-
1 παν-επ-ήρατον
παν-επ-ήρατον, εἶδος Χαρίτων, sehr liebenswürdig, Ep. ad. 725 ( App. 237).
-
2 σικυ-ήρατον
σικυ-ήρατον, τό, = Vorigem, Lob. Phryn. p. 86.
-
3 πανεπήρατον
παν-επ-ήρατον, εἶδος Χαρίτων, sehr liebenswürdig -
4 σικυήλατον
σικυ-ήλατον, τό, u. σικυ-ήρατον, τό, Beet, auf dem Pfeben, Melonen, Gurken getrieben werden u. wachsen
См. также в других словарях:
ἠρᾶτον — ἐράω 1 love imperf ind act 2nd dual ἐράω 2 pour forth imperf ind act 2nd dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σικυήλατον — και σικυήρατον και σικύρατον, τὸ, Α τμήμα κήπου κατάφυτο με αγγουριές. [ΕΤΥΜΟΛ. < σίκυος «αγγούρι» + ήλατος / ήρατον (< ἐλαύνω «φυτεύω σε σειρές, σε πρασιές»), με εναλλαγή λ / ρ (πρβλ. κλῶμαξ / κρῶμαξ και αδελφός / αδερφός)] … Dictionary of Greek