Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

(πέτρους

См. также в других словарях:

  • Πέτρους — Πέτρος stone masc acc pl Πέτρων masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πέτρους — πέτρος stone masc acc pl πετρόω turn into stone imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κάμπερ, Πέτρους — (Petrus Camper, Λέιντεν 1722 – Χάγη 1789). Ολλανδός γιατρός, φυσιοδίφης, συγγραφέας, εκπαιδευτικός και ζωγράφος. Διετέλεσε καθηγητής της ιατρικής στα πανεπιστήμια του Άμστερνταμ (1750) και του Γκρόνιγκεν (1763). Σε αυτόν οφείλεται η ανακάλυψη των …   Dictionary of Greek

  • Κιπ, Πέτρους Γιάκομπους — (Petrus Jacobus Kipp, Ουτρέχτη 1808 – 1864). Ολλανδός χημικός. Το 1830 άνοιξε μια επιχείρηση εργαστηριακών συσκευών και χημικών στο Ντελφ. Το 1844 επινόησε μια γυάλινη συσκευή για την παραγωγή αερίων στο εργαστήριο, η οποία χρησιμοποιείται εν… …   Dictionary of Greek

  • Κόιπερς, Πέτρους Γιοζέφους Χουμπέρτους — (Petrus Josephus Humbertus Cuypers, Ρέρμοντ 1827 – Άμστερνταμ 1921). Ολλανδός αρχιτέκτονας. Ήταν οπαδός του Βιολέλε Ντικ και εργάστηκε κοντά του για αρκετό διάστημα, πριν ανοίξει στην πατρίδα του το ατελιέ Κ. και Στόλτενμπεργκ για την παραγωγή… …   Dictionary of Greek

  • Κρίστους, Πέτρους — (Petrus Christus, 1420 – Μπριζ 1473;). Φλαμανδός ζωγράφος. Στη διαμόρφωση της αντίληψής του για τη ζωγραφική επηρεάστηκε από τους Βαν Άικ και Βαν ντερ Βάιντεν. Το 1444 έγινε πολίτης της Μπριζ, όπου παρέμεινε έως τον θάνατό του. Στα έργα του… …   Dictionary of Greek

  • Βέλγιο — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Συνορεύει Β και ΒΑ με την Ολλανδία, Α με τη Γερμανία, ΝΑ με το Λουξεμβούργο, Ν με τη Γαλλία, ενώ ΒΔ βρέχεται από τη Βόρεια θάλασσα.Το κράτος του Β. (που τα σημερινά σύνορά του σε γενικές… …   Dictionary of Greek

  • φλαμανδική τέχνη — Τέχνη που άνθησε στις περιοχές που αποτελούν το σημερινό Βέλγιο. Κάποτε το όνομα αυτό αποδιδόταν γενικά στην τέχνη των παλαιών Κάτω Χωρών, δηλαδή του Βελγίου και της Ολλανδίας μαζί, μέχρι τον πολιτικό χωρισμό τους από τον Φίλιππο B’ της Ισπανίας …   Dictionary of Greek

  • BETRE seu TEMBUL — folii aromatici species celebertima, apud Indos; Salmasio est Folium Romanorum et φύλλον μαλαβάθρου Graecorum, quamvis non pauci Folium Indicum (illud cum folio Betre confundentes) malabathrum Veter. esse censeant, eo quod Tomalabathra hodieque… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • MALABATHRUM — apud Horat. l. 2. Carm. od. 7. Cum quo morantem saepe diem merô Fregi coronatus nitentes Malabathrô Syriô capillos: pro malabathrino unguento, quod alias Foliatums, a Malabathrô, seu Folio per excellentiam sic dicto, quod inter mirisica suavitate …   Hofmann J. Lexicon universale

  • επικυλινδώ — ἐπικυλινδῶ, έω (Α) [κυλινδώ] 1. κυλώ κάτι πάνω σε κάποιον («επί τοὺς λοιπούς ἐπεκυλίνδουν πέτρους», Ξεν.) 2. παθ. ἐπικυλινδοῡμαι, έομαι (για τόκους) συσσωρεύομαι 3. παθ. α) εφαρμάζομαι κάπου με περιστροφή, με περιτύλιγμα β) εκφυλίζομαι γ)… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»