-
1 υπέρφρων
-
2 ὑπέρφρων
-
3 ὑπέρφρων
A haughty, arrogant, σῆμα, λόγοι, A.Th. 387, 410; : neut. pl. ὑπέρφρονα as Adv., S.Aj. 1236. Regul. Adv.ὑπερφρόνως D.C.37.5
,49 (this Adv. is censured by Poll.9.147).2 in good sense, ἐκ τοῦ ὑπέρφρονος from a sense of superiority, Th.2.62, D.C.45.43.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπέρφρων
-
4 υπερφρόνων
-
5 ὑπερφρόνων
-
6 υπέρφρον
-
7 ὑπέρφρον
-
8 υπέρφρονα
-
9 ὑπέρφρονα
-
10 υπέρφρονας
-
11 ὑπέρφρονας
-
12 υπέρφρονες
-
13 ὑπέρφρονες
-
14 υπέρφρονι
-
15 ὑπέρφρονι
-
16 υπέρφρονος
-
17 ὑπέρφρονος
-
18 υπέρφροσιν
-
19 ὑπέρφροσιν
-
20 πανυπέρφρων
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πανυπέρφρων
- 1
- 2
См. также в других словарях:
ὑπέρφρων — haughty masc/fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υπέρφρων — ον, Α 1. πολύ υπερήφανος, αγέρωχος («τῶν φρονημάτων ὁ Ζεὺς κολαστὴς τῶν ἄγαν ὑπερφρόνων», Ευρ.) 2. γενναιόψυχος, υψηλόφρονας·3. το ουδ. ως ουσ. τὸ υπέρφρον γενναιοφροσύνη 4. (το ουδ. πληθ. ως επίρρ.) ὑπέρφρονα πολύ υπερήφανα, αλαζονικά. [ΕΤΥΜΟΛ.… … Dictionary of Greek
ὑπερφρόνων — ὑπέρφρων haughty masc/fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπέρφρον — ὑπέρφρων haughty masc/fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπέρφρονα — ὑπέρφρων haughty masc/fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπέρφρονας — ὑπέρφρων haughty masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπέρφρονες — ὑπέρφρων haughty masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπέρφρονι — ὑπέρφρων haughty masc/fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπέρφρονος — ὑπέρφρων haughty masc/fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπέρφροσιν — ὑπέρφρων haughty masc/fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πανυπέρφρων — ον, Α υπεροπτικός στο έπακρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + ὑπέρφρων «υπερήφανος»] … Dictionary of Greek