-
1 φρήν
a pl., midriffὁ καρτερὸς Αἴας ἔπαξε διὰ φρενῶν λευρὸν ξίφος N. 7.26
bI s., spirit, soul τίνα βάλλομεν ἐκ μαλθακᾶς αὖτε φρενὸς εὐκλέας ὀιστοὺς ἱέντες; O. 2.90 νέκταρ χυτόν, γλυκὺν καρπὸν φρενός (i. e. τὸν ὕμνον) O. 7.8ὀρθᾷ διακρίνειν φρενὶ δυσπαλές O. 8.24
ἀνάγνωτέ μοι Ἀρχεστράτου παῖδα, πόθι φρενὸς ἐμᾶς γέγραπται O. 10.2
ἐλευθέρᾳ φρενὶ P. 2.57
αἰδοιότατον γέρας τεᾷ τοῦτο μειγνύμενον φρενί (i. e. τίν, φρονίμῳ ὄντι, Fennel) P. 5.19ἀταρβεῖ φρενί P. 5.51
Μεσσανίου δὲ γέροντος δονηθεῖσα φρὴν βόασε παῖδα ὅν P. 6.36
γλυκεῖα δὲ φρὴν καὶ συμπόταισιν ὁμιλεῖν P. 6.52
πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν (ὁ νοῦς Σ.) N. 1.27 ( ῥῆμα)ὅ τι κε σὺν Χαρίτων τύχᾳ γλῶσσα φρενὸς ἐξέλοι βαθείας N. 4.8
Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα N. 10.29
“ἔα, φρήν, κυπάρισσον, ἔα δὲ νομὸν Περιδάιον Pae. 4.50
ἐκ φρεν[ός (supp. Snell) Πα. 7A. 5.καλάμῳ συνάγεν θρόον μήδεσί τε φρενὸς ὑμετέραν χάριν Pae. 9.37
οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει βροτέᾳ φρενί fr. 61. 4. ] ασίᾳ φρενί fr. 173. 5. βροτεᾶν φρένα κράτιστον φρενῶν (sc. χρυσόν: conicias κέντρον, Snell) fr. 222. 3.II pl., wits, sensesδαμέντα φρένας ἱμέρῳ O. 1.41
ἀμφὶ δ' ἀνθρώπων φρασὶν ἀμπλακίαι κρέμανται O. 7.24
αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ παρέπλαγξαν καὶ σοφόν O. 7.30
καὶ παρέλκει πραγμάτων ὀρθὸν ὁδὸν ἔξω φρενῶν (sc. λάθα) O. 7.47σάφα δαεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91
κουφότεραι γὰρ ἀπειράτων φρένες O. 8.61
κῆλα δὲ καὶ δαιμόνων θέλγει φρένας P. 1.12
μαινομέναις φρασὶν P. 2.26
ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς εὖ πέπραγεν ὅτι φρενῶν ἔλαχε καρπὸν ἀμώμητον P. 2.73
ἀμπλακίαισι φρενῶν P. 3.13
θναταῖς φρασὶν (Boeckh: φρεσὶν codd.) P. 3.59τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ φρασὶν δαίμον ἀσκήσω P. 3.108
“ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένες” P. 4.41 “ Πελίαν ἄθεμιν λευκαῖς πιθήσαντα φρασὶν” P. 4.109 “ ἐντὶ μὲν θνατῶν φρένες ὠκύτεραι κέρδος αἰνῆσαι” P. 4.139αὐτὰν ἐν φρασὶ καιομέναν P. 4.219
“ φόβῳ δ' οὐ κεχείμανται φρένες” P. 9.32καὶ γὰρ ἑτέροις ἑτέρων ἔρωτες ἔκνιξαν φρένας P. 10.60
οὐδέ μίν ποτε φόβος ἀνδροδάμας ἔπαυσεν ἀκμὰν φρενῶν N. 3.39
ἐν φρασὶ πάξαιθ' ὅπως σφίσι μὴ κοίρανος μόλοι N. 3.62
σύνεσιν οὐκ ἀποβλάπτει φρενῶν (sc. Μοῖρα) N. 7.60 πατρὶ δ' Ἀδράστοιο Λυγκεῖ τε φρενῶν καρπὸν εὐθείᾳ συνάρμοξεν δίκᾳ ( experience, Fennel) N. 10.12ὅτι φθονεραὶ θνατῶν φρένας ἀμφικρέμανται ἐλπίδες I. 2.43
εἴ τις ἀνδρῶν κατέχει φρασὶν αἰανῆ κόρον I. 3.2
