Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

278+ii+6

  • 21 σκολύθριον

    Grammatical information: n. (Pl. Euthd. 278 b, Poll.),
    Meaning: `foorstool'(Pl. Euthd. 278 b, Poll.; from κόλυθρον (Telecl.)
    Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]X [probably]
    Etymology: Dimin. of *σκόλυθρον, in σ-less form or through text-corruption κόλυθρον n. `footstool' (Telecl.). Adj. σκόλυθρος `low' (H., Phot., Suid.), perh. wrongly concluded from the subst.; cf. σκολύθρων ταπεινῶν. ἀπὸ σκολύθρων δίφρων H. (orig. appositive?). -- Tool-names in - θρον (Chantraine Form. 373f.; or dissimil. - θλον?); s. on σκολύπτειν. -- Prob. a Pre-Greek word.
    Page in Frisk: 2,736

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > σκολύθριον

  • 22 χρόνος

    χρόνος, ου, ὁ (Hom.+)
    an indefinite period of time during which some activity or event takes place, time, period of time πολὺς χρόνος a long time (PGiss 4, 11; PStras 41, 39; ApcSed 13:5; Jos., C. Ap. 1, 278 Just., D. 7, 1) Mt 25:19; J 5:6 (πολὺν ἤδη χ. as Jos., Ant. 8, 342; 19, 28). πλείων χρ. a longer time (Diod S 1, 4, 3; Dio Chrys. 78 [29], 15; SIG 421, 38; 548, 11; PPetr II, 9, 2, 3; Jos., Ant. 9, 228) Ac 18:20. ἱκανὸς χρόνος considerable time, a long time (ἱκανός 3b) Lk 8:27; Ac 8:11; 14:3; 27:9; Qua 2. μικρὸς χρ. (Is 54:7) J 7:33; 12:35; Rv 6:11; 20:3; IEph 5:1. ὀλίγος (Aristot., Phys. 218b, 15; SIG 709, 11; PPetr II, 40a, 14; Just., D. 2, 6; Ath. 7, 3) Ac 14:28; 2 Cl 19:3; Hs 7:6; AcPl Ha 9, 26 (restored after Aa I 112, 14). πόσος; Mk 9:21 (ApcMos 31; Just., D. 32, 4). τοσοῦτος (Lucian, Dial. Deor. 1, 1; ParJer 5:18; Jos., Bell. 2, 413) J 14:9 (τοσούτῳ χρόνῳ as Epict. 3, 23, 16); Hb 4:7. ὅσος Mk 2:19; Ro 7:1; 1 Cor 7:39; Gal 4:1; cp. Hs 6, 4, 1 (ὅσος 1b). ὁ πᾶς χρόνος the whole time, all the time (Appian, Bell. Civ. 2, 132 §553; Jos., Ant. 3, 201; Just., D. 4, 5) Ac 20:18; AcPlCor 2:4; cp. Ac 1:21. ἐν παντὶ χρόνῳ at every time D 14:3. χρόνον τινά for a time, for a while (Arrian, Anab. Alex. 6, 6, 5; Synes., Prov. 2, 3 p. 121d) 1 Cor 16:7; Hs 7:2. τῷ χρόνῳ in time (Herodas 4, 33 χρόνῳ) 9, 26, 4. στιγμὴ χρόνου (s. στιγμή) Lk 4:5. τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου (πλήρωμα 5) Gal 4:4 (cp. Pind., Fgm. 134 Bowra=147 Schr. foll. by BSnell ἐν χρόνῳ δʼ ἔγεντʼ Ἀπόλλων). Certain special verbs are used w. χρόνος: διαγενέσθαι Ac 27:9 (s. διαγίνομαι), διατρίβειν (q.v.) Ac 14:3, 28, πληρωθῆναι 7:23; 1 Cl 25:2; Hs 6, 5, 2 (πληρόω 2). χρόνον ἐπέχω (q.v. 3) Ac 19:22; ἔχω (q.v. 7b) J 5:6; ποιέω (q.v. 5c) Ac 15:33; 18:23; βιόω (q.v.) 1 Pt 4:2.—Pl. χρόνοι of a rather long period of time composed of several shorter ones (Diod S 1, 5, 1; 5, 9, 4; Ael. Aristid. 46 p. 312 D.; UPZ 42, 45 [162 B.C.]; JosAs 13:12; SibOr 3, 649; AcPlCor 2:10; Just. A I, 13, 3 al.; Tat. 1, 1; Iren. 1, 15, 4 [Harv. I 153, 1]; Hippol. Ref. 9, 10, 11; Did., Gen. 24, 9) χρόνοι αἰώνιοι (αἰώνιος 1) Ro 16:25; 2 Ti 1:9; Tit 1:2. ἀρχαῖοι χρ. Pol 1:2. χρόνοι ἱκανοί (ἱκανός 3b) Lk 8:27 v.l.; 20:9; 23:8. πολλοὶ χρόνοι (πολύς 2aαב Yet χρόνοι could somet. = years: Diod S 4, 13, 3 ἐκ πολλῶν χρόνων=over a period of many years; 33, 5a μετὰ δέ τινας χρόνους=after a few years; Ps.-Callisth. 2, 33 ed. CMüller of the age of a child ἦν χρόνων ὡσεὶ δώδεκα; Mitt-Wilck. I/2, 129, 14 [346 A.D.]; Lex. Vindob. p. 19, 104 ἀφήλικες ἄνδρες μέχρι τῶν κε´ χρόνων; Philip of Side: Anecdota Gr. Oxon. ed. JCramer IV 1837 p. 246 ἑκατὸν ἔτη … καὶ μετὰ ἄλλους ἑκατὸν χρόνους; Cyrill. Scyth. 45, 5; 108, 8 and oft. Frequently in later Byzantine writers, e.g. Constantin. Porphyr. ed. GMoravcsik ’49 p. 332 [index]) Lk 8:29; 1 Cl 42:5; 44:3. (οἱ) χρ. τῆς ἀγνοίας Ac 17:30. ἀποκαταστάσεως πάντων 3:21. οἱ νῦν χρ. 2 Cl 19:4. οἱ πρότεροι χρ. Hs 9, 20, 4. οἱ καθʼ ἡμᾶς χρ. (Proclus In Pla., Tim. 40cd ἐν τοῖς κατʼ αὐτὸν χρόνοις [FBoll, Sternglaube und Sterndeutung ’66, 95]) MPol 16:2. εἰς τοὺς ἡμετέρους χρόνους Qua 2. ἐπʼ ἐσχάτου τῶν χρ. 1 Pt 1:20. χρόνοι w. καιροί (the same juxtaposition: Demosth., Ep. 2, 3; Straton of Lamps. [300 B.C.], Fgm. 10 Wehrli ’50; PLond I, 42, 23 p. 30 [168 B.C.]; PCairMasp 159, 36; 167, 45. Cp. Ael. Aristid. 46 p. 291 and 290 D.; Ath. 22, 4. On the difference betw. the two Demosth., Ep. 5, 6) Ac 1:7; 1 Th 5:1; GMary 463, 1 (s. καιρός, end).—Both sing. and pl. are very oft. governed by prepositions: by ἄχρι (q.v. 1aα); διά w. the gen. (διά A 2), w. the acc. (διά B 2a); ἐκ (MPol 22:3; s. ἐκ 5a); ἐν (Menand., Peric. 546 S. [=296 Kö.] ἐν τούτῳ τῷ χρόνῳ; CPR 13, 2; 23, 23; Jer 38:1) Ac 1:6; IEph 5:1; ἐπί w. dat. (ἐπί 18b) 2 Cl 19:4, w. acc. (ἐπί 18c); κατά w. acc. (κατά B 2); μετά w. acc. (μετά B 2); πρό (πρό 2).
    a point of time consisting of an occasion for some event or activity, time, occasion ὁ χρόνος τῆς ἐπαγγελίας the time for the fulfillment of the promise Ac 7:17; τῆς παροικίας 1 Pt 1:17; τῆς πίστεως B 4:9; D 16:2; τῆς ἀπάτης καὶ τρυφῆς Hs 6, 5, 1; cp. 6, 4, 4. ὁ χρ. τοῦ φαινομένου ἀστέρος the time when the star appeared Mt 2:7. ἐπλήσθη ὁ χρ. τοῦ τεκεῖν αὐτήν Lk 1:57 (πίμπλημι 1bβ.—Ps.-Callisth. 1, 12 τελεσθέντος τοῦ χρόνου τοῦ τεκεῖν). Cp. also Mt 2:16; Lk 18:4; Ac 1:6; 13:18, Hb 5:12; 11:32; 1 Pt 4:3; Jd 18; Dg 9:1, 6; Hs 5, 5, 3.
    a period during which someth. is delayed, respite, delay (Aeschyl., Pers. 692; Menand., Dyscolus 186; Diod S 10, 4, 3; Lucian, Syr. D. 20; Vi. Aesopi I c. 21 p. 278, 3 χρόνον ᾔτησε; Wsd 12:20; Jos., Bell. 4, 188 ἂν ἡμεῖς χρόνον δῶμεν, Vi. 370) ἔδωκα αὐτῇ χρόνον ἵνα μετανοήσῃ Rv 2:21 (Diod S 17, 9, 2 διδοὺς μετανοίας χρόνον). χρόνος οὐκέτι ἔσται there should be no more delay 10:6 (cp. 9:20; Goodsp., Probs. 200f).—For the history of the word s. KDietecrich, RhM n.s. 59, 1904, 233ff.—GDelling, D. Zeitverständnis des NTs ’40; OCullmann, Christus u. d. Zeit ’46, Engl. transl. Christ and Time, FFilson ’50, 3d ed. ’64, esp. 49f; 51–55; JWilch, Time and Event (OT) ’69.—B. 954. Schmidt, Syn. II 54–72. DELG. M-M. DNP II 1174f. ENDT. TW. Sv. Cp. αἰών.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > χρόνος

