Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὡραιότης

См. также в других словарях:

  • ὡραιότης — the ripeness of the fruits of the year fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὡραιότησι — ὡραιότης the ripeness of the fruits of the year fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὡραιότησιν — ὡραιότης the ripeness of the fruits of the year fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὡραιότητα — ὡραιότης the ripeness of the fruits of the year fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὡραιότητας — ὡραιότης the ripeness of the fruits of the year fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὡραιότητι — ὡραιότης the ripeness of the fruits of the year fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὡραιότητος — ὡραιότης the ripeness of the fruits of the year fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ωραιότητα — η / ὡραιότης, ητος, ΝΜΑ [ωραίος] η ιδιότητα τού ωραίου, κάλλος, ομορφιά αρχ. 1. (για πράγμ.) καλή ποιότητα («τῇ ὡραιότητι τοῡ οἴνου διελέσθαι σκῡλα», ΠΔ) 2. η ωριμότητα τών καρπών τού έτους …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»