πλαγίαις δὲ φρένεσσιν οὐχ ὁμῶς πάντα χρόνον θάλλων ὁμιλεῖ (sc. ὄλβος) I. 3.5 γλῶσσα δ' οὐκ ἔξω φρενῶν (i. e. his words are at one with his thoughts) I. 6.72 τυφλα[ὶ γὰ]ρ ἀνδρῶν φρένες Πα. 7B. 18. ἀέξονται φρένας ἀμπελίνοις τόξοις δαμέντες fr. 124. 11.c soul of the deadθανόντων μὲν ἐνθάδ' αὐτίκ ἀπάλαμνοι φρένες ποινὰς ἔτεισαν O. 2.58
d fragg. ]έναν φρε[ν (supp. Lobel) fr. 169. 22. ] λισφρασι[ P. Oxy. 1792, fr. 4. -
2 φρήν
φρήν, ἡ, gen. φρενός, pl. φρένες, gen. φρενῶν, dat. φρεσί: older dat. pl. φρασί ([etym.] ν) IG12.971 (vi B. C.), Pi.N.3.62, BMus.Inscr.909 (Halic., i B. C.): (v. sub fin.):I midriff,κραδία φρένα λακτίζει A.Pr. 881
(anap.); elsewh. always in pl.,ἔνθα φρένες ἔρχαται ἀμφ' ἁδινὸν κῆρ Il.16.481
, cf. Hp. VM22, Art.41; τὰς φρένας διάφραγμα εἰς τὸ μέσον αὐτῶν (sc. τοῦ θώρακος καὶ τοῦ κύτους) ;τοῦτο δὲ τὸ διάζωμα καλοῦσί τινες φρένας, ὃ διορίζει τόν τε πλεύμονα καὶ τὴν καρδίαν Arist.PA 672b11
, cf. HA 496b11, 506a6; also, in Hom., more vaguely,πρὸς στῆθος ὅθι φρένες ἧπαρ ἔχουσι Od.9.301
; , al.;φρένας.. εἰς αὐτὰς τυπείς A.Pr. 363
, cf. Eu. 159 (lyr.).2 heart, as seat of the passions, e.g. of fear,τρομέοντο δέ οἱ φρένες ἐντός Il.10.10
; of joy and grief,φρένα τέρπεσθαι φόρμιγγι 9.186
;γάνυται φρένα ποιμήν 13.493
;τί σε φρένας ἵκετοπένθος; 1.362
;ἄχος πύκασε φρένας 8.124
;ἔρως φρένας ἀμφεκάλυψε 3.442
; of anger, Od.6.147; of courage,ἕνα φρεσὶ θυμὸν ἔχοντες Il. 13.487
;ἐς φρένα θυμὸς ἀγέρθη 22.475
, cf. 8.202, etc.; of bodily appetites, such as hunger, etc., 11.89: the shades of the dead are without it,ψυχὴ καὶ εἴδωλον, ἀτὰρ φρένες οὐκ ἔνι πάμπαν 23.104
(exc. the shade of Teiresias, Od.10.493): so generally in Poets, ap. Arist.Ath.5.2;κῆλα δαιμόνων θέλγει φρένας Pi.P.1.12
;φόβος μ' ἔχει φρένας A.Supp. 379
;μαινομένα φρενί Id.Th. 484
(lyr.);στυγεῖν μιᾷ φρενί Id.Eu. 986
(lyr.);Διὸς γὰρ δυσπαραίτητοι φ. Id.Pr.34
; ἐκ φρενός from one's very heart, ὁ ἐκ φρενὸς λόγος a sincere speech, Id.Ch. 107;ἐτύμως δακρυχέων ἐκ φρενός Id.Th. 919
(lyr.); οὐκ ἀπ' ἄκρας φρενός not superficially and carelessly, Id.Ag. 805 (anap.); φρενὸς ἐκ φιλίας ib. 1515 (anap.), cf. 546; φῦσαι φρένας to produce a haughty spirit, S.El. 1463.3 mind, as seat of the mental faculties, perception, thought,ἔγνω ᾗσιν ἐνὶ φ. Il.22.296
;μή μοι ταῦτα νόει φρεσί 9.600
; μετὰ φρεσὶ μερμηρίξαι, βάλλεσθαι, Od.10.438, Il.9.434;ἴδμεν ἐνὶ φρεσίν 2.301
