἦτορ», Πίνδ. γ. «τήνδε... τὴν ὁδὸν ἀναγκαιοτάτην ἡμῑν εἶναι τρέπεσθαι», Πλάτ.) 2.… … Dictionary of Greek