Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ῥοΐς

См. также в других словарях:

  • Ρόις, Τζοουσάια — (Royce, Γκρας Βάλεϊ, Καλιφόρνια 1855 – Βοστόνη 1916). Αμερικανός φιλόσοφος. Μαθητής του Λότσε στο Γκέτινγκεν και κατόπιν καθηγητής στο Χάρβαρντ, θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς εκπρόσωπους του αγγλοαμερικανικού ιδεαλισμού. Εισηγητής μιας… …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • Λουκέρνη — (γερμ. Luzern, γαλλ. Lucerne, ιταλ. Lucerna). Πόλη (59.500 κάτ. το 2000) της κεντρικής Ελβετίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου καντονιού (1.493 τ. χλμ., 349.600 κάτ. το 2001). Βρίσκεται στη βορειοδυτική όχθη της λίμνης των Τεσσάρων Καντονιών, πιο… …   Dictionary of Greek

  • κυροῖς — κυρέω hit pres opt act 2nd sg (attic epic doric) κῡροῖς , κυρόω confirm pres opt act 2nd sg κῡροῖς , κυρόω confirm pres subj act 2nd sg κῡροῖς , κυρόω confirm pres ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οὔροις — οὔ̱ροις , ὅρος boundary masc dat pl (ionic) οὔ̱ροις , οὖρον 1 urine neut dat pl οὔ̱ροις , οὖρον 2 limit neut dat pl (epic ionic) οὖρος 1 fair wind masc dat pl οὖρος 2 watcher masc dat pl οὖρος 3 masc dat pl (ionic) οὖρος 4 urus masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀργυροῖς — ἀργύρεος of silver masc/neut dat pl (attic epic) ἀργῡροῖς , ἀργυρόω to cover with silver pres opt act 2nd sg ἀργῡροῖς , ἀργυρόω to cover with silver pres subj act 2nd sg ἀργῡροῖς , ἀργυρόω to cover with silver pres ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱροῖς — ἱερός filled with masc/neut dat pl (epic ionic) ἱ̱ροῖς , ἱερόω consecrate pres opt act 2nd sg (ionic) ἱ̱ροῖς , ἱερόω consecrate pres subj act 2nd sg (ionic) ἱ̱ροῖς , ἱερόω consecrate pres ind act 2nd sg (ionic) ἱρός filled with masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αεροναυτική — Σύνολο πειραματικών δεδομένων, τεχνικών εφαρμογών και ποικίλων δραστηριοτήτων, οι οποίες συνδέονται με τις συνθήκες που επιτρέπουν στον άνθρωπο να μετακινείται μέσα στη γήινη ατμόσφαιρα με συσκευές που κατασκευάζονται γι’ αυτό τον σκοπό. Τo… …   Dictionary of Greek

  • αυτοκίνητο — Όχημα το οποίο κινείται με κινητήρα που έχει πάνω του και το οποίο δεν σέρνεται από εξωτερική δύναμη. Γενικά χερσαίο όχημα που είναι κατασκευασμένο για να κινείται κατά κανόνα σε δρόμους και αντλεί την απαραίτητη για την κίνησή του ωστική δύναμη… …   Dictionary of Greek

  • θεαροῖς — θεᾱροῖς , θεαρός masc dat pl θεᾱροῖς , θεωρός envoy sent to consult an oracle masc dat pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μύροις — μύρον sweet oil neut dat pl μύ̱ροις , μύρω flow pres opt act 2nd sg μύ̱ροις , μῦρος masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»