Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ήρατον

См. также в других словарях:

  • ἠρᾶτον — ἐράω 1 love imperf ind act 2nd dual ἐράω 2 pour forth imperf ind act 2nd dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σικυήλατον — και σικυήρατον και σικύρατον, τὸ, Α τμήμα κήπου κατάφυτο με αγγουριές. [ΕΤΥΜΟΛ. < σίκυος «αγγούρι» + ήλατος / ήρατον (< ἐλαύνω «φυτεύω σε σειρές, σε πρασιές»), με εναλλαγή λ / ρ (πρβλ. κλῶμαξ / κρῶμαξ και αδελφός / αδερφός)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»