; τῷ γὰρ ἐπὶ φρεσί θῆκε put in his mind, suggested it, 1.55; ; ἐν φρεσὶ θέσθε ἕκαστος ib. 121, cf. 1.297, etc.; φρένας παραπεῖσαι, πείθειν, 7.120, 16.842; ἐπιγνάμπτει φρένας (v.l. for νόον)ἐσθλῶν 9.514
;Διὸς ἐτράπετο φρήν 10.45
; ἀνὴρ φρένας ἀφνειός rich (only) in his imagination, Hes.Op. 455; ὀρθᾷ, ἐλευθέρᾳ φρενί, Pi.O.8.24, P.2.57; ;ἡ γλῶσσ' ὀμώμοχ', ἡ δὲ φ. ἀνώμοτος E.Hipp. 612
;κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν Il.1.193
, al.: pl., wits,Κύκλωπα περὶ φρένας ἤλυθε οἶνος Od.9.362
, cf. 454, 18.331;πλήγη φρένας ἂς πάρος εἶχεν Il.13.394
;ἐκ γὰρ πλήγη φρένας 16.403
;βλάπτε φρένας Ζεὺς ἡμετέρας 15.724
;ἐξ... τοι θεοὶ φρένας ὤλεσαν 7.360
; φρένας ἄφρων, φρένας ἠλέ or ἠλεέ, 4.104, 15.128, Od.2.243: of losing one's wits, φρενῶν ἀφεστάναι, ἐκστῆναι, μεθεστάναι, S.Ph. 865, E.Or. 1021, Ba. 944;τὰς φ. ἐκβάλλειν S.Ant. 648
;ἔξω φρενῶν Pi.O.7.47
;φρενῶν οὐκ ἔνδον ὤν E.Heracl. 709
;φρενῶν κεκομμένος A.Ag. 479
(lyr.); ; ; ἔξεδροι, παράκοποι, E.Hipp. 935, Ba.33;ποῦ ποτ' εἶ φρενῶν; S.El. 390
;φρένες διάστροφοι A.Pr. 673
, S.Aj. 447;μαργότης φρενῶν Id.Fr. 846
;ἀνακίνησις φρενῶν Id.OT 727
, etc.; of persons in their senses,ἐπήβολος φρενῶν Id.Ant. 492
; (lyr.) (so in later Prose,οἱ φρένας ἔχοντες Phld.Po.5.19
, Rh.1.240S.; οἱ τῶν σοφιστῶν τὰς κοινὰς φ. ἔχοντες ib.202S.); alsoἔσω φρενῶν λέγειν A.Ag. 1052
;γράφου φρενῶν ἔσω S.Ph. 1325
;τῆς λεπτότητος τῶν φ. Ar.Nu. 153
; φρένες, opp. σῶμα, Hdt.3.134; soαἱ σάρκες αἱ κεναὶ φρενῶν E.El. 387
; attributed to animals,μετὰ φρεσὶ γίγνεται ἀλκή Il.4.245
, cf. 16.157, etc.—The word is not common in early Prose,τίς αὐτῶν νόος ἢ φρήν; Heraclit.104
; συμφορὰ τῶν φ., i.e. madness, And.2.7;παραλλάττει τῶν φ. Lys.Fr.90
;καρποῦ μὲν ἀφθονία φρενῶν δὲ ἀφορία X.Smp.4.55
;νοῦς καὶ φρένες D.18.324
, cf. 25.33.4 will, purpose,οὔ τι Διὸς βέομαι φρεσίν Il.15.194
;σῆς ἀπεστάτουν φ. S.Ant. 993
, cf.OC 1182.—In usage there is little or no distinction observable between sg. and pl., but the sg. is not found in Prose (exc. Heraclit. l.c.) or Com. (exc. in paratrag., Ar. Ra. 886). -
3 φρήν
φρήν, φρενός, pl. φρένες: (1) pl., midriff, diaphragm, Il. 10.10, Il. 16.481, Od. 9.301. Since the word physically designates the parts enclosing the heart, φρήν, φρένες comes to mean secondarily:— (2) mind, thoughts, etc. φρεσὶ νοεῖν, κατὰ φρὲνα εἰδέναι, μετὰ φρεσὶ βάλλεσθαι, ἐνὶ φρεσὶ γνῶναι, etc. φρένες ἐσθλαί, a good understanding; φρένας βλάπτειν τινί, Il. 15.724; of the will, Διὸς ἐτράπετο φρήν, Il. 10.45; feelings, φρένα τέρπετο, Il. 1.474.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > φρήν
-
4 φρην
-
5 φρῆν
-
6 φρήν
φρήνmidriff: fem nom /voc sg -
7 φρήν
φρήν, φρενός, ἡ pl. αἱ φρένες (mostly pl. and in various senses: Hom. et al.; ins, pap, LXX, TestSol, Philo) in our lit. only in one place and only in the pl. as the process of careful consideration, thinking, understanding (Hom. et al.; Plut., Mor. 116b φρένας ἔχειν; Herm. Wr. 13, 4; 5; Pr 7:7; 9:4 al.; Jos., Ant. 10, 114 ἀπολέσαντες τὰς φρένας Hippol., Ref. 4, 28, 6) 1 Cor 14:20ab.—B. 1198. SSullivan, A Study of φρένες in Pindar and Bacchylides: Glotta 67, ’89, 148–89, An Analysis of φρένες in the Gk. Lyric Poets (Excluding Pindar and Bacchylides): Glotta 66, ’88, 26–62; s. also lit. cited by GMachemer, HSCP 95, ’93, 121 n. 13.—DELG. M-M. TW. Sv. -
8 φρήν, φρενός
+ἡ N 3 0-0-0-10-2=12 Prv 6,32; 7,7; 9,4; 11,12; 12,11ἐνδεὴς φρενῶν a senseless man Prv 18,2→MM; TWNT -
9 φρασί
φρήνmidriff: fem dat pl (doric) -
10 φρασίν
φρήνmidriff: fem dat pl (doric) -
11 φρενί
φρήνmidriff: fem dat sg -
12 φρενός
φρήνmidriff: fem gen sg -
13 φρεσσί
φρήνmidriff: fem dat pl (epic) -
14 φρεσί
φρήνmidriff: fem dat pl -
15 φρεσίν
φρήνmidriff: fem dat pl -
16 φρένα
φρήνmidriff: fem acc sg -
17 φρένας
φρήνmidriff: fem acc pl -
18 φρένες
φρήνmidriff: fem nom /voc pl -
19 φρένεσσιν
φρήνmidriff: fem dat pl (epic aeolic) -
20 φρέν'
φρένα, φρήνmidriff: fem acc sgφρένε, φρήνmidriff: fem nom /voc /acc dual
См. также в других словарях:
φρήν — midriff fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φρην — η / φρήν, ενός, ΝΜΑ, και δωρ. τ. φράν Α (λόγιος τ.) 1. συν. στον πληθ. οι φρένες και αἱ φρένες ο νους, ο εγκέφαλος, η διάνοια, το μυαλό, το λογικό 2. φρ. «έξω φρενών» εκτός τού λογικού νεοελλ. φρ. α) «είμαι [ή γίνομαι] έξω φρενών» (για πρόσ.)… … Dictionary of Greek
φρῆν — φρέω pres inf act (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φρασί — φρήν midriff fem dat pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φρασίν — φρήν midriff fem dat pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φρενοῖν — φρήν midriff fem gen/dat dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φρενί — φρήν midriff fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φρενός — φρήν midriff fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φρεσσί — φρήν midriff fem dat pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φρεσί — φρήν midriff fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φρεσίν — φρήν midriff fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)