  • 23 ἄγγελος

    ἄγγελος (-ος, -ον; -οι, -ων.)
    1 messenger ἄγγελον ἐσλὸν ἔφα τιμὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν (sc. Ὅμηρος.) P. 4.278

    παλίγγλωσσον δέ οἱ ἀθάνατοι ἀγγέλων ῥῆσιν θέσαν N. 1.59

    ἑκόντι δ' ἐγὼ νώτῳ μεθέπων δίδυμον ἄχθος ἄγγελος ἔβαν N. 6.57

    ἦλθον ἄγγελοι ὀπίσω Σκυρόθεν Νεοπτόλεμον εὐρυβίαν ἄγοντες Pae. 6.101

    fig. ἐσσὶ γὰρ ἄγγελος ὀρθός, ἠυκόμων σκυτάλα Μοισᾶν (sc. Αἰνέας, the chorus leader.) O. 6.90

    Lexicon to Pindar > ἄγγελος

  • 24 ἁδονά

    Lexicon to Pindar > ἁδονά

  • 25 ἐσλός

    ἐσλός (ἐσλοῦ, -όν; -οί, -ῶν, -οῖςι), -οῖσιν, -ούς: -όν -ῶν, -οῖςι),
    1

    -οῖσιν, -ά. ε̆σλ- O. 2.19

    , O. 13.100, P. 3.66, N. 4.95; codd. often offer a v. l. ἐσθλ-.)
    1 adj., good, noble
    a of people.

    ἁδύγλωσσος βοὰ κάρυκος ἐσλοῦ O. 13.100

    ἰατῆρά τοί κέν μιν πίθον καί νυν ἐσλοῖσι παρασχεῖν ἀνδράσι i. e. men like Hieron P. 3.66 ἄγγελον ἐσλὸν ἔφα (sc. Ὅμηρος)

    τιμὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν P. 4.278

    ἀδελφεοῖσί τ' ἐπαινήσομεν ἐσλοῖς (Wil.: ἀδελφεούς τ' ἐσθλοὺς codd.) P. 10.69

    ἐσλοῦ Πέλοπος N. 2.21

    ἐσλὸν Τήλεφον I. 5.41

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν (Calliergus: ἐς λόγον γε cod.) I. 8.60 πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν Παρθ. 2. 40.
    b of things, noble

    ἐσλῶν γὰρ ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει O. 2.19

    ἐσλὰ δ' ἐπ ἐσλοῖς ἔργα θέλει δόμεν O. 8.84

    τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη P. 4.175

    εἴ τις εὖ πάσχων λόγον ἐσλὸν ἀκούῃ I. 5.13

    2 subs.,
    a the noble

    ἀπονέστερον ἐσλοὶ δέκονται βίοτον O. 2.63

    ἐσλῶν καλοῖς ἔργοις (Aristarchus: ἐσλὸν κακοῖς codd.) O. 2.97

    ξείνων δ' εὖ πρασσόντων ἔσαναν αὐτίκ ἀγγελίαν ποτὶ γλυκεῖαν ἐσλοί O. 4.5

    λέλογχε δὲ μεμφομένοις ἐσλοὺς ὕδωρ καπνῷ φέρειν ἀντίον (Aristarchus: ἐσλός codd.) N. 1.24 ἕπεται δὲ λόγῳ δίκας ἄωτος, ἐσλὸν αἰνεῖν” (v. l. ἐσλὸς: ἀντὶ τοῦ ἐσλοὺς Σ.) N. 3.29

    μαλακὰ μὲν φρονέων ἐσλοῖς, τραχὺς δὲ παλιγκότοις ἔφεδρος N. 4.95

    χρὴ μὲν ὑμνῆσαι τὸν ἐσλόν I. 3.7

    πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι (Sylburg: δὲ ὅλοισιν codd.) fr. 121, cf. N. 8.22
    b of things, blessing, success

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν ὕπατον ἔρχεται παντὶ βροτῶν O. 1.99

    ἐσλὰ δ' ἐπ ἐσλοῖς ἔργα θέλοι δόμεν O. 8.84

    ἐσλὸν βαθὺ πήματος ἐν μικρῷ πεδάμειψαν χρόνῳ O. 12.12

    ἀστῶν δ' ἀκοὰ κρύφιον θυμὸνβαρύνει μάλιστ ἐσλοῖσιν ἐπ ἀλλοτρίοις P. 1.84

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι P. 3.81

    εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται μὴ σὺν μακρῷ πόνῳ P. 8.73

    τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν P. 9.89

    χαίρω δ' ὅτι ἐσλοῖσι μάρναται πέρι πᾶσα πόλις N. 5.47

    ἅπτεται δ' ἐσλῶν ἀεί, χειρόνεσσι δ οὐκ ἐρίζει (? m. pl.) N. 8.22

    ἔστι δέ τις λόγος ἀνθρώπων, τετελεσμένον ἐσλὸν μὴ χαμαὶ σιγᾷ καλύψαι N. 9.6

    βραχύ μοι στόμα πάντ' ἀναγήσασθ ὅσων Ἄργεῖον ἔχει τέμενος μοῖραν ἐσλῶν N. 10.20

    Lexicon to Pindar > ἐσλός

  • 26 θέλγητρον

    Lexicon to Pindar > θέλγητρον

  • 27 Ἰαολκός

    Lexicon to Pindar > Ἰαολκός

  • 28 μέγας

    1 (μέγας, -αν, -άλοι, -άλων; -άλα, -άλας, -άλᾳ, -άλαν, -άλαι, -αλᾶν, -άλαις, -άλας; μέγα, μεγάλῳ, μέγα, μεγάλων, μεγάλα.)
    a great in size.
    I of people, animals.

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν ἔκπαγλον Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἀρχὸν οἰωνῶν μέγαν αἰετόν I. 6.50

    II of things,

    μέγαν ὄλβον O. 1.56

    θό-

    ρυβον μέγαν O. 10.73

    μεγάλας δρυός P. 4.264

    μέγαν ἄλλοθι κλᾶρον ἔχω; Pae. 4.48

    ]ἐσελθὼν μέγα[ (sc. στέγος, simm.) fr. 169. 18. λιπαρᾶν τε Θηβᾶν μέγαν σκόπελον fr. 196.
    b
    I of people, mighty, sovereign ἄλλοισι δ' ἄλλοι μεγάλοι ( ἐπ' ἄλλοισι coni. byz.) O. 1.113 πατὴρ μέγας (Π: γᾶς codd.: Kronos) O. 2.76 θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας Zeus O. 7.34 σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων Δ. 2.. Ματρὸς μεγάλας fr. 95. 3. μεγάλας θεοῦ Great Mother fr. 96. 1.
    II of things, great

    μεγάλων ἀέθλων ἁγνὰν κρίσιν O. 3.21

    μέγαν ὅρκον ὀμόσσαις O. 6.20

    θεῶν δ' ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν O. 7.65

    μεγάλαν ἀρετὰν O. 8.5

    μέγα τοι κλέος αἰεὶ O. 8.10

    μεγάλαις ἀρεταῖς O. 11.6

    εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει, μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν pr. weighty P. 1.87

    ἔδωκεν μέγα κῦδος P. 2.89

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    σμικρὸς ἐν σμικροῖς, μέγας ἐν μεγάλοις ἔσσομαι P. 3.107

    μεγαλᾶν πολίωνP. 4.19, P. 5.16 μεγάλας ΛακεδαίμονοςP. 4.48 μεγάλαν προγόνων τιμὰνP. 4.148 μεγαλᾶν δ' ἀρετᾶν (v. l. μεγάλαν δ' ἀρετὰν) P. 5.98

    Διός τοι νόος μέγας P. 5.122

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν ἁβρότατος ἔπι μεγάλας ἐξ ἐλπίδος πέταται (perhaps ἀπὸ κοινοῦ with ἁβρότατος and ἐλπίδος) P. 8.89 μεγάλαν δύνασινP. 9.30

    ἀρεταὶ δ' αἰεὶ μεγάλαι πολύμυθοι P. 9.76

    θέμεν αἶνον ἀελλοπόδων μέγαν ἵππων pr. N. 1.6

    μεγάλων δ' ἀέθλων N. 1.11

    ἐν κορυφαῖς ἀρετᾶν μεγάλαις N. 1.34

    ταῖς μεγάλαις Ἀθήναις N. 2.8

    Ἀχιλεὺς παῖς ἐὼν ἄθυρε μεγάλα ἔργα N. 3.44

    αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν N. 5.14

    ἔλπομαι μέγα εἰπὼν σκοποῦ ἄντα τυχεῖν ὥτ' ἀπὸ τόξου ἱείς having made a proud claim N. 6.27

    ἀλλά τι προσφέρομεν ἔμπαν ἢ μέγαν νόον ἤτοι φύσιν ἀθανάτοις N. 6.4

    ἀρετὰς ἀποδεικνύμενοι μεγάλας N. 6.47

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    παρὰ μέγαν ὀμφαλὸν εὐρυκόλπου μόλεν χθονός N. 7.33

    καὶ μέγα ἔργον

    ἐμήσαντ' ὠκέως N. 10.64

    μεγάλαι δ' ἀρεταὶ I. 3.4

    μή μοι μέγας ἕρπων κάμοι ἐξοπίσω χρόνος ἔμπεδος Pae. 2.26

    ]ν ἐν Ἄργει μεγάλῳ Δ. 1.. ἀρχὰ μεγάλας ἀρετᾶς fr. 205.

    ὁ μέγας κίνδυνος O. 1.81

    ἔπαθον μεγάλα O. 2.23

    ταύταν μεγάλαν ἀυάταν P. 3.24

    πεδὰ μέγαν κάματον P. 5.47

    ἡσυχίαν καμάτων μεγάλων ποινὰν λαχόντ' ἐξαίρετον N. 1.70

    ἐκ μεγάλων δὲ πενθέων λυθέντες I. 8.6

    πρὸ πόνων δέ κε μεγάλων Pae. 6.90

    τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ P. 4.75

    III n. s. pro adv., greatly

    συγγενεῖ δέ τις εὐδοξίᾳ μέγα βρίθει N. 3.40

    IV frag. ] ιαντα μεγαν[ fr. 169. 14.
    2 comp., μείζων. (-ων, -ω; -ονα acc.) greater

    κτίσεν δ' ἄλσεα μείζονα θεῶν P. 5.89

    δαέντι δὲ καὶ σοφία μείζων ἄδολος τελέθει (pr.: v. von d. Mühll, M. H., 1963, 200) O. 7.53

    ἦ μὰν πολλάκι καὶ τὸ σεσωπαμένον εὐθυμίαν μείζω φέρει I. 1.63

    ] κε μεζον θε[ (Π̆{S}: μεγα Π.) P. Oxy. 2445, fr. 6.
    3 superl., μέγιστος. (-ῳ, -ον, -οι; -αν, -αις; -ον nom., acc., acc.)
    b of things, preeminent, foremost

    ἑορταῖς θεῶν μεγίσταις O. 5.5

    τεθμόν τε μέγιστον ἀέθλων O. 6.69

    τιμὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν P. 4.278

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ τόλμᾳ τε καὶ σθένει P. 10.24

    μέγιστον δ' αἰόλῳ ψεύδει γέρας ἀντέταται N. 8.25

    ἀστῶν γενεᾷ μέγιστοι κλέος αὔξων pr. I. 7.29 ἔχεν δὲ σπέρμα μέγιστον ἄλοχος (i. e. τοῦ μεγίστου, of Zeus) O. 9.61
    c fragg. ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3. ] μεγιστων[ fr. 215c. 2.

    Lexicon to Pindar > μέγας

  • 29 πᾶς

    πᾱς (πᾶς, παντί, πάντα), πάντες, πάντων, πάντας; πᾶσα, -ας, -αν, -αι, -ᾶν, -αιςι), -ας; πάν, παντός, παντί, πάν αμπ; πᾶν, πάντα, πάντων, πᾶσιν), πάντα): the form πᾶν is rejected altogether by Schr., Proll., p. 23, but retained by Snell, I. 4.48, fr. 122. 9 ?. The α is guaranteed short O. 2.85, but long I. 4.48, where however a digamma follows: v. Radt on Pa. 6. 180.)
    1 (the) whole (of); all the
    a preceded by art.

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    pro subs., πολλά μοι ὑπ' ἀγκῶνος ὠκέα βέλη ἔνδον ἐντὶ φαρέτρας φωνάεντα συνετοῖσιν· ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει (Beck: πᾶν codd.:? on the whole) O. 2.85 τί θεός; τὸ πάν (Schr.: πᾶν codd.) fr. 140d.
    b without art. οὐδ' ἔλαθ Αἴπυτον ἐν παντὶ χρόνῳ κλέπτοισα θεοῖο γόνον in this whole time O. 6.36

    ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν O. 10.44

    ἀείδετο δὲ πὰν τέμενος (Schr.: πᾶν codd.) O. 10.76

    δεῖξέν τε πᾶσαν τελευτὰν πράγματος O. 13.75

    καὶ πᾶσαν κάτα Ἑλλάδ O. 13.112

    πάντα λόγον θέμενος σπουδαῖον παρεκοινᾶθ P. 4.132

    εἰμὶ δ' ἄσχολος ἀναθέμεν πᾶσαν μακραγορίαν P. 8.30

    κεῖνος αἰνεῖν καὶ τὸν ἐχθρὸν παντὶ θυμῷ ἔννεπεν P. 9.96

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν N. 5.31

    [ πᾶσα πόλις (sic interp. Σ.) N. 5.47]

    εἰ δ' ἀρετᾷ κατάκειται πᾶσαν ὀργάν, ἀμφότερον δαπάναις τε καὶ πόνοις I. 1.41

    πλαγίαις δὲ φρέ-

    νεσσιν οὐχ ὁμῶς πάντα χρόνον θάλλων ὁμιλεῖ I. 3.6

    χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι fr. 42. 4. “Ἴλιον πᾶσάν νιν ἐπὶ π[έδον] κατερεῖψαι Πα. 8A. 22.
    2 all, every
    a adj.

    ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν O. 1.13

    αὐτὰ δέ σφισιν ὤπασε τέχναν πᾶσαν O. 7.51

    ἔα πόλεμον μάχαν τε πᾶσαν χωρὶς ἀθανάτων O. 9.40

    ἔργων πρὸ πάντων O. 10.23

    ἀλλὰ πάντων ταμίαι ἔργων ἐν οὐρανῷ O. 14.9

    ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι P. 1.41

    σε ποτὶ πάντα λόγον ἐπαινεῖν P. 2.66

    ἐν πάντα δὲ νόμον εὐθύγλωσσος ἀνὴρ προφέρει P. 2.86

    ἀγρούς τε πάνταςP. 4.149

    πράγματι παντὶ P. 4.278

    πάσαισι γὰρ πολίεσι P. 7.9

    τέλος οἶσθα καὶ πάσας κελεύθουςP. 9.45

    ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.102

    γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἀρμένοισι πᾶσι θυμὸν αὔξων (Mingarelli: πάντα codd., fort. recte) N. 3.58

    ἀλλ' ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ ἀκάτῳ, γλυκεἶ ἀοιδά, στεῖχ ἀπ Αἰγίνας N. 5.2

    πότμος δὲ κρίνει συγγενὴς ἔργων πέρι πάντων N. 5.41

    χαίρω δ' ὅτι ἐσλοῖσι μάρναται πέρι πᾶσα πόλις (contra Σ, πᾶσα ἡ πόλις) N. 5.47

    ἀλλὰ γὰρ ἀνάπαυσις ἐν παντὶ γλυκεῖα ἔργῳ N. 7.52

    βίαια πάντ' ἐκ ποδὸς ἐρύσαις N. 7.67

    πὰν δὲ τέλος ἐν τὶν ἔργων (Schr.: πᾶν codd.) N. 10.29

    κείνου γὰρ ἐπιχθονίων πάντων γένετ' ὀξύτατον ὄμμα N. 10.62

    δένδρεά τ' οὐκ ἐθέλει πάσαις ἐπέων περόδοις ἄνθος εὐῶδες φέρειν N. 11.40

    γαστρὶ δὲ πᾶς τις ἀμύνων λιμὸν αἰανῆ πέταται I. 1.49

    καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας I. 2.39

    ἄλλοτε δ' ἀλλοῖος οὖρος πάντας ἀνθρώπους ἐπαίσσων ἐλαύνει I. 4.6

    ἐπέψαυσαν κατὰ πὰν τέλος (Schr.: πᾶν codd.) I. 4.11

    γαίας τε πάσας καὶ βαθύκρημνον πολιᾶς ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ I. 4.55

    ἐμοὶ δὲ μακρὸν πάσας ἀναγήσασθ' ἀρετάς I. 6.56

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν (Schr.: πᾶν codd.) I. 8.14 Χάρισι πάσαι[ς fr. 6e. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. “ πάσαις πολίεσσιν ὁμίλει” fr. 43. 3.

    κατὰ πᾶσαν ὁδὸν Pae. 4.6

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων Pae. 6.132

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον Pae. 8.74

    ]α πᾶσαι[ ἀ]μφίπολ[οι] Κεφ[αλ]λαν[ Pae. 20.18

    παντὶ δ' ἐπὶ φθόνος ἀνδρὶ κεῖται ἀρετᾶς Παρθ. 1.. προβάτων γὰρ ἐκ πάντων κελάρυξεν θηλᾶν γάλα *fr. 104b. 1.* πάντες ἴσᾳ νέομεν ψευδῆ πρὸς ἀκτάν fr. 124. 7. add. adj., διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις their completely disparate power N. 6.2 ἢ γυναικείῳ θράσει ψυχρὰν φορεῖται πᾶσαν ὁδὸν θεραπεύων fr. 123. 9. pr. adj., in full, to the full,

    σὺν γὰρ ὑμῖν τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκἔ ἄνεται πάντα βροτοῖς O. 14.6

    πᾶσαν εὐφροσύναν τάνυεν P. 4.129

    ἀλλ' Ὅμηρός τοι τετίμακεν δἰ ἀνθρώπων, ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.38

    b subs., everyone, everything

    Χρόνος ὁ πάντων πατὴρ O. 2.17

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    χρὴ δὲ κατ' αὐτὸν αἰεὶ παντὸς ὁρᾶν μέτρον P. 2.34

    σαίνων ποτὶ πάντας P. 2.82

    πάντα ἰσάντι νόῳ P. 3.29

    λέξατο πάντας ἐπαινήσαις Ἰάσων P. 4.189

    παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν P. 5.25

    κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44

    ὁ δὲ καιρὸς ὁμοίως παντὸς ἔχει κορυφάν P. 9.79

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει πάνθ' ὁμῶς N. 1.53

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων λέγεται παντὶ μάλιστα δονεῖν θυμόν N. 6.56

    φαῖμέν κε γείτον' ἔμμεναι χάρμα πάντων ἐπάξιον N. 7.88

    βραχύ μοι στόμα πάντ' ἀναγήσασθ, ὅσων Ἀργεῖον ἔχει τέμενος μοῖραν ἐσλῶν N. 10.19

    πάντων δὲ νοεῖς ἀποδάσσασθαι ἴσον N. 10.86

    πάντα δ' ἐξειπεῖν ὅσ ἀγώνιος Ἑρμᾶς Ἡροδότῳ ἔπορεν ἵπποις I. 1.60

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν ( πὰν Schr.) I. 4.48

    πάντ' ἔχεις I. 5.14

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    ἀλλὰ παρθένοι γάρ, ἴσθ' ὅτι, Μοῖσαι, πάντα Pae. 6.55

    ]παντα σφιν ἐφρα[ς Pae. 8.86

    ὀλοφύρομαι οὐδέν, ὅ τι πάντων μέτα πείσομαι Pae. 9.21

    σὺν δ ἀνάγκᾳ πὰν καλόν (Schr.: πᾶν codd. Athenaei) fr. 122. 9. σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ fr. 131b. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς ( τὰ πάντα v. l.) fr. 141. Νόμος ὁ πάντων βασιλεὺς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων fr. 169. 1. πάντα θύειν ἑκατόν make all sacrifices in hundreds fr. 170. add. gen.

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν ὕπατον ἔρχεται παντὶ βροτῶν O. 1.100

    3 fragg. & dub. [ ὀργαῖς πάσαις (codd. contra metr.: ἄρχεις Bowra, alii alia) P. 6.50] [ νωμᾶ πάσαις (codd. contra metr.: νεῖμ' ἁπάσαις Hermann) I. 2.22] στεφα]νοισι παν[ (v. l. νιν ap. Σ.) Πα.. 1. ]τι πᾳντᾳ[ Δ. 4. c. 4. πάντ' ἐπ οἶμον *fr. 107a. 6*. πάντων γὰρ ὑπέρβιος ανα[ fr. 140a. 54 (28). ἐπεὶ πᾳντᾳ[ ?fr. 334a. 11.

    Lexicon to Pindar > πᾶς

  • 30 πορσύνω

    b make provision for, take heed of

    τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.278

    τῷ μὲν (sc. Ἡρακλεῖ)

    Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα πορσύνοντες ἀστοὶ καὶ νεόδματα στεφανώματα βωμῶν αὔξομεν ἔμπυρα χαλκοαρᾶν ὀκτὼ θανόντων I. 4.61

    Lexicon to Pindar > πορσύνω

  • 31 πρᾶγμα

    πρᾱγμα (-ατος, -ατι, -α, -άτων.)
    1 undertaking, business

    δεῖξέν τε Κοιρανίδᾳ πᾶσαν τελευτὰν πράγματος O. 13.75

    τιμὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν P. 4.278

    μᾶτερ ἐμά, τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα καὶ ἀσχολίας ὑπέρτερον θήσομαι I. 1.2

    pl., ἐπὶ μὰν βαίνει τι καὶ λάθας ἀτέκμαρτα νέφος καὶ παρέλκει πραγμάτων ὀρθὰν ὁδὸν ἔξω φρενῶν i. e. of duty O. 7.46

    Lexicon to Pindar > πρᾶγμα

  • 32 ῥῆμα

    ( ῥῆμα nom., acc., ῥήματα.)
    a word

    ῥῆμα δ' ἐργμάτων χρονιώτερον βιοτεύει, ὅ τι κε σὺν Χαρίτων τύχᾳ γλῶσσα φρενὸς ἐξέλοι βαθείας N. 4.6

    οἶον αἰνέων κε Μελησίαν ἔριδα στρέφοι, ῥήματα πλέκων N. 4.94

    b saying τῶν δ

    Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.278

    νῦν δ' ἐφίητι (sc. ἁ Μοῖσα) <

    τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ' ἀλαθείας λτ;γτ; ἄγχιστα βαῖνον, χρήματα χρήματ ἀνήρ I. 2.10

    Lexicon to Pindar > ῥῆμα

  • 33 τιμά

    τῑμά (-ά, -ᾶς, -ᾷ, -άν, -αί, -ᾶν, -αῖςιν), - άς.)
    1 honour given or shown to gods or men, cf. Fränkel, D & P, 555.

    Χάρις ἐπιφέροισα τιμὰν O. 1.31

    ἐκάλεσσε Ποσειδᾶν' εὐρυβίαν αἰτέων λαοτρόφον τιμάν τιν ἑᾷ κεφαλᾷ O. 6.60

    ἀκλεὴς τιμὰ κατεφυλλορόησεν ποδῶν O. 12.15

    Πυθοῖ τ' ἔχει σταδίου τιμὰν διαύλου θ O. 13.37

    αἰέναον σέβοντι πατρὸς Ὀλυμ-

    πίοιο τιμάν O. 14.12

    ἁνίχ' εὑρίσκοντο θεῶν παλάμαις τιμάν, οἵαν οὔτις Ἑλλάνων δρέπει P. 1.48

    εἰ δέ τις ἤδη κτεάτεσσί τε καὶ περὶ τιμᾷ λέγει P. 2.59

    θεόπομποί σφισιν τιμαὶ φύτευθεν P. 4.69

    τάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν P. 4.108

    οὐ πρέπει νῷν μεγάλαν προγόνων τιμὰν δάσασθαιP. 4.148

    τιμὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν P. 4.278

    μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι· ταύτας δὲ μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον πεπρωμένον P. 6.26

    Πυθιόνικον τιμὰν Ἀριστομένει δέκευ P. 8.5

    τιμὰ δὲ γίνεται ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων N. 7.31

    ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς N. 9.10

    ἕπεται ( ἐπέβα coni. Wil.)

    δέ, Θεαῖε, ματρώων πολύγνωτον γένος ὑμετέρων εὐάγων τιμὰ N. 10.38

    οἴχεται τιμὰ φίλων τατωμένῳ φωτί” (v. Latte, Hermes, 1931, 38) N. 10.78 γαρύσομαι τοῦδ' ἀνδρὸς ἐν τιμαῖσιν ἀγακλέα τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν (“en rendant homage a ce vaillant,” Puech) I. 1.34

    εἴη μιν ἔρνεσι φράξαι χεῖρα, τιμὰν ἑπταπύλοις Θήβαισι τεύχοντ I. 1.66

    ἵν' ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν I. 2.29

    εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.34

    καὶ γὰρ ἐριζόμεναι νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ; ἅρμασιν ἵπποι διὰ τεάν, ὤνασσα (sc. Θεία), τιμὰν ὠκυδινάτοις ἐν ἁμίλλαισι θαυμασταὶ πέλονται “kraft deiner Würde,” Fränkel I. 5.6 ἐν δ' ἐρατεινῷ μέλιτι καὶ τοιαίδε τιμαὶ καλλίνικον χάρμ ἀγαπάζοντι (τοιᾷδε τιμᾷ Σ̆{γρ˙}) I. 5.54

    τιμὰ δ' ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται I. 7.26

    τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν ὑμνήσομεν; the honour done to Dionysos, which gives joy to many fr. 29. 5.

    ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων τεοῖσιν ἐμαῖς τε τιμαῖς Pae. 6.11

    ἀμφιπόλοις δὲ [μ]υρ[ιᾶν] περὶ τιμᾶν δηριαζόμενον κτάνεν Pae. 6.118

    τιμαὶ δὲ βροτοῖσι κεκριμέναι Παρθ. 1.. τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει μόνον fr. 121. 3. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι honours won by horses fr. 221. 2. and so, favour, “ σὺν τιμᾷ θεῶνP. 4.51

    θεῶν τιμαῖς P. 4.260

    Lexicon to Pindar > τιμά

  • 34 τόκος

    Lexicon to Pindar > τόκος

  • 35 φαμί

    φᾱμί (φαμί, φᾰμέν, φαντί; φαίην, φαίης, φαῖμεν; φᾰμεν: fut. φσει: impf. φᾶ, ἔφα, φάν: aor. φᾶσε codd.: med. fut. φσομαι: aor. φᾰτο; φᾰμένῳ; φάσθαι.)
    1 say
    a abs.

    ἀστέρος οὐρανίου φαμὶ τηλαυγέστερον κείνῳ φάος ἐξικόμαν κε P. 3.75

    , cf. P. 9.91
    b followed, preceded by dir. speech

    ὣς φάτο P. 3.43

    , P. 4.120 I. 8.45

    χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ κτεάνων θ ἅμα λειφθεὶς καὶ φίλων I. 2.11

    c c. acc.

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά O. 1.35

    τά τ' ἐσσόμενα τότ ἄν φαίην σαφές O. 13.103

    τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι N. 4.92

    ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν N. 8.19

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δ ἐν γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ταῦτ' ἄρα οἱ φαμένῳ πέμψεν θεὸς αἰετόν I. 6.49

    d c. nom./acc. & inf.

    ἐμὲ δ' ὦν πᾳ θυμὸς ὀτρύνει φάμεν Ἐμμενίδαις Θήρωνί τ ἐλθεῖν κῦδος O. 3.38

    Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρὸς O. 6.49

    φαντὶ δ' ἀνθρώπων παλαιαὶ ῥήσεις οὔπω φανερὰν ἐν πελάγει Ῥόδον ἔμμεν O. 7.54

    φαντὶ δὲ Λαμνόθεν μεταβάσοντας ἐλθεῖν ἥροας ἀντιθέους Ποίαντος υἱὸν P. 1.52

    Ἰξίονα φαντὶ ταῦτα βροτοῖς λέγειν P. 2.21

    ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν P. 2.64

    φαμὶ γὰρ Ἐπάφοιο κόραν ἀστέων ῥίζαν φυτεύσεσθαι P. 4.14

    φάτο δ' Εὐρύπυλος ἔμμεναιP. 4.33 ἐν δὲ Νάξῳ φαντὶ θανεῖν λιπαρᾷ Ἰφιμεδείας παῖδαςP. 4.88 φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσεινP. 4.102

    ἄγγελον ἐσλὸν ἔφα τιμὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν P. 4.278

    φαντὶ δ' ἔμμεν τοῦτ ἀνιαρότατον P. 4.287

    τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν P. 6.21

    φαντί γε μὰν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι P. 7.19

    Αἰγίνᾳ τε γὰρ φαμὶ Νίσου τ' ἐν λόφῳ τρὶς δὴ πόλιν τάνδ εὐκλείξαι (codd.: post et ante φαυὶ distinxit Hermann, qui εὐκλέιξας legit) P. 9.91

    τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ ( μόρῳ Beck: μόρον codd.: φᾶ ἑ δᾳώσειν Wil., Theiler: alii alia coni.) N. 1.66

    Αἰακῷ σε φαμὶ γένει τε Μοῖσαν φέρειν N. 3.28

    φαῖμέν κε γείτον' ἔμμεναι νόῳ φιλήσαντ ἀτενέι γείτονι χάρμα πάντων ἐπάξιον N. 7.87

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ ἀτρόποισι Νεοπτόλεμον ἑλκύσαι ἔπεσι N. 7.102

    τέθμιόν μοι φαμὶ σαφέστατον ἔμμεν τάνδ' ἐπιστείχοντα νᾶσον ῥαινέμεν εὐλογίαις I. 6.20

    φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν ἀκόναν I. 6.72

    [“ ὅν τ' εὐσεβέστατον φασὶν Ἰαολκοῦ τράφειν πεδίον (cod. contra metr.: φάτις Bothe) I. 8.40]

    φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας I. 8.46

    φὰν δ' ἔμμεναι Ζηνὸς υἱοὶ καὶ κλυτοπώλου Ποσειδάωνος fr. 243.

    Lexicon to Pindar > φαμί

  • 36 φέρω

    φέρω (φέρεις, -ει, -οντι, -οισιν: φέρε, -έτω; -οις, -οι; -ων, -οιςα), -οισαν; -ειν: fut. οἴσει; -ειν: impf. ( φερεν), φέρομεν, φέρον: aor. ἔνεικε), ἔνεικεν; ἐνεῖκαι: pf. ἤνεγκε): med. & pass., φέρεται, -ονται; -εσθαι.)
    a bring, carry
    I lit.,

    Ἀχιλλέα τ' ἔνεικ μάτηρ O. 2.79

    ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν Ἀμφιτρυωνιάδας O. 3.14

    καὶ ἔνεικεν Λοκρῷ (sc. αὐτάν) O. 9.59

    πρίν γέ οἱ χρυσάμπυκα κούρα χαλινὸν Παλλὰς ἤνεγκ O. 13.66

    ἔλθ, Ἀχοῖ, πατρὶ κλυτὰν φέροισ' ἄγγελίαν O. 14.21

    πέτρας φοίνισσα κυλινδομένα φλὸξ ἐς βαθεῖαν φέρει πόντου πλάκα P. 1.24

    τόδε φέρων μέλος ἔρχομαι P. 2.3

    καί ῥά μιν Μάγνητι φέρων πόρε Κενταύρῳ διδάξαι P. 3.45

    φέρομεν νώτων ὕπερ γαίας ἐρήμων ἐννάλιον δόρυP. 4.26

    ὄρνιν Κυπρογένεια φέρεν πρῶτον ἀνθρώποισι P. 4.216

    ἔνεικέ τε χρυσέῳ παρθένον ἀγροτέραν (v. l. ἔνεγκέ) P. 9.6 καὶ μέλλεις ὑπὲρ πόντου Διὸς ἔξοχον ποτὶ κᾶπον ἐνεῖκαι” (sc. Κυράναν) P. 9.53 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς εὐθρόνοις ὥραισι καὶ Γαίᾳ οἴσειP. 9.61 ποικίλον κάρα δρακόντων φόβαισιν ἤλυθε νασιώταις λίθι- νον θάνατον φέρων (sc. Περσεύς) P. 10.48 ἔρνεα πρῶτος λτ;ἔνεικενγτ; ἀπ' Ἀλφεοῦ (supp. Bergk: om. codd.) N. 6.18 σεμνῶν γονάτων ἅπτομαι, φέρων Λυδίαν μίτραν καναχηδὰ πεποικιλμέναν (cf. P. 2.3) N. 8.14

    λάμβανέ οἱ στέφανον, φέρε δ' εὔμαλλον μίτραν I. 5.62

    σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν κοιμᾶτο (sc. Ζεύς) I. 8.21 ]φέρει λαιλ[α fr. 1a.

    ἐς Τροία[ν ] ἤνεγκε[ Pae. 6.76

    τὰν δὲ (sc. ἵππον) πρυμνὸν κεφαλᾶς ὀδὰξ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 32.
    II met.

    ὁ δὲ λόγος ταύταις ἐπὶ συντυχίαις δόξαν φέρει P. 1.36

    καματωδέων δὲ πλαγᾶν ἄκος ὑγιηρὸν ἐν βαθυπεδίῳ Νεμέᾳ τὸ καλλίνικον φέρει N. 3.18

    αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται, ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    ἦ μὰν πολλάκι καὶ τὸ σεσωπαμένον εὐθυμίαν μείζω φέρει I. 1.63

    μόχθος ἡσυχίαν φέρει, καιρῷ καταβαίνων Pae. 2.33

    πολέμοιο δὲ σᾶμα φέρεις τινός, ἢ καρποῦ φθίσιν; (sc. ἀκτὶς ἀελίου, of an eclipse of the sun)

    Πα.. 13. σέ τ, Ὀλυμπιόνικε, φέρειν γῆρας εὔθυμον ἐς τελευτάν O. 5.22

    III med. met., bring with one

    φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι P. 7.21

    b
    I bear, produce of land, simm.

    δένδρεά τ' οὐκ ἐθέλει πάσαις ἐτέων περόδοις ἄνθος εὐῶδες φέρειν πλούτῳ ἴσον N. 11.41

    εἰ καί τι Διωνύσου ἄρουρα φέρει βιόδωρον ἀμαχανίας ἄκος Pae. 4.25

    ὅσα ἀγλαὰ χθὼν πόντου τε ῥιπαὶ φέροισιν fr. 220. 3. met.,

    ἔργα δὲ ζώοισιν ἑρπόντεσσί θ' ὁμοῖα κέλευθοι φέρον O. 7.52

    II in general, give proof of, show, display

    ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρόν O. 2.53

    Ἴλᾳ φερέτω χάριν Ἁγησίδαμος O. 10.17

    φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσεινP. 4.102

    ἔγεντο καὶ πρότερον Ἀντίλοχος βιατὰς νόημα τοῦτο φέρων P. 6.29

    αὔξων δὲ πάτραν Μειδυλιδᾶν, λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ αἰνίξατο P. 8.38

    οὐδ' ἀλλοτρίων ἔρωτες ἀνδρὶ φέρειν κρέσσονες N. 3.30

    προθύροισιν δ' Αἰακοῦ ἀνθέων ποιάεντα φέρε στεφανώματα σὺν ξανθαῖς Χάρισσιν (Wil.: φέρειν codd.) N. 5.54 τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον ( ἔχει λόγον Σ paraphr.) I. 8.61

    χρὴ δ' ἄνδρα τοκεῦσιν φέρειν βαθύδοξον αἶσαν Pae. 2.57

    c win

    ἐξ ἱερῶν ἀέθλων μέλλοντα ποθεινοτάταν δόξαν φέρειν O. 8.64

    καὶ ψυχρᾶν ὁπότ' εὐδιανὸν φάρμακον αὐρᾶν Πελλάνᾳ φέρε O. 9.98

    Δόρυκλος δ' ἔφερε πυγμᾶς τέλος O. 10.67

    κέρδος δὲ φίλτατον, ἑκόντος εἴ τις ἐκ δόμων φέροι P. 8.14

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ καὶ προμάθειαν φέρει I. 1.40

    φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου I. 7.21

    d support, endure

    τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν P. 3.82

    φέρειν δ' ἐλαφρῶς ἐπαυχένιον λαβόντα ζυγὸν ἀρήγει P. 2.93

    σοφοὶ δέ τοι κάλλιον φέροντι καὶ τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    e carry of seed, progeny

    καὶ φέροισα σπέρμα θεοῦ καθαρόν P. 3.15

    ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν, σπέρμ' ἀδείμαντον φέρων Ἡρακλέος N. 10.17

    ὑπὸ σπλάγχ[νοις] φέροισα τόνδ' ἀνέῤ Πα. 8A. 19.
    f bear, maintain

    ἀδελφεοῖσί τ' ἐπαινήσομεν ἐσλοῖς, ὅτι ὑψοῦ φέροντι νόμον Θεσσαλῶν αὔξοντες P. 10.70

    ἀτὰρ γένος αἰεὶ φέρει τοῦτό οἱ γέρας (v. l. φέρεν) N. 7.39
    g bring (to bear)

    φέροις δὲ Πρωτογενείας ἄστει γλῶσσαν O. 9.41

    ἄγγελον ἐσλὸν ἔφα τιμὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν P. 4.278

    λέλογχε δὲ μεμφομένοις ἐσλοὺς ὕδωρ καπνῷ φέρειν ἀντίον N. 1.24

    Αἰακῷ σε φαμὶ γένει τε Μοῖσαν φέρειν N. 3.28

    χρὴ νιν (= ἀρετάν)

    εὑρόντεσσιν ἀγάνορα κόσμον μὴ φθονεραῖσι φέρειν γνώμαις I. 1.44

    pass., εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει, μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν “verbreitet es sich,” Dornseiff P. 1.87 ἀλλοτρίοισιν μὴ προφαίνειν, τίς φέρεται μόχθος ἄμμιν fr. 42. 1.
    h fragg. ]

    φέρεσθαι Pae. 2.43

    φερον[ fr. 260. 13. ] ινελεων φέρων ?fr. 334b. 11.

    Lexicon to Pindar > φέρω

  • 37 βάσις

    -εως + N 3 59-2-5-1-3=70 Ex 26,19(ter).21(ter)
    that with which one steps, foot Wis 13,18; base, pedestal, foot Ex 26,19; high place Ez 16,31; foundation
    Wis 4,3
    Cf. LE BOULLUEC 1989 277-278.370; WEVERS 1990 428.627.629.647

    Lust (λαγνεία) > βάσις

  • 38 δῶρον

    -ου + τό N 2 103-27-16-19-13=178 Gn 4,4; 24,53; 30,20; 32,14.19
    gift, present Gn 24,53; votive gift, offering Gn 4,4; bribe Is 1,23
    *JgsA 9,31 μετὰ δώρων with gifts-תרומה/ב for MT תרמה/ב with a ruse?; *Is 8,20 δῶρα gifts-חדשׁ for MT חרשׁ dawn; *Jer 28(51),59 δώρων tributes, gifts-מנחה for MT מנוחה resting place, court; *Jb 20,6 δῶρα gifts-ישׁ for MT ו/יאשׂ his height
    Cf. DANIEL, S. 1966 120-130.138-140.209-213.222-223; HARL 1988 33.86.182; WELCH 1918-19, 277-
    278; →NIDNTT; TWNT

    Lust (λαγνεία) > δῶρον

  • 39 εἰρήνη

    -ης + N 1 7-92-80-46-69=294 Gn 15,15; 26,29; Ex 18,23; Lv 26,6; Nm 6,26
    peace 1 Mc 12,22; peace treaty Ezr 5,7
    stereotypical rendition of לוםשׁ(semit.): prosperity, welfare (of pers.) Jgs 6,23; prosperity (of land) Lv 26,6; eternal rest Wis 3,3
    καὶ εἶπεν Εἰρήνη and he said, "Peace!" or "All is well!" 2 Kgs 5,22; ὁ ἄνθρωπος τῆς εἰρήνης μου my friend Ps 40(41),10, cpr. Jer 20,10; 45(38),22; ἠρώτησαν αὐτὸν εἰς εἰρήνην they greeted him, they inquired after his health JgsB 18,15; ἐπηρώτησεν εἰς εἰρήνην Ιωαβ καὶ εἰς εἰρήνην τοῦ λαοῦ καὶ εἰς εἰρήνην
    τοῦ πολέμου he asked how Joab and the people were doing and how the war was getting along 2 Sm 11,7
    *Ez 34,29 εἰρήνης of peace-לוםשׁ for MT םשׁ/ל of name; *Mi 2,8 εἰρήνης his peace-לוםשׁ for MT
    למהשׂ a garment; *Ps 75(76),3 εἰρήνῃ (in) peace-לוםשׁ for MT לםשׁ Salem
    Cf. GEHMAN 1966=1972 107-108; GÖTTSBERGER 1906, 246; LARCHER 1983, 277-278; SANTI AMANTINI
    1979, 467-495; SPICQ 1982, 215-230; TOV 1987, 151; VAN LEEUWEN 1940, 13-117; →NIDNTT; TWNT

    Lust (λαγνεία) > εἰρήνη

  • 40 ἐπανίστημι

    + V 3-10-4-22-5=44 Dt 19,11; 22,26; 33,11; Jgs 9,18
    M: to rise 1 Sm 4,15; to rise up against [ἐπί τινα] Dt 19,11; id. [τινι] Dt 33,11 Cf. HELBING 1928, 277-278

    Lust (λαγνεία) > ἐπανίστημι

См. также в других словарях:

  • 278 av. J.-C. — 278 Années : 281 280 279   278  277 276 275 Décennies : 300 290 280   270  260 250 240 Siècles : IVe siècle …   Wikipédia en Français

  • 278 — Années : 275 276 277  278  279 280 281 Décennies : 240 250 260  270  280 290 300 Siècles : IIe siècle  IIIe siècle …   Wikipédia en Français

  • -278 — Années : 281 280 279   278  277 276 275 Décennies : 300 290 280   270  260 250 240 Siècles : IVe siècle av. J.‑C.  …   Wikipédia en Français

  • 278 — Portal Geschichte | Portal Biografien | Aktuelle Ereignisse | Jahreskalender ◄ | 2. Jahrhundert | 3. Jahrhundert | 4. Jahrhundert | ► ◄ | 240er | 250er | 260er | 270er | 280er | 290er | 300er | ► ◄◄ | ◄ | 274 | 275 | 276 | 277 | …   Deutsch Wikipedia

  • 278 a. C. — Años: 281 a. C. 280 a. C. 279 a. C. – 278 a. C. – 277 a. C. 276 a. C. 275 a. C. Décadas: Años 300 a. C. Años 290 a. C. Años 280 a. C. – Años 270 a. C. – Años 260 a. C. Años 250 a. C. Años 240 a. C. Siglos …   Wikipedia Español

  • 278 — Años: 275 276 277 – 278 – 279 280 281 Décadas: Años 240 Años 250 Años 260 – Años 270 – Años 280 Años 290 Años 300 Siglos: Siglo II – Siglo …   Wikipedia Español

  • 278 (число) — 278 двести семьдесят восемь 275 · 276 · 277 · 278 · 279 · 280 · 281 Факторизация: Римская запись: CCLXXVIII Двоичное: 100010110 Восьмеричное: 426 …   Википедия

  • 278. Infanterie-Division (Wehrmacht) — 278. Infanterie Division 278. Volksgrenadier Division Aktiv 22. Mai 1940–1945 Land Deutsches Reich NS …   Deutsch Wikipedia

  • (278) paulina — 278 Paulina pas de photo Caractéristiques orbitales Époque 18 août 2005 (JJ 2453600.5) Demi grand axe 412,210×106 km (2,755 ua) Aphélie …   Wikipédia en Français

  • 278 Paulina — (278) Paulina 278 Paulina pas de photo Caractéristiques orbitales Époque 18 août 2005 (JJ 2453600.5) Demi grand axe 412,210×106 km (2,755 ua) Aphélie …   Wikipédia en Français

  • (278) Паулина — Открытие Первооткрыватель Иоганн Пализа Место обнаружения Вена Дата обнаружения 16 мая 1888 Альтернативные обозначения 1959 XF Категория Главное кольцо …   Википедия

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»