Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

βράσις

См. также в других словарях:

  • βράσει — βράσις boiling fem nom/voc/acc dual (attic epic) βράσεϊ , βράσις boiling fem dat sg (epic) βράσις boiling fem dat sg (attic ionic) βράσσω shake violently aor subj act 3rd sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βράσεις — βράσις boiling fem nom/voc pl (attic epic) βράσις boiling fem nom/acc pl (attic) βράσσω shake violently aor subj act 2nd sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βράσιν — βράσις boiling fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βράση — η (AM βράσις) [βράσσω] βρασμός, κόχλασμα μσν. νεοελλ. 1. πυρετός 2. η ακμή, το αποκορύφωμα μιας κατάστασης («στη βράση του πολέμου») νεοελλ. 1. πολύ ζεστός καιρός 2. πυράκτωση μετάλλου μέχρι βαθμού από όπου αρχίζει η τήξη 3. φρ. α) «είναι στη… …   Dictionary of Greek

  • βράσεως — βράσεω̆ς , βράσις boiling fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βράσῃ — βράσηι , βράσις boiling fem dat sg (epic) βράσσω shake violently aor subj mid 2nd sg βράσσω shake violently aor